Αυξάνονται τα τέλη δικτύου, αλλά και το κόστος των Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας (ΥΚΩ) για τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο θα έπρεπε να μειωθεί καθώς έχουν ολοκληρωθεί κάποιες διασυνδέσεις νησιών.
Οι επιδοτήσεις των λογαριασμών ρεύματος έχουν περιορίσει σημαντικά το κόστος για τις κιλοβατώρες που καταναλώνουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, και ενώ η χονδρεμπορική τιμή ρεύματος ακολουθεί πορεία αποκλιμάκωσης, οι λογαριασμοί ρεύματος έχουν επιβαρυνθεί σημαντικά μέσω της αθόρυβης αναπροσαρμογής προς τα πάνω των χρεώσεων χρήσης συστήματος και των χρεώσεων ΥΚΩ (Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας).
Πρόκειται για τις αποκαλούμενες ρυθμιζόμενες χρεώσεις που καταγράφονται σε διακριτή στήλη στο έντυπο του λογαριασμού ρεύματος και οι οποίες είναι κοινές για όλους τους παρόχους. Ετσι, ένα μέρος της ελάφρυνσης στο αποκαλούμενο ανταγωνιστικό σκέλος του λογαριασμού, που διαμορφώνεται στην αγορά μεταξύ των παρόχων και το οποίο επιδοτείται από το κράτος για να μετριάσει τις υπέρογκες αυξήσεις της χονδρεμπορικής αγοράς, από την 1η Σεπτεμβρίου και με μεγαλύτερη ένταση από την 1η Νοεμβρίου το ροκανίζουν οι αυξήσεις των ρυθμιζόμενων χρεώσεων.
Από 1ης Σεπτεμβρίου και σε εφαρμογή απόφασης της ΡΑΕ που στηρίχτηκε σε σχετική εισήγηση του ΑΔΜΗΕ για την ανάκτηση του ετήσιου επιτρεπόμενου εγγυημένου εσόδου το 2022, οι μοναδιαίες χρεώσεις για όλες τις κατηγορίες καταναλώσεων (νοικοκυριά, μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις) υπερδιπλασιάστηκαν σε σχέση με το 2021. Συγκεκριμένα για τις επιχειρήσεις υψηλής τάσης (ενεργοβόρες βιομηχανίες) η χρέωση συστήματος από 1,963 ευρώ/ μεγαβατώρα το 2021 αναπροσαρμόστηκε σε 3,728 ευρώ/μεγαβατώρα, για τις επιχειρήσεις μέσης τάσης από 1,384 ευρώ/μεγαβατώρα σε 3,869 ευρώ/μεγαβατώρα και για νοικοκυριά και επιχειρήσεις που είναι συνδεδεμένες με το δίκτυο χαμηλής τάσης από 6,35 ευρώ/μεγαβατώρα σε 9,78 ευρώ/μεγαβατώρα.
Και εάν οι αναπροσαρμογές των χρεώσεων χρήσης συστήματος ήταν εν πολλοίς εύλογες και αναμενόμενες λόγω των δαπανών για τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις των νησιών που υλοποιεί ο ΑΔΜΗΕ, οι αυξήσεις που ακολούθησαν από 1ης Νοεμβρίου στις χρεώσεις ΥΚΩ ήρθαν απρόσμενα και κόντρα στις αναμενόμενες μειώσεις που θα έφερναν οι διασυνδέσεις, αφού με την ολοκλήρωσή τους απαλλάσσουν τους καταναλωτές από τις αυξημένες τιμές που πληρώνουν για να καλυφθεί το υπέρογκο κόστος λειτουργίας των τοπικών πετρελαϊκών σταθμών της ΔΕΗ στα μη διασυνδεδεμένα νησιά. Ενδεικτικά και σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, με τις διασυνδέσεις Σύρου, Πάρου και Μυκόνου (2018) και Νάξου (2020), οι ΥΚΩ πρέπει να μειωθούν κατά 60 εκατ. ετησίως. Με τη διασύνδεση Κρήτης, αντίστοιχα, οι ΥΚΩ θα πρέπει να μειωθούν κατά 380 εκατ. το 2022 (πρώτο πλήρες έτος λειτουργίας Κρήτης – Πελοποννήσου).
Θα έπρεπε δηλαδή οι ΥΚΩ να έχουν μειωθεί ήδη πάνω από 500 εκατ. ευρώ μέχρι σήμερα. Αντ’ αυτού με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα οι χρεώσεις ΥΚΩ αναπροσαρμόστηκαν προς τα πάνω για την πλειονότητα των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, μεταφέροντας συνολικά στους καταναλωτές μια πρόσθετη επιβάρυνση που υπολογίζεται περί τα 300 εκατ. ετησίως. Το σκεπτικό της απόφασης ήταν να δημιουργηθεί ένας αποθεματικός λογαριασμός ασφαλείας για την αντιμετώπιση μελλοντικών ενεργειακών κρίσεων. Για τα νοικοκυριά, για παράδειγμα, η χρέωση ΥΚΩ από τα 6,9 ευρώ/ μεγαβατώρα αυξήθηκε από 1ης Νοεμβρίου στα 17 ευρώ/μεγαβατώρα.