Στρατιωτική ποίηση, σκέτο ποίημα: Όλα τα ποιηματάκια που κυκλοφορούν σε κάθε ΕΣΣΟ


Δείξτε το ταλέντο σας στη… ποίηση! Ο στρατός έχει αποδειχτεί, ότι εμπνέει! Τα ποιηματάκια που κυκλοφορούν σε κάθε ΕΣΣΟ, είναι απίστευτα. Απολαύστε τα

ΤΟΥ ΝΕΟΣΥΛΛΕΚΤΟΥ…

Ημέρα Τρίτη ήτανε που μπήκα μες το κέντρο
με βάλανε και έτρεχα σαν το Θανάση Βέγγο

Ανάθεμα την τύχη μου που μ’ έκανε φαντάρο
κι έφυγα από το σπίτι μου χωρίς να το γουστάρω

Μες το στρατό απέκτησα τα τέσσερα βραβεία
το Αχ, το Βαχ, το αλίμονο και την ατσιγαρία

ΤΟΥ ΑΠΟ-ΛΕ-ΛΕ ΝΑΥΤΗ…

Απολύομαι στραβάδια – δεν κοιμάμαι πια τα βράδια

Απολύομαι ψαρούκλες – τα μαλλιά μου κάνω μπούκλες

Δεν μου μπαίνουν πια τα ρούχα – απολύομαι κληρούχα

ΤΩΝ… ΠΕΡΙΠΑΤΗΤΩΝ…

Περπατώ εις το δάσος κι ακούω μύγες
Δυο βδομάδες λες να είναι λίγες;

Περπατώ εις το δάσος κι ακούω φωνές
Ν και σήμερα, είναι πολλές;

Περπατώ εις το δάσος κι ακούω γρούτσου-γρούτσου
Λες να απολύομαι του Αγίου λούτσου…;

Περπατώ εις το δάσος κι ακούω Πέγκυ Ζήνα
Μήπως απολύομαι μέσα σ’ ένα μήνα;

Περπατώ εις το δάσος κι ακούω ελάφια
Απολύομαι πιλάφια!

Ήμουν 18 ετών, μες την ανθή της νιότης,
μα τότε μου ‘ρθε το χαρτί να φύγω στρατιώτης…

Την πύλη όταν πέρασα, συνάντησα μια πλάκα,
τη σήκωσα και έγραφε: Που πας μωρέ μαλ… ;

Καλύτερα να πουλάγα γκαζόζες – λεμονάδες,
παρά που πήγα κι έμπλεξα με τους καραβανάδες.

Η νύχτα είναι σκοτεινή
και η σκοπιά πιο κρύα
κι αντί για το κορμάκι σου
χαϊδεύω το G3

Όλα τα πράσινα μπερέ
κι όλα τα Μ-16
θα στείλω στο μπαλκόνι σου
για να κοιμάσαι εντάξει.

Περπατω στο δασος και ακουω hip hop…
Εγω απολυομαι δεν ειμαι ΕΠ.ΟΠ.

Περπατώ στο δάσος
και βλέπω ένα πλυντήριο.
Λες να χει μέσα τ’ απολυτήριο;

10 ημέρες φυλακή
και 5 πειθαρχείο
γιατί στον τοίχο έγραψα
μπ… κέντρο αντίο

Πολίτης τ’ άστρα έβλεπα
στον ουρανό χιλιάδες
τώρα τα βλέπω στον στρατό
ραμμένα στους γιακάδες

ΘΕΛΕΙ ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΝΕΥΡΟ ΝΑ ΦΥΛΑΣ ΣΚΟΠΙΑ ΣΤΟΝ ΕΒΡΟ…

Με το Μ16 αγκαλιά και μια δεσμίδα σφαίρες έτσι περνούν κορίτσι μου οι νύχτες και οι μέρες

Κι ακούω, κι ακούω τουρμπίνες
και δε κατάλαβα πως πέρασαν οι μήνες
βάλε μαμά κιμά στα μακαρόνια
και στρώσε τα καλύτερα σεντόνια
βάλε βενζίνη στ’ αυτοκίνητό σου
γιατί επαναπατριζεται ο γιος σου!
ΣΕΙΣΜΟΣ ΣΕΙΣΜΟΣ ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΣΜΟΣ!

