Δεν υπάρχει κανείς δρομέας που να μην θέλει να αυξήσει τον ρυθμό με τον οποίο τρέχει. Άπαντες στις… δρομικές φαντασιώσεις τους βλέπουν τον εαυτό τους να τερματίζει στην πρώτη θέση σε σημαντικούς αγώνες και να σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Το να καταφέρεις να τρέχεις πιο γρήγορα όμως είναι κάτι που εύκολα το λες (και το φαντάζεσαι) αλλά δύσκολα το κάνεις.
Στην σκληρή πραγματικότητα, έξω από τον κόσμο των ονείρων, υπάρχουν στιγμές που -είτε διανύοντας το πρώτο είτε το τελευταίο μας χιλιόμετρο σε μια κούρσα- η ανάσα μας βαραίνει, τα πνευμόνια μας καίνε και το πόδια μας απλά μοιάζουν να μην μπορούν να πάνε πιο γρήγορα.
Στο παρελθόν πιστεύαμε ότι όλη αυτή η αδυναμία οφείλεται στη συσσώρευση γαλακτικού οξέος. Όμως πρόσφατες έρευνες έδειξαν πως όλες αυτές οι αισθήσεις είναι συνδεδεμένες με μια διαφορετική μίνι κρίση στο σώμα μας η κάθε μία. Αν μάλιστα όλες αυτές συνδυαστούν τότε έχουμε την έλλειψη δυνατότητας να κρατηθεί ένας ρυθμός.
Την άνοιξη του 2015, επιστήμονες από όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν στο Σαν Ντιέγκο για μια ειδική διάσκεψη προκειμένου να μοιραστούν τα τελευταία συμπεράσματά τους αναφορικά με την αναζήτηση των τελικών ορίων αντοχής. Συζήτησαν για όλους τους παράγοντες που επηρεάζουν το τρέξιμο: από τους μεταβολίτες και την ψυχική κόπωση μέχρι τη ζέστη και την ενυδάτωση.
Τα ευρήματά τους εξηγούν πέντε κοινούς λόγους που μας κάνουν να χάνουμε την αντοχή μας. Εδώ θα περιγράψουμε κάθε έναν από αυτούς και θα προσφέρουμε τις λύσεις προκειμένου να σας βοηθήσουμε να τρέχετε πιο γρήγορα.
«Δεν μπορώ να πιάσω την ανάσα!»
Αιτία: Έλλειμμα οξυγόνου.
Εμφανίζεται: Λίγο αφού ξεκινήσουμε να τρέχουμε.
Λύση: Μια πλήρης προθέρμανση στο τέλος της οποίας πρέπει να ανεβάζουμε ρυθμούς.
Κάθε φορά που κάνουμε για πρώτη φορά μια σκληρή προπόνηση αισθανόμαστε δύσκολα. Νιώθουμε ότι ξεμένουμε από αέρα και ότι η καρδιά μας θα σπάσει. Κάθε φορά όμως είναι όλο και πιο εύκολη. «Στην πραγματικότητα δεν πέφτει ο ρυθμός της αναπνοής σας. Απλά έτσι νιώθετε λόγω της προσπάθειας», λέει ο Άντριου Τζόουνς, φυσιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ στην Αγγλία. . Αυτό που βιώνετε είναι το αποτέλεσμα μιας προσωρινής αναντιστοιχίας μεταξύ του οξυγόνου που χρειάζονται τα πόδια σας και του οξυγόνου που μπορεί να προσφέρει η καρδιά και οι πνεύμονες.
Όταν αρχίσετε να τρέχετε, οι ανάγκες των μυών σας για οξυγόνο αρχίζουν αμέσως να αυξάνονται, αλλά ο χρόνος που χρειάζεται για να ανταποκριθεί το υπόλοιπο σώμα σας υπαγορεύεται από την κινητική οξυγόνου ή το χρόνο απόκρισης. Αυτό το έλλειμμα οξυγόνου ενεργοποιεί τότε λειτουργίες του σώματος που «αναγκάζουν» την αναπνοή και τον καρδιακό ρυθμό σας να επιταχυνθούν, τα αιμοφόρα αγγεία να διασταλούν και τα ένζυμα επεξεργασίας οξυγόνου στους ίδιους τους μυς να ενεργοποιήσουν. Τελικά, μέσα σε δύο έως τρία λεπτά, οι μύες σας παίρνουν αρκετό οξυγόνο.
Ωστόσο, η προσωρινή έλλειψη οξυγόνου έχει κάποιες συνέπειες. Για να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα ενέργειας, οι μύες καταφεύγουν στα αποθέματα ενέργειας του κορμιού σας. Έτσι, παράγονται μεταβολικά υποπροϊόντα που κάνουν τους μυς σας να αισθάνονται κουρασμένοι με αποτέλεσμα να σας μένει λιγότερη ενέργεια για την τελική ευθεία του αγώνα. «Ό,τι θα κάψετε τα πρώτα δυο λεπτά δεν πρόκειται ποτέ να αναπληρωθεί αν δεν επιβραδύνετε», ξεκαθαρίζει ο Τζόουνς.
