Σε δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση έθεσε η Προεδρία της Κυβέρνησης το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Προστασία των Παιδιών από τη Σεξουαλική Κακοποίηση και Εκμετάλλευση 2022-2027. Η διαβούλευση θα διαρκέσει δεκατέσσερις (14) ημέρες, μέχρι την 9η Νοεμβρίου 2022.
Είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα εκπονεί Εθνικό Σχέδιο Δράσης (ΕΣΔ) για την προστασία των παιδιών από το έγκλημα της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης. Το Σχέδιο περιλαμβάνει πολιτικές που ξεκίνησαν να υλοποιούνται αλλά και μεταρρυθμίσεις που επίκεινται.
Το υπό διαβούλευση ΕΣΔ στοχεύει, με ένα πλέγμα πολιτικών, σε τρία επίπεδα:
Στη διευκόλυνση της καταγγελίας του εγκλήματος, για τον περιορισμό των δραστών και την έγκαιρη διάσωση των θυμάτων που συχνά υποφέρουν σιωπηλά επί χρόνια.
Στην μείωση των πραγματικών κρουσμάτων με αύξηση της διοικητικής και κοινωνικής επαγρύπνησης.
Στην αναπροσαρμογή των θεσμικών διαδικασιών ώστε να λειτουργούν υποστηρικτικά προς το παιδί-θύμα και την οικογένειά του.
Μία από τις επιδιώξεις του ΕΣΔ – και της διαβούλευσης – είναι η ενημέρωση και κινητοποίηση όλης της κοινωνίας ενάντια στη σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών. «Είναι κρίσιμο να υπάρξουν πολιτικές και δράσεις ενδυνάμωσης που θα οδηγήσουν σε ενθάρρυνση των θυμάτων να καταγγέλλουν στις αρμόδιες αρχές ανάλογα περιστατικά και ταυτόχρονα θα αποτρέψουν τη δευτερογενή θυματοποίησή τους κατά τη διαδικασία της προανάκρισης και της δικαστικής διερεύνησης», αναφέρει χαρακτηριστικά ο υπουργός Επικρατείας Χρήστος-Γεώργιος Σκέρτσος.
Οι αριθμοί της φρίκης
Παγκόσμια έρευνα του 2021 έδειξε ότι 1 στους 3 συμμετέχοντες (34%) έχει υποστεί κάποιας μορφής ανεπιθύμητη σεξουαλική παραβίαση κατά την παιδική του ηλικία και περισσότεροι από τους μισούς (54%) είχαν βιώσει κάποιας μορφής διαδικτυακή σεξουαλική κακοποίηση. Εκατόν είκοσι εκατομμύρια κορίτσια και νεαρές γυναίκες κάτω των 20 ετών έχουν υποστεί κάποιας μορφής αναγκαστική σεξουαλική επαφή. Επιπρόσθετα, σε επίπεδο Ε.Ε., τα παιδιά αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τέταρτο των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων εκ των οποίων τα περισσότερα είναι κορίτσια που αποτελούν αντικείμενο εμπορίας με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση.
Σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρώπης, 1 στα 5 παιδιά πέφτει θύμα κάποιας μορφής σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης. Στην Ελλάδα σύμφωνα με τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού (Ι.Υ.Π.) το ποσοστό ανέρχεται στο 16%, ενώ στο 7,6% των παιδιών αυτές οι τραυματικές εμπειρίες στην παιδική ηλικία αφορούν σεξουαλική βία με σωματική επαφή και στο 3% εξ αυτών βιασμό ή απόπειρα βιασμού. Η συγκεκριμένη έρευνα αποτέλεσε μέρος μιας ευρύτερης έρευνας που το Ι.Υ.Π. συντόνισε σε 9 Βαλκανικές χώρες. Στην Ελλάδα διεξήχθη σε τυχαία επιλεγμένο δείγμα 15.320 μαθητών, με ανώνυμα ερωτηματολόγια και στο σύνολο των φορέων αναφοράς (των τομέων της υγείας, της πρόνοιας, της προστασίας του πολίτη, της δικαιοσύνης και της εκπαίδευσης) και είναι η πληρέστερη που έχει διεξαχθεί μέχρι στιγμής στη χώρα, δεδομένης και της δυσκολίας καταγραφής του φαινομένου.
Σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρώπης και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας 9 στους 10 δράστες είναι από το στενό οικογενειακό, συγγενικό ή φιλικόπεριβάλλον του παιδιού. Αυτό καθιστά πιο δύσκολη την αντιμετώπιση του φαινομένου καθώς συχνά τα παιδιά-θύματα εκβιάζονται συναισθηματικά, φοβούνται, παραπλανώνται και αποτρέπονται από το να μιλήσουν για αυτό που τους συμβαίνει. Αυτό δημιουργεί πρόσθετες προκλήσεις στην αποτελεσματική ανίχνευση, διερεύνηση και αντιμετώπιση του φαινομένου.
Ελάχιστα περιστατικά φτάνουν στις αρχές: στην ίδια έρευνα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, τα περιστατικά που καταγράφηκε ότι έφταναν σε γνώση όχι μόνο των εισαγγελικών και αστυνομικών αρχών αλλά και κάθε άλλου φορέα υγείας, πρόνοιας ή εκπαίδευσης του κυβερνητικού και μη κυβερνητικού τομέα άγγιζαν μόλις το 0,07% των εκτιμώμενων κρουσμάτων, ποσοστό που αντιστοιχεί σε λιγότερο από 2 στα 100 παιδιά-θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Τα υπόλοιπα περιστατικά καλύπτονται από σιωπή και, ιδιαίτερα, στις πιο ευάλωτες κατηγορίες παιδιών τα ποσοστά αναφοράς είναι ακόμα μικρότερα.
Παράγοντας επιδείνωσης του προβλήματος είναι ότι, τις περισσότερες φορές, σε περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών δεν υπάρχουν μάρτυρες με αποτέλεσμα τα καταγγέλλοντα θύματα να οδηγούνται σε ιατροδικαστική εξέταση, ενώ σύμφωνα με ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας, ιατροδικαστικά σωματικά ευρήματα υφίστανται σε λιγότερο του 5% των περιπτώσεων.
Τα πιο ευάλωτα παιδιά, είναι ακόμα πιο εκτεθειμένα στον κίνδυνο σεξουαλικής θυματοποίησής τους κατά την διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας. Τα παιδιά με αναπηρία υπολογίζεται από ερευνητές ότι διατρέχουν 10 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν σεξουαλική κακοποίηση στην παιδική τους ηλικία σε σχέση με τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης. Επιπλέον, σύμφωνα με την UNICEF πάνω από 1 στα 4 παιδιά που διαβιούν σε ιδρύματα παιδικής προστασίας υφίστανται σεξουαλική κακοποίηση ενόσω βρίσκονται σε καθεστώς κοινωνικής φροντίδας. Αυξημένη συχνότητα σεξουαλικής θυματοποίησης βρίσκεται σε όλες τις ομάδες των πιο ευάλωτων παιδιών, όπως παιδιά μετανάστες και πρόσφυγες, όσα ζουν σε ακραία φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό και εκείνα που ζουν στο δρόμο.
Η εξέλιξη των καταγγελιών στην Ελλάδα
Τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας τα οποία αφορούν τις περιπτώσεις που καταλήγουν σε καταγγελία δείχνουν αύξηση τα τελευταία χρόνια και κυρίως την περίοδο 2017-2022, καθώς συνολικά διερευνήθηκαν 1.119 υποθέσεις.
Ειδικότερα παρατηρείται ότι το αδίκημα με την μεγαλύτερη συχνότηταεμφάνισης είναι αυτό της Προσβολής της Γενετήσιας Αξιοπρέπειας με ποσοστό 39%, ακολουθούμενο από την Αποπλάνηση Παιδιών με ποσοστό 29% και το Βιασμό με ποσοστό 23%. Τα τρία προαναφερόμενα εγκλήματα αντιπροσωπεύουν το 91% των συνολικά καταγεγραμμένων παραβατικών συμπεριφορών στρεφόμενων κατά της γενετήσιας ελευθερίας ανηλίκων.
Οι υποθέσεις αυτές αφορούν στην θυματοποίηση 1.290 ανηλίκων. Σύμφωνα με τα τηρούμενα στοιχεία, το ποσοστό των ανήλικων κοριτσιών που θυματοποιούνται είναι σχεδόν το τριπλάσιο από το αντίστοιχο των αγοριών (76% έναντι 24%), γεγονός που αναδεικνύει και την έντονη διάσταση φύλου του φαινομένου. Ως προς τη διαδικτυακή διάσταση του φαινομένου, η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος την περίοδο 2017-2021 διερεύνησε 1.044 υποθέσειςπορνογραφίας ανηλίκων και 319 υποθέσεις σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκων.