Μετά το φονικό χτύπημα του Εγκέλαδου, στην Τουρκία ξέσπασε θύελλα. Πολιτικά, ο Τούρκος Πρόεδρος βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, καθώς διογκώνεται το κύμα οργής τρεις μήνες πριν από την ημερομηνία των εκλογών. Στο επίκεντρο της κριτικής που διατυπώνεται από πολιτικούς αντιπάλους, δημοσιογράφους, αλλά και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βρίσκονται οι σχέσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τους εργολάβους που κατασκεύασαν τα κτίρια που κατέρρευσαν, καθώς και το χάος που ακολούθησε τον σεισμό, η παντελής αδυναμία συντονισμού και οι τεράστιες ελλείψεις στην πολιτική προστασία. Δεν είναι τυχαίο ότι τις τελευταίες ημέρες ενισχύονται τα σενάρια για πιθανή αναβολή των εκλογών της 14ης Μαΐου.
Πόνος, απόγνωση και οργή. Αυτά είναι τα αισθήματα που κυριαρχούν στην Τουρκία μετά τους φονικούς σεισμούς που έπληξαν τις νότιες και νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας. «Από τα χαλάσματα ακούμε ανθρώπους να φωνάζουν», έγραψε ρεπορτάζ της εφημερίδας «Gazeteduvar» από το Χατάι και το Aντιγιαμάν. Στα τουρκικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφορούσαν χιλιάδες εικόνες με νεκρούς, με παιδιά που σώζονται από τα συντρίμμια, με ηλικιωμένους και ασθενείς νοσοκομείων στους δρόμους.
Δέκα επαρχίες και 13 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πληγεί από τους σεισμούς. Ακόμα υπάρχουν χιλιάδες παγιδευμένοι στα ερείπια, ενώ οι καιρικές συνθήκες και το χιόνι κάνουν τη ζωή των σεισμόπληκτων κόλαση. Η καταστροφή είναι βιβλική. Δεν κατέρρευσαν μόνο πολυκατοικίες και σπίτια, αλλά και νεόκτιστα κρατικά κτίρια και νοσοκομεία. Στο Καχραμανμαράς κατέρρευσε ακόμα και το κτίριο της πολιτικής προστασίας.
Η κρατική αντίδραση στην καταστροφή προκάλεσε οξύτατη πολιτική αντιπαράθεση και οδήγησε, μέσα στο προεκλογικό κλίμα έντασης, σε μια πρωτοφανή και οξύτατη πόλωση. Οι σεισμοί προκαλούν σφοδρούς πολιτικούς τριγμούς.
Η κυβέρνηση κινητοποίησε τον κρατικό μηχανισμό, κυρίως την πολιτική υπηρεσία αντιμετώπισης κρίσεων AFAD και την Ερυθρά Ημισέληνο. Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος επιχειρούν να δικαιολογηθούν με την πρωτοφανή ένταση του σεισμού και την ανάγκη εθνικής ενότητας και αλληλεγγύης. «Εχουμε βιώσει τον πιο ισχυρό σεισμό στην περιοχή από το 1114 κατά τη διάρκεια του χειμερινού παγετού και τη νύχτα. Είναι απαραίτητο να δώσετε αίμα και είναι επίσης σημαντικό να μη βασίζεστε σε ειδήσεις που δεν είναι επίσημα εγκεκριμένες και να μην ξεγελιέστε από τους γύπες…», έγραψε η φιλοκυβερνητική δημοσιογράφος Χιλάλ Καπλάν στη «Sabah» και συνέχισε με μια άγρια επίθεση στην αντιπολίτευση, χαρακτηρίζοντας ως «ανήθικους ανθρώπους» εκείνους που δείχνουν το «πολιτικό Ισλάμ» ως υπεύθυνο για την καταστροφή, ενώ χαρακτήρισε «ψέμα» την πληροφορία ότι ο Πρόεδρος δεν επικοινώνησε με τους δημάρχους των μητροπόλεων του CHP που επλήγησαν από τον σεισμό…
«Αυτοί είναι αδίστακτοι, αυτοί είναι άρρωστοι, αυτοί είναι καιροσκόποι που δεν σέβονται τους ζωντανούς και τους νεκρούς», έγραψε η Καπλάν.
Ο αντιπολιτευόμενος Τύπος είχε γράψει ότι ο Ερντογάν επικοινώνησε μόνο με τους δημάρχους του ΑΚΡ και του ΜΗΡ στις περιοχές που επλήγησαν, προκαλώντας αντιδράσεις από το CHP, αλλά και τη μετάβαση του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης στην περιοχή των σεισμών ως κίνηση αλληλεγγύης προς τους σεισμόπληκτους, αλλά και τους δημάρχους της αντιπολίτευσης. H αντιπολίτευση πέρασε στην αντεπίθεση, με τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου να καθιστά προσωπικά υπεύθυνο τον Ερντογάν, ενώ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μαίνεται ένας ανελέητος πόλεμος ανάμεσα στους υποστηρικτές της κυβέρνησης και τους αντιφρονούντες, οι οποίοι στοιχειοθετούν καθημερινά τις ελλείψεις της κρατικής μηχανής αλλά και την επί χρόνια αδιαφορία των Αρχών στις κακές κατασκευές.
Ενα από τα θέματα που κυριαρχούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι η μείωση του προϋπολογισμού της ΑFAD, ενώ παράλληλα ο προϋπολογισμός της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων (DIYANET) διογκωνόταν διαρκώς. Μετά τον σεισμό, η AFAD εμφανίστηκε υποστελεχωμένη και ανέτοιμη, ενώ ήταν σε αδυναμία ακόμα και να συντονίσει τις προσπάθειες διάσωσης των ξένων αποστολών στην Τουρκία. Είναι ενδεικτικό ότι στην Αντιόχεια, όπου βρέθηκε η ελληνική αποστολή, τη διοίκηση την είχαν αναλάβει οι Ολλανδοί, που είχαν στείλει τη μεγαλύτερη ομάδα.
Πάντως, υπερβολές και fake news διακινούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και από τις δύο πλευρές. «Τα τρολ της αντιπολίτευσης απέδωσαν την καθυστερημένη βοήθεια στο Χατάι στο γεγονός ότι ο μητροπολιτικός δήμος Χατάι ανήκει στο CHP. Αυτό δεν ισχύει», έγραψε ο αντιπολιτευόμενος Μoυράτ Γετκίν, επισημαίνοντας ωστόσο ότι «η βοήθεια δεν μπορεί να φτάσει στα περισσότερα μέρη του Χατάι. Το αεροδρόμιο είναι άχρηστο. Η κατασκευή του ανατέθηκε το 2007 στον όμιλο YDA, μια από τις αγαπημένες εργοληπτικές εταιρείες του AKΡ, παρά τις επικρίσεις ότι δεν έπρεπε να χτιστεί σε βαλτώδες έδαφος. Το κρατικό νοσοκομείο Iskenderun έχει επίσης κατεδαφιστεί». «Είναι γεγονός ότι η ένταση του σεισμού ήταν πολύ μεγάλη», συνεχίζει ο Γετκίν. «Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης γεγονός ότι το ΑΚΡ, το οποίο ήρθε στην εξουσία το 2002, αφού διαπιστώθηκε πόσο απροετοίμαστο ήταν το κράτος στον σεισμό της Νικομήδειας του 1999, πήρε πίσω τα μέτρα για την αντιμετώπιση των σεισμών. Το πιο προφανές παράδειγμα είναι η χορήγηση οικοδομικών αδειών σε περιοχές συγκέντρωσης σεισμών», καταλήγει.