Όποιος πάει στο στρατό και δεν αγανακτήσει ή θείο θα ‘χει λοχαγό ή τρέλα θα πουλήσει.

Αν έρθεις μες στο θάλαμο, θα δεις πολλά κρεβάτια. Στο τελευταίο θα με δεις με την καρδιά κομμάτια. Πότε θαλαμοφύλακας πότε σκοπιά στην πύλη και πότε στην αναφορά με πικραμένα χείλη.

Μας φώναξε ο λοχαγός να πάμε αγγαρεία κι εγώ ο μάγκας κρύφτηκα πίσω απ’ τα μαγειρεία.

Σκοπιά καθώς εφύλαγα, ο ύπνος μου με πιάνει κι ο λοχαγός ερχότανε περίπολο να κάνει.

Το όπλο έχω αδελφό, το κράνος για πατέρα, την ξιφολόγχη αδελφή και τη σκοπιά μητέρα.

Τα μακαρόνια στο στρατό όλα θα τα ενώσω να κάνω σιδηρόδρομο να ‘ρθω να σ’ ανταμώσω

Σαράντα μέρες φυλακή έφαγα μα χαλάλι, γιατί είπα παρασύνθημα το όνομά σου πάλι.

Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη, στην Κρήτη θα μετατεθώ κοντά στον Ψηλορείτη.

Όταν απολυθώ να ξέρετε, θα στείλω μάνι-μάνι express το τηλεγράφημα να ‘ρθετε στο λιμάνι.

Βρε άτιμη, τι μου ‘κανες εμένα το φαντάρο! Εγώ να είμαι στη σκοπιά κι εσύ με τον κουμπάρο.

Ήμουνα είκοσι χρονών μες’ τον ανθό της νιότης και τότε μου’στειλαν χαρτί να πάω στρατιώτης.

Μου φόρεσαν τα άρβυλα μου δωσαν και παγούρι και μ’ έβαλαν κι έτρεχα σα να ‘μουνα γαϊδούρι.

Θα ‘ρθει μια μέρα έμορφη που το χακί θ’ αφήσω και τη δική μου τη ζωή απ’ την αρχή θ’ αρχίσω.

Όταν ξυπνάμε το πρωί για τη σκοπιά κινάμε και μόλις επιστρέψουμε στις αγγαρείες πάμε

Έβγαλα τα πολιτικά και το χακί φοράω σ’ ένα καθρέπτη κοίταξα κι άρχισα να γελάω.

Τα φανταράκια στο στρατό να μην τα λησμονάτε με χρήματα κι επιταγές να τα παρηγοράτε

Ό,τι αξίζει όλη η γη, ο ήλιος, το φεγγάρι, τόσο πολύ αξίζουνε της Κρήτης οι φαντάροι.

Το βράδυ στο φυλάκιο κανένας δεν μιλάει, γιατί καθένας σκέφτεται τα μάτια που αγαπάει.

Βαρέθηκα μανούλα μου του λόχου τη σφυρίχτρα και το θαλαμοφύλακα να με ξυπνάει τη νύχτα.

Πριν να φορέσω το χακί, έλεγα δεν πειράζει. Μα τώρα που το φόρεσα με τρώει το μαράζι.

Ένα αστέρι στη σκοπιά μοιάζει πολύ μ’ εσένα και του μιλώ και με κοιτά με μάτια δακρυσμένα.

Βάσανα έχει το χακί μα έχει και μια χάρη, όποιος χακί δεν έβαλε δεν είναι παλικάρι.

Περιστεράκι μου καλό τρέχε γοργά σαν σφαίρα πήγαινε στο φανταράκι μου και πες μια καλημέρα.

Φαντάρο κι αν σε πήρανε εγώ δεν μετανιώνω, γιατί έχω γιο που ειν’ άξιος γι’ αυτό και καμαρώνω.

Φαντάρο σε καλέσανε να κάνεις ένα έτος και σκοτεινό θα το περνώ το καλοκαίρι φέτος.

Ένας φαντάρος έρχεται μες το χακί ντυμένος, τ’ αγόρι σου είμαι μάνα μου, ο ταλαιπωρημένος.

Ποτέ δεν το περίμενα να πλένω καραβάνα, να στρώνω το κρεβάτι μου, σαν να μην έχω μάνα.

Μου είπανε πως στην ΕΛΔΥΚ θα είναι μία μία
αλλά δεν υπολόγισα τον επιλοχία

Σε γνωρίζω απ’τις τουρμπίνες
που’χεις κατω απ’τα φτερα
σε γνωρίζω από τους κύκλους
Που’χεις πίσω στην ουρα…
απ’τη Λάρνακα θα φύγω
ξαφνικά ένα πρωί

Είναι κρίμα και άδικο να είμαι εγώ φαντάρος και την δική μου γκόμενα να την πηδάει άλλος

Περπατάω στο δάσος και ακούω τσαλίκη, λες να το ψήσω στον Έβρο το κατσίκι;

Σου στέλνω τριαντάφυλλα
απ’του στρατού τον κήπο,
για να μετράς αγάπη μου,
τις μέρες που θα λείπω.

Εσύ στο μπαλκονάκι σου
και εγώ υπηρεσία.
Εσύ το κάνεις μ’άλλονε
και εγώ με τον Λοχία.

Το όνομα σου έγραψα επάνω στο G3 κ ο Λοχαγός μου αύξησε 3 μήνες τη θητεία.

Περίπολο χθες ήμουν σκοπιές να υπογράφω, κι αντί για την υπογραφή το όνομά σου γράφω

Μπόρα ήταν και πέρασε βροχή και έχει φύγει.. από το λούκι τούτο εδώ κανείς δε θα ξεφύγει… έτσι και εγώ το πέρασα και άλλα πολλά ακόμα.. θα λιώσει το κορμάκι σας σε τούτο εδώ το στρώμα (Γραμμένο πάνω σε στρώμα με το κλασσικό Καμία και Τίποτα…)

Χωρίς τσιγάρο και καφέ,
χωρίς φιλί και χάδι,
σαν νυχτοπούλι τριγυρνώ
περίπολο το βράδι.

Σαν έρθει εκείνη η μέρα και γίνω πια πολίτης,
στη μηχανή θα τρέξω ν’ ανεβώ να ξαναγίνω αλήτης.

Πάει ο παλιός φαντάρος
ας γιορτάσουμε παιδιά
και του ψάρακα η ώρα
ήρθε πλέον για σκοπιά

Καλή σκοπιά
καλή σκοπιά
χαρούμενα τρελά γερμανικά…

ΘΑ ΑΣΚΗΣΩ ΒΕΤΟ,
ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ ΣΚΟΠΕΤΟ,
ΘΑ ΒΑΛΩ ΒΥΣΜΑ,
ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ ΚΛΥΣΜΑ!

Την Κυριακή στην Εκκλησιά βαράνε οι καμπάνες και μένα τα χεράκια μου πλενουνε καραβάνες

Τα αστερια του υπολοχαγου σα βλεπω και γυαλιζουν τα ομορφα ματακια σου θυμαμαι που δακρυζουν

Στις 4 ορκίζομαι και στην Αγιά Βαρβάρα χτενίζω τα μαλάκια μου με τη χοντρή τσατσάρα

Τσιγαρο μου με ξεχασες γοπα δε με θυμασαι και συ καημενη πακετια στο ΚΨΜ κοιμασαι


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