Ήταν 28 Δεκεμβρίου του 2016. Η κοινωνία της Λαμίας παγώνει στην είδηση ότι η παιδοψυχίατρος Θώμη Κουμπούρα βρίσκεται νεκρή μέσα σε μια λίμνη αίματος στο διαμέρισμα της
Ποιος μπορεί να ήθελε το κακό ενός ανθρώπου με τόσο έντονη και σημαντική κοινωνική προσφορά; Και μάλιστα να τον σκοτώσει με τέτοια μανία, που παρέπεμπε σε εξαιρετικά ειδεχθές έγκλημα;
Δύο χρόνια μετά, σίγουρα τα ερωτήματα αυτά δεν έχουν απαντηθεί, ακόμη και μετά την καταδίκη σε ισόβια κάθειρξη του δολοφόνου της, από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Άμφισσας. Ακόμη και η ανώτατη ποινή που προβλέπουν οι Ελληνικοί νόμοι δεν μπόρεσαν να απαλύνουν στο ελάχιστο τον πόνο της οικογένειας της παιδοψυχιάτρου.
Στο Δικαστήριο τέθηκαν ερωτήματα, που δεν απαντήθηκαν από το δολοφόνο ο οποίος καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Οι «δαίμονες», οι «δράκοι» και τα άλλα ερπετά, δεν κάλυψαν τα όσα είχε πράξει εκείνο το μοιραίο βράδυ μετά τη δολοφονία. Την κάλυψη των ιχνών του, την εξαφάνιση του όπλου με το οποίο κατακρεούργησε την άτυχη Θώμη, την απόδραση στα βουνά έχοντας καινούρια λάστιχα και τόσα άλλα που παρέπεμπαν σε ένα οργανωμένο έγκλημα.
Κλείνοντας θα επαναλάβουμε τα λόγια του αδερφού της Θώμης, Κώστα Κουμπούρα αμέσως μετά το άκουσμα της ετυμηγορίας του Δικαστηρίου: «Σαν οικογένεια αισθανόμαστε δικαίωση για τα ισόβια, όμως να μην ξεχνάμε ότι η Θώμη δεν γυρίζει πίσω», λόγια που θα πρέπει να τα θυμηθούμε όταν η υπόθεση θα επιστρέψει στις δικαστικές αίθουσες για να κριθεί σε δεύτερο βαθμό, λόγω της έφεσης που άσκησε ο δολοφόνος της.
Από την άλλη τη Θώμη δεν θα τη ξεχάσει ποτέ, ούτε η οικογένειά της, αλλά ούτε αυτοί που είχαν την τύχη να τη γνωρίσουν και να συνεργαστούν μαζί της…