Όποιος έχει φάει εκεί, ξέρει…
Σουβλάκι. Πιτόγυρο. Σάντουιτς με γύρο. Τυλιχτό. Όπως και να το πεις- ανεξαρτήτως του αν είσαι Θεσσαλονικιός, Αθηναίος ή από οποιαδήποτε περιοχή της Ελλάδας- η ουσία παραμένει η ίδια: μιλάμε για την κρεατώδη αμβροσία των κοινών θνητών, την οποία όταν την μασαμπουκιάζεις με το ρυθμό που ραπάρει ο Έμινεμ αισθάνεσαι πως έχεις ανέβει στο επίπεδο του θεού.
Το λατρεμένο σε όλους μας σουβλάκι αν κατέβαζε κόμμα στις εκλογές (με το σύνθημα «Μαζί τα φάγαμε») θα έβγαινε με αυτοδυναμία δια περιπάτου, καθώς θα έκανε… πίτα όλους τους υπόλοιπους. Αυτός είναι ο λόγος, άλλωστε, που έχουμε ασχοληθεί πολλάκις με το θέμα των πιτόγυρων.
Ωστόσο, αυτή είναι η φωτεινή πλευρά του γαστριμαργικού φεγγαριού. Γιατί, βλέπετε, δεν είναι όλα ονειρώδη αναφορικά με τα σουβλάκια. Διότι μπορεί όταν είναι πετυχημένο να σε ανεβάζει στα ουράνια, όμως αν βγει μάπα, τότε η βόλτα στον Αχέροντα δεν μοιάζει ακριβώς με σενάριο γευστικής φαντασίας.
Προκειμένου να προστατεύσει τους αναγνώστες του, λοιπόν, από ενδεχόμενο φλερτ με τον Χάρο, το menshouse παρουσιάζει τα 4 μέρη από τα οποία είναι τεράστιο λάθος να φας σουβλάκι:
Στα «τουριστικά» μαγαζιά στα νησιά
Τα ξέρετε, δα, τώρα: είναι αυτά τα μαγαζιά που βρίσκονται συνήθως σε κεντρικό σημείο του νησιού, έχουν απέξω το μενού τους σε μεγάλες λευκές πλαστικοποιημένες σελίδες, και κάνουν από μακαρονάδες, σουβλάκια, πίτσες, μπέργκερ, γεμιστά, λαχανοντολμάδες, προφιτερόλ μέχρι σέρβις στο αυτοκίνητό σου, νοικιάζουν δωμάτια, είναι το τοπικό κτηνιατρείο (υπό την ευρεία έννοια πως όλοι μας είμαστε ζώα) και, τα βράδια, μετατρέπεται στο πιο in μπαράκι της περιοχής.
Φήμες λένε πως υπάρχει κάποιος που έφαγε 2 από αυτά τα πιτόγυρα κι όμως έζησε, χωρίς να υποστεί επώδυνη πλύση στομάχου. Είναι εκείνος από τον πλανήτη Κρύπτον που φοράει μπλε κολλητή στολή, έχει κόκκινη μπέρτα και ένα μεγάλο S κοσμεί το κέντρο του στήθους του.
Πολλοί νομίζουν πως αυτό το “S” σημαίνει “Superman”.
Ωστόσο, είναι απλά “Souvlaki”.
Εκεί κοντά στον Ισθμό
Όσοι έρχεστε από τα νησιά του Ιονίου (Ζάκυνθο, Κέρκυρα, Κεφαλονιά κτλ) με το λεωφορείο, ξέρετε: ο οδηγός σας ενημερώνει, με φωνή που θυμίζει έντονα ηχητική απόδοση των γραμμάτων ενός γιατρού (δεν καταλαβαίνεις Χριστό, δηλαδή), πως θα σταματήσει στο τάδε μαγαζί κοντά στον Ισθμό της Κορίνθου προκειμένου να ξεπιαστείτε, να πάτε τουαλέτα και, φυσικά, να τσιμπήσετε κάτι.
Προτιμήστε να τσιμπήσετε τα καλοσχηματισμένα οπίσθια της κοπέλας που κάθεται μπροστά σας, παρά σουβλάκι από ένα τέτοιο μέρος.
Σύμφωνα με ανεπίσημες μελέτες το ρεκόρ του Μπολτ στα 100 μέτρα έχει σπάσει 7 φορές, από πελάτες που είχαν δοκιμάσει ένα απ’ τα συγκεκριμένα αριστουργήματα την ώρα που έτρεχαν να βρουν στόχο, φωνάζοντας mayday, mayday όπως ο Καλυβάτσης στο ΑΜΑΝ. Μ’ αυτά δεν παίζεις. Ειδάλλως, τα παίζεις.
ΥΓ Έχει και μερικά εξαιρετικά σουβλατζίδικα εκεί, δεν είμαστε απόλυτοι και δεν τσουβαλιάζουμε, αλλά είναι πιο εύκολο να κερδίσεις 5άρι στο Τζόκερ παρά να επιλέξει ένα από αυτά ο τίμιος λεωφοριατζής…
Στις καντίνες κοντά στα μ…..ρδελα
Εντάξει, κατανοητό: το σ…ξ- και δη το πληρωμένο- ανοίγει την όρεξη. Εσύ, λοιπόν, μόλις έχεις «ρίξει» έναν, έχεις χαιρετίσει την τσατσά λέγοντάς της, μιμούμενος την Πάολα, «Της π#$%νας γίνεται!» και τώρα αφήνεις πίσω σου το κόκκινο φωτάκι προκειμένου να βρεις κάτι να φας.
Μην υποκύψεις στη μυρωδιά που βγαίνει από την καντίνα λίγα μέτρα παρακάτω και σε καλεί σαν άλλη Σειρήνα να πας κοντά της. Γιατί αυτό το σουβλάκι δε λέγεται τυχαία «βρόμικο»- αν το φας, οσονούπω θα βρομάει από την αποσύνθεση και το πτώμα σου.
Εν ολίγοις, μακριά.
Σε αντίθετη περίπτωση, τη γ….σες.
Και, δυστυχώς, μόνο μεταφορικά αυτή τη φορά.
Στα μαγαζιά που γύρω τους δεν κυκλοφορούν γάτες ή σκύλοι
Πρόκειται για τα κλασικά ψητοπωλεία που έχουν στον τίτλο τους ένα αρσενικό όνομα («Σουβλάκια ο Τάκης», «Ο γύρος του Βρασίδα», «Τα πιτόγυρα του Θανάση» κτλ) και βρίσκονται, συνήθως, σε κακοφωτισμένες περιοχές των πόλεων, λίγο έξω από το κέντρο τους.
Κοινό τους χαρακτηριστικό; Ουδέποτε θα δείτε γύρω τους να περνάνε γατιά ή σκύλοι, παρά το γεγονός πως η μυρωδιά από το ψήσιμο θα έπρεπε να τα τραβάει όπως τα οπίσθια της Ασημίνας Ιγγλέζου τ’ αντρικά, αλλήθωρα βλέμματα.
Τι κάνει, λοιπόν, νιάου- νιάου στην πίτα σου;
Ακριβώς…
Γάτα είσαι.