Η επανάσταση στην στρατιωτική τέχνη: 16ος – 17ος αιώνας


Οι εξελίξεις στην πολεμική τέχνη είναι πάντοτε αλληλένδετες με τις αντίστοιχες εξελίξεις στην κοινωνία και στη οικονομία. Από τις κλειστές, κοινωνικά και οικονομικά κοινωνίες του μεσαίωνα δεν θα μπορούσε παρά να προκύψει το αρχέτυπο του ευγενούς, έφιππου ιππότη πολεμιστή. Όσο όμως η κοινωνία εξελισσόταν τόσο εξελισσόταν και η στρατιωτική οπτική ανά χώρα και εποχή.

Η πρώτη επανάσταση στην πολεμική τέχνη σημειώθηκε, χωρίς αμφιβολία, στην Ιταλία, στις αρχές του 16ου αιώνα και ήταν προϊόν της Ιταλικής Αναγέννησης και είχε σαφώς ελληνικές καταβολές. Οι άνθρωποι της εποχής άφηναν πίσω τους, σταδιακά, τα σκοτάδια του μεσαίωνα και άνοιγαν το μυαλό τους στα κελεύσματα μιας νέας εποχής, βασισμένοι όμως στα διδάγματα του παρελθόντος.

Οι δε πολεμικές τακτικές της εποχής σχετίζονταν άμεσα με τις αρχαίες ελληνικές, τις ρωμαϊκές και τις βυζαντινές. Μέσα από την ιστορία στρατηγοί, όπως ο περίφημος Ισπανός Γκονζάλβο ντε Κόρντομπα, κατάφεραν το ακατόρθωτο, να συντρίψουν το διάσημο σε όλη την Ευρώπη γαλλικό βαρύ ιππικό, τους αριστοκράτες ιππότες της Γαλλίας και κατόπιν τους μέχρι τότε αήττητους Ελβετούς μισθοφόρους σαρισσοφόρους των Γάλλων βασιλιάδων.

Οι σχηματισμοί της Κολουνέλας (= φάλαγγα) που ανέπτυξε ο ντε Κόρντομπα αποτελούσαν μικρογραφίες του στρατού του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο πυρήνας της καθεμίας τους αποτελούνταν από σαρισσοφόρους, ταγμένους σε μεγάλο βάθος, τους οποίους υποστήριζαν με τα πυρά τους αρκεβουζιοφόροι, όπως ακριβώς οι Κρήτες τοξότες και οι Αγριάνες ακοντιστές υποστήριζαν τους φαλαγγίτες του Αλεξάνδρου.

Ένας αριθμός επίσης ανδρών της κάθε Κολουνέλας ήταν εκπαιδευμένος να πολεμά όπως οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι, να μάχονται εκ του συστάδην δηλαδή, εξοπλισμένοι με σπαθί και ασπίδα. Οι Κολουνέλας προσέδωσαν σοβαρό τακτικό πλεονέκτημα στο Ισπανικό πεζικό, το οποίο πλεονέκτημα μεγιστοποιήθηκε ακόμα περισσότερο με την ανακάλυψη των σχηματισμών των Τέρθιο, στα μέσα του 16ου αιώνα.

Τα Τέρθιο ήταν συμπαγείς σχηματισμοί πεζικού, αποτελούμενοι από σαρισσοφόρους και αρκεβουζιοφόρους (αργότερα μουσκετοφόρους), σε αναλογία 1 προς 1 αρχικά και 1 προς 2 αργότερα. Η φάλαγγα των σαρισσοφόρων τασσόταν σε πολύ βαθύ σχηματισμό – βάθος 50 ζυγών – με μέτωπο 30 ανδρών. Στις τέσσερις «γωνίες» της φάλαγγας, τάσσονταν τμήματα αρκεβουζιοφόρων – μουσκετοφόρων σε βάθος 10 ζυγών με μέτωπο 37 ανδρών.

Η συνολική δύναμη ενός Τέρθιο έφτανε τους 3.000 άνδρες. Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι ένας τέτοιος σχηματισμός ήταν εξαιρετικά συμπαγής και ισχυρός, αλλά και ιδιαίτερα βραδυκίνητος. Έτσι μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα η δύναμη κάθε Τέρσιο είχε περιοριστεί στους 1.500 άνδρες. Αυτή ήταν η δύναμη των αυτοκρατορικών τέρσιο που ηττήθηκαν από τους Σουηδούς στον Τριακονταετή Πόλεμο.

Ωστόσο η μεγαλύτερη εξέλιξη ήρθε από την Ολλανδία. Η Ολλανδία, Κάτω Χώρες τότε, στις οποίες περιλαμβάνονταν και το Βέλγιο, ανήκαν στην Ισπανία. Οι Ολλανδοί όμως δεν ήταν πρόθυμοι να ανεχθούν την ισπανική κυριαρχία. Εξεγέρθηκαν εναντίον τους και τελικά κέρδισαν την ανεξαρτησία τους ύστερα από 80 χρόνια πολέμου. Για να νικήσουν οι Ολλανδοί χρειάστηκε να κατανικήσουν τα αήττητα μέχρι τότε ισπανικά Τέρθιο.