Οι κατασκευαστές
Ο Ερντογάν βρέθηκε από την αρχή στο επίκεντρο της κριτικής. Τόσο για τις προνομιακές σχέσεις του κόμματός του με τις μεγάλες κατασκευαστικές (την περίφημη «συμμορία των πέντε») όσο και για την αδυναμία αντίδρασης του κρατικού μηχανισμού στην καταστροφή. Απλοί πολίτες στις περιοχές που επλήγησαν (και που σε μεγάλο βαθμό αποτελούσαν εκλογική δεξαμενή του κόμματός του) στρέφονται εναντίον του. Ο ίδιος δεν έκανε τα πράγματα καλύτερα προσπαθώντας να στιγματίσει όσους ασκούν κριτική ως «ανέντιμους» και εκτοξεύοντας απειλές εναντίον τους. Τούρκοι αναλυτές και δημοσιογράφοι, με τους οποίους συνομίλησε η Realnews, κάνουν ήδη τον παραλληλισμό με τους σεισμούς του 1999 και όλοι εκτιμούν ότι, όπως και το 1999, έτσι και σήμερα, οι σεισμοί θα επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις.
Περίπου τρεις μήνες πριν από τις κρίσιμες εκλογές, οι σεισμοί πλήττουν την εικόνα της κυβέρνησης και αυτό κυρίως λόγω του ότι το αφήγημα του ΑΚΡ και του ΜΗΡ είναι ότι η Τουρκία αποτελεί μια μεγάλη παγκόσμια δύναμη, που δεν έχει ανάγκη κανέναν. Σύμφωνα με τους συνομιλητές της «R», οι αναποφάσιστοι, τους οποίους εκτιμούν γύρω στο 14%, πιθανότατα θα επηρεαστούν από τους σεισμούς και από την εικόνα μιας κυβέρνησης που εδώ και 20 χρόνια δεν έχει ακόμα καταφέρει να επιβάλει τους αντισεισμικούς κανόνες, αλλά και να ανταποκριθεί με πιο αποτελεσματικό τρόπο στην καταστροφή.
Μέσα στο κλίμα αυτό, επόμενο ήταν να ανοίξει και η συζήτηση για αναβολή των εκλογών. «Θα είναι δύσκολο να διεξαχθούν οι εκλογές στις 14 Μαΐου», σχολίασε στο Reuters -ανώνυμα- Τούρκος αξιωματούχος. Οπως εκτιμούν κύκλοι της αντιπολίτευσης με τους οποίους συνομιλεί η «R», η κυβέρνηση προσπαθεί να ανιχνεύσει τις προθέσεις της αντιπολίτευσης και της κοινής γνώμης. Οι ίδιοι επισημαίνουν πως, αν ο Ερντογάν προσπαθήσει να αναβάλει τις εκλογές πέραν του συνταγματικού ορίου, θα πάρει ένα πολύ μεγάλο πολιτικό ρίσκο. Και αυτό διότι το Σύνταγμα δεν προβλέπει αναβολή εκλογών παρά μόνο σε περίπτωση πολέμου (άρθρο 78), οπότε μόνο το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο θα μπορέσει να αποφανθεί ότι δεν μπορούν να διεξαχθούν εκλογές, κάτι που θα ισοδυναμεί με τεράστια παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία. Πάντως, η Μεράλ Ακσενέρ δήλωσε πριν από δύο ημέρες ότι ίσως να είναι δύσκολο οι εκλογές να διεξαχθούν στις 14 Μαΐου και πρότεινε τη διεξαγωγή τους στις 18 Ιουνίου, την ημερομηνία που ήταν αρχικά προγραμματισμένη και την οποία προβλέπει το Σύνταγμα.
Απίστευτη αθλιότητα – Βομβάρδισαν σεισμόπληκτες περιοχές στη Συρία!