Για να καταπολεμηθεί το ζήτημα ελλείμματος οξυγόνου, ο Τζόουνς αναφέρει μια προσέγγιση που ονομάζεται «priming», η οποία βοηθά στο να αποφευχθεί το πρώτο στάδιο κόπωσης. Δέκα με 20 λεπτά πριν από την εκκίνηση, προσθέστε ένα έντονο σπριντ στο ζέσταμα σας για παράδειγμα περίπου 45 έως 60 δευτερόλεπτα. Αυτή η διαδικασία θα ενεργοποιήσει ένζυμα και θα αποφέρει διαστολή των αιμοφόρων αγγείων ενώ ταυτόχρονα, ο οργανισμός σας θα έχει ανακάμψει πριν αρχίσει ο αγώνας.
«Τρέχω με μεγαλύτερη ένταση αλλά δεν επιταχύνω!»
Αιτία: Η ανεπαρκής πρόσληψη μυϊκών ινών.
Εμφανίζεται: Σε μεσαίου μεγέθους αγώνες όπως των δέκα χιλιομέτρων και οι ημιμαραθώνιοι.
Λύση: Προπονηθείτε ώστε να αναβαθμιστούν οι ίνες ταχείας συστροφής.
Τα πρώτα χιλιόμετρα ενός ημιμαραθώνιου είναι συχνά αρκετά εύκολα. Δεν έχετε επιταχύνει ακόμα τόσο πολύ ώστε να συσσωρεύονται υψηλά επίπεδα γαλακτικού και άλλων μεταβολιτών ενώ αντίθετα από έναν μαραθώνιο, δεν τρέχετε αρκετά μακριά ώστε να αδειάσετε από καύσιμα. Γιατί λοιπόν οι ημιμαραθώνιοι γίνονται τόσο δύσκολοι όσον αφορά την επιτάχυνση;
Η απάντηση, σύμφωνα με μελέτες του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, προέρχεται και πάλι από τα επίπεδα του οξυγόνου. Κατά τη διάρκεια μιας κούρσας μεσαίου μέγεθος, η ποσότητα ενέργειας (και συνεπώς οξυγόνου) που απαιτείται διαρκώς ανεβαίνει. Μέσα σε 10 ή 20 λεπτά, η κατανάλωση οξυγόνου μπορεί να μετατοπιστεί προς τα πάνω κατά 25%, καθιστώντας σταδιακά πιο δύσκολο το ρυθμό σας.
Αυτή η μετατόπιση είναι το αποτέλεσμα της μετάβασης σε λιγότερο αποδοτικές μυϊκές ίνες. Όταν αρχίσετε να τρέχετε, μπαίνουν σε λειτουργία οι αργές μυϊκές ίνες, οι οποίες είναι κατάλληλες για μεγάλη απόσταση, επειδή είναι αποτελεσματικές και χρειάζονται πολύ χρόνο για να κουραστούν. Καθώς η κούρσα συνεχίζεται και πρέπει να επιταχύνετε, ο εγκέφαλος σας στρατολογεί ίνες ταχείας συστροφής, οι οποίες απαιτούν περισσότερη ενέργεια και οξυγόνο για να προκύψει το κατάλληλο αποτέλεσμα.
«Αυτός μπορεί να είναι ένας λόγος που οι μεγάλες κούρσες είναι τόσο σημαντικές για τους μαραθωνοδρόμους», εξηγεί ο Τζόουνς. Μια διαδρομή 2,5 ωρών, ακόμη και με αργό ρυθμό, τελικά θα εξαντλήσει τις αργές ίνες και θα αναγκάσει τις γρήγορες να εξασκηθούν παρέχοντας σταθερή ισχύ αλλά και αντοχή στο τρέξιμο.
«Νιώθω τα πόδια μου να καίγονται!»
Αιτία: Η συσσώρευση μεταβολιτών στους μυς ενεργοποιεί αυτά τα σήματα στον εγκέφαλό σας.
Αιτία: Οι γρήγορες κούρσες ή τα έντονα τελικά σπριντ.
Λύση: Οι σύντομες, έντονες προπονήσεις.
Φανταστείτε την έντονη μυϊκή δυσφορία που νιώθετε μετά από μια σκληρή προπόνηση να εστιάζεται αποκλειστικά στον αντίχειρά σας! Αυτή είναι η περίεργη αίσθηση που βίωσαν οι 10 τυχεροί εθελοντές στο εργαστήριο του Πανεπιστημίου της Γιούτα το 2014, όταν μια ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τους καθηγητές Άλαν Λάιτ και Μάρκους εμβολίασε με ένα κοκτέιλ μεταβολιτών τους αντίχειρές τους.