Ο ηγέτης τους, Μαυρίκιος, πρίγκιπας του Νασάου, αναζήτησε τη λύση σε βυζαντινά πρότυπα. Δημιούργησε μικρές ευέλικτες μονάδες, τα τάγματα, το καθένα από τα οποία είχε δύναμη 520 περίπου ανδρών. Από αυτούς τα 3/5 έφεραν μουσκέτο και τα 2/5 σάρισσες. Τα τάγματα αυτά τάσσονταν σε βάθος 10 μόλις ζυγών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Βυζαντινοί ήταν πρωτεργάτες στη δημιουργία μικρών ευέλικτων και εύκολα διοικούμενων μονάδων, μικτής σύνθεσης, όπου την κεντρική φάλαγγα των οπλιτών υποστήριζαν τοξότες. Το μεγάλο πλεονέκτημα των ολλανδικών ταγμάτων ήταν ότι μπορούσαν με μικρότερο αριθμό ανδρών να καλύψουν μέτωπο μεγαλύτερο από ότι κάλυπταν οι Ισπανοί με τα ογκώδη τους Τέρθιο.

Έθεσαν δηλαδή, εκ νέου, σε εφαρμογή την αρχή της οικονομίας δυνάμεων. Οι Ολλανδοί με την νέα τους, “βυζαντινή”, τακτική, έτυχαν μεγάλες νίκες κατά των Ισπανών και κέρδισαν την ελευθερία τους. Επίσης σημαντικό βήμα ήταν και η εκ νέου εισαγωγή της τακτικής των παράλληλων γραμμών μάχης– επίσης ελληνική τακτική – στη διάταξη μάχης του στρατού του.

Τα τάγματα πεζικού τάσσονταν στο κέντρο της παράταξης, σε δύο τουλάχιστον γραμμές μάχης, η μία πίσω από την άλλη, αφήνοντας μεταξύ τους κενά διαστήματα ίσα με το μήκος του μετώπου ενός τάγματος. Τα τάγματα της δεύτερης γραμμής τάσσονταν πίσω από τα κενά της πρώτης γραμμής.

Με τον τρόπο αυτό αν η πρώτη γραμμή του πεζικού ηττούντο μπορούσε με ασφάλεια να υποχωρήσει, μέσω των κενών, χωρίς να προκαλέσει σύγχυση στη δεύτερη γραμμή. Επίσης εάν έπρεπε να ενισχυθεί η πρώτη γραμμή, τα τάγματα της δεύτερης μπορούσαν, μέσω των κενών, να περάσουν, χωρίς να προκαλέσουν αταξία και να ενισχύσουν τον αγώνα της πρώτης γραμμής. Η παράταξη αυτή ονομάστηκε σταυροειδής ή παράταξη σκακιέρας.

Οι νέες τακτικές όμως που επανεισήγαγε ο Μαυρίκιος του Νασάου βρήκαν και μιμητές στον μακρινό Βορρά. Εκεί, στο μικρό βασίλειο της Σουηδίας, ο επιλεγόμενος Λέων του Βορρά, βασιλιάς Γουστάβος Αδόλφος, μελέτησε με προσοχή τα διδάγματα του Ολλανδικού πολέμου και τα εφάρμοσε στον στρατό του.

Ο Γουστάβος όμως προχώρησε και ένα βήμα παραπέρα. Συγκρότησε τα τάγματά του σε ταξιαρχίες – 3 τάγματα ανά ταξιαρχία. Κάθε τριαδική ταξιαρχία αναπτυσσόταν συνήθως σε σχηματισμό τριγώνου, με 1 τάγμα στην κορυφή και δύο στη βάση. Ανάλογα με την εκάστοτε τακτική κατάσταση όμως αυτό μπορούσε να αντιστραφεί. Ο Γουστάβος ασχολήθηκε επίσης με το ιππικό και το πυροβολικό.

Το ιππικό της εποχής αποτελούνταν αποκλειστικά από πιστολοφόρους ιππείς που πολεμούσαν με την τακτική του Καρακόλ. Οι ιππείς τάσσονταν σε βάθος 6 –10 ζυγών. Πλησίαζαν σε κοντινή απόσταση τους αντιπάλους και πυροβολούσαν εναντίον του με τις πιστόλες και τις καραμπίνες τους. Κάθε ζυγός ανδρών που έβαλε κινούνταν προς τα πίσω, ξαναγεμίζοντας τα όπλα του.

Ο επόμενος ζυγός επαναλάμβανε την ίδια διαδικασία ξανά και ξανά μέχρι ότου ο αντίπαλος δείξει σημεία κάμψης. Μόνο τότε το ιππικό εφορμούσε εναντίον του με το ξίφος, με μικρή όμως ταχύτητα, για να μην διαταραχθεί η συνοχή του σχηματισμού. Το ιππικό όλων των ευρωπαϊκών στρατών της εποχής πολεμούσε με αυτόν ακριβώς τον τρόπο, ο οποίος είχε αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικός και εναντίον των Οθωμανών.

Ο Γουστάβος εκπαίδευσε το ιππικό να δρα ως όπλο κρούσης, να εφορμά, με ταχύτητα, με το σπαθί στο χέρι κατά των αντιπάλων, σε σχηματισμό σφήνας – όπως οι Εταίροι του Αλεξάνδρου. Με τον τρόπο αυτό το ιππικό του πέτυχε μνημειώδεις νίκες συντρίβοντας το βαρύτερα οπλισμένο και θωρακισμένο αυτοκρατορικό ιππικό στο Μπράιντενφελντ, το 1631 και στο Λύτσεν το 1632.

Όσον αφορά το πυροβολικό ο Γουστάβος επανεισήγαγε στο οπλοστάσιο του τα ελαφρά πυροβόλα, τα οποία διέθεσε οργανικά στις ταξιαρχίες του πεζικού του, για την άμεση υποστήριξή τους.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