Αλγεινή εντύπωση στη διεθνή κοινή γνώμη προκάλεσε το γεγονός ότι την Τρίτη, μία ημέρα μετά τον φονικό σεισμό, οι τουρκικές δυνάμεις βομβάρδισαν την επίσης σεισμόπληκτη περιοχή της πόλης Τελ Ριφάατ. Τοπική πηγή ανέφερε ότι οι τουρκικές δυνάμεις έπληξαν το Τελ Ριφάατ με αρκετές οβίδες. Ο βομβαρδισμός προκάλεσε ζημιές σε κατοικίες, σύμφωνα με την πηγή. Η πόλη Τελ Ριφάατ, 35 χλμ. βόρεια του Χαλεπίου, αποτελεί καταφύγιο για τους εκτοπισμένους από την Αφρίν από το 2018. Ο βομβαρδισμός έλαβε χώρα ενώ η Τουρκία και η Συρία υφίστανται τις επιπτώσεις του καταστροφικού σεισμού που σκότωσε και τραυμάτισε χιλιάδες ανθρώπους. Η τουρκική διοίκηση υποστήριξε πως προχώρησε στους βομβαρδισμούς μετά από επίθεση που δέχθηκε στην Αφρίν από μονάδες της πολιτοφυλακής των Κούρδων της Συρίας (YPG). Τοπικές πηγές διαψεύδουν, ωστόσο, ότι το YPG έχει παρουσία στην περιοχή.
Έλιωσαν οι πάγοι – Τα τηλεφωνήματα, η άμεση βοήθεια και οι δημόσιες ευχαριστίες στην Ελλάδα
Ο φονικός σεισμός στη νοτιοανατολική Τουρκία έλιωσε τον πάγο που επικρατούσε εδώ και έναν χρόνο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Από τις 4:20 και μετά, τα τηλέφωνα ανάμεσα σε Αθήνα και Αγκυρα πήραν φωτιά. Σε ανοιχτή γραμμή ήταν η Πολιτική Προστασία με την AFAD στην αρχή, ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας Χρήστος Στυλιανίδης με Τούρκους υπουργούς και η διπλωματική σύμβουλος του πρωθυπουργού Αννα-Μαρία Μπούρα με τον Ιμπραήμ Καλίν στη συνέχεια. Τη σκυτάλη πήρε ο Νίκος Δένδιας, που επικοινώνησε με τον ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου και του εξέφρασε τα συλλυπητήριά του και τη συμπαράσταση της Ελλάδας. Αργά το απόγευμα της Δευτέρας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τηλεφώνησε στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και είχαν την πρώτη τους επικοινωνία μετά από έναν χρόνο. Ο πρωθυπουργός είχε αποφασίσει από τα ξημερώματα ότι θα το κάνει, όπως και ότι η Ελλάδα θα έστελνε άμεσα βοήθεια στην Τουρκία, κάτι που ανέλαβε να «τρέξει» ο Χρ. Στυλιανίδης. Η ταχύτητα στην αντίδραση της Ελλάδας και η άμεση αποστολή βοήθειας δημιούργησαν ένα κύμα ευγνωμοσύνης στην Τουρκία.
Οι επιτυχίες της ΕΜΑΚ έκαναν τα υπόλοιπα. Η ελληνική κυβέρνηση είδε στην καταστροφή και την ευκαιρία να αναστήσει το κλίμα μιας άλλης εποχής, εκείνης «της διπλωματίας των σεισμών». Εξ ου και το tweet του πρωθυπουργού για την πρώτη διάσωση της ΕΜΑΚ στα τουρκικά, αλλά και η ένθερμη συμπαράστασή του στη γείτονα στη Σύνοδο Κορυφής. Τα δημόσια «ευχαριστώ» από Καλίν και Τσαβούσογλου δείχνουν πως αυτός ο στόχος επετεύχθη. Η Αθήνα, πάντως, παραμένει προσγειωμένη. Τα κυβερνητικά στελέχη δεν θεωρούν πως άνοιξε ο δρόμος για επαναπροσέγγιση Ελλάδας και Τουρκίας – οι συνθήκες, άλλωστε, είναι διαφορετικές απ’ ό,τι το 1999. Όπως εκτιμούν, ακόμα και αν ο Ερντογάν αποφασίσει -για τους δικούς του λόγους- να επιστρέψει στις απειλές και στην επιθετική ρητορική, θα του είναι πολύ δύσκολο να το κάνει μετά από όλα αυτά και πως, ακόμα και αν το κάνει, αυτό θα συμβεί σε δεύτερο χρόνο. Η Ελλάδα, όπως λένε, έχει κερδίσει χρόνο ηρεμίας και αυτό έχει σημασία.