Για δεκαετίες, οι επιστήμονες και οι αθλητές μιλούσαν για το φαινόμενο του «καψίματος γαλακτικού οξέος» που πυροδοτείται από την έντονη άσκηση. Όταν τρέχετε σκληρά, φτάνετε τελικά σε ένα σημείο όπου το ενεργειακό σας σύστημα δεν μπορεί να παρέχει ενέργεια στους μυς σας αρκετά γρήγορα. Το σώμα σας στρέφετε έτσι στις αναερόβιες πηγές ενέργειας, οι οποίες σας παρέχουν τα αναγκαία καύσιμα, αλλά παράγουν επίσης μεταβολίτες που επιβαρύνουν στους μύες σας. Ένας από αυτούς τους μεταβολίτες είναι, πράγματι, το γαλακτικό οξύ. Ωστόσο, παρά την άσχημη φήμη του, από μόνο του δεν σας κάνει να κουράζεστε.΄
Ο Λάιτ και ο Άμαν προσπάθησαν να ενισχύσουν τους οργανισμούς των εθελοντών με τρεις διαφορετικούς μεταβολίτες: γαλακτικό οξύ, πρωτόνια, και τριφωσφορική αδενοσίνη. Όταν οι χημικές ουσίες εγχύθηκαν μόνοι τους ή σε ζεύγη, δεν συνέβη τίποτα. Αλλά όταν εγχύουν και τα τρία μαζί υπήρξε… έκρηξη. Αρχικά, οι μελετηθέντες ανέφεραν αισθήσεις όπως «κόπωση» και «βάρος» στους αντίχειρές τους, ακόμα και αν καθόντουσαν. Στη συνέχεια, όταν οι ερευνητές έκαναν ένεση υψηλότερων επιπέδων, τέτοιων που θα αντιστοιχούσαν σε μια άσκηση, οι αισθήσεις μετασχηματίστηκαν σε «πόνο» και «κάψιμο».
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι, ανεξάρτητα από το τι αισθανόμαστε, οι μύες μας δεν διαλύονται από το γαλακτικό οξύ. Μόνο όταν ειδικοί υποδοχείς στους μύες των ποδιών σας εντοπίσουν ένα συγκεκριμένο συνδυασμό μεταβολιτών ενεργοποιείται ένα σήμα κινδύνου που φτάνει μέχρι και το νωτιαίο μυελό σας, το οποίο ο εγκέφαλός σας ερμηνεύει ως αίσθηση καψίματος. Η λύση είναι μια: κάντε σύντομες αλλά έντονες προπονήσεις. «Την πρώτη φορά που τελειώνεις μια έντονη προπόνηση νομίζεις ότι πεθαίνεις. Αλλά μετά από μία ή δύο προπονήσεις ήδη αισθάνεται λίγο καλύτερα», τονίζει ο Άμαν.
«Με δυσκολία μπορώ να νιώσω τα πόδια μου!»
Αιτία: Η συσσώρευση μεταβολιτών εμποδίζει τη συστολή των μυών.
Εμφανίζεται: Κοντά στο τέλος των σκληρών αγώνων
Λύση: Η συνετή βηματοδότηση
Ξεκαθαρίσαμε ότι το «γαλακτικό έγκαυμα» είναι απλά μια αίσθηση στον εγκέφαλο, που προκαλείται από αισθητήρες νεύρων στους μυς. Αυτό σημαίνει ότι οι ίδιοι οι μύες μπορούν να συνεχίσουν επ ‘αόριστον εάν αγνοήσουμε κάπως αυτά τα σήματα; Για να το ανακαλύψουν, ο Αμάν και οι συνεργάτες του έβαλαν μέσω ένεσης μια ουσία που λέγεται φεντανύλη στους οργανισμούς των εθελοντών, εμποδίζοντας τα σήματα να ταξιδεύουν από τους μυς των ποδιών στον εγκέφαλο και τους ζήτησαν να διανύσουν 5 χιλιόμετρα με όσο μεγαλύτερη ένταση μπορούσαν με ποδήλατο.
Τα αποτελέσματα ήταν δραματικά. Όταν ο πρώτος εθελοντής τελείωσε την κούρσα και προσπάθησε να κατέβει από το ποδήλατο, σχεδόν κατέρρευσε στο έδαφος πριν τον πιάσουν ο Αμάν και οι ερευνητές του. Όλοι οι επόμενοι εθελοντές έπρεπε να βοηθηθούν να κατέβουν από το ποδήλατο. Κάποιοι δεν μπορούσαν να κατεβάσουν τα πόδια τους από τα πετάλια και κανένας δεν μπόρεσε να περπατήσει. Σε όλους είχε δοθεί ένα δώρο που ονειρεύονται πολλοί αθλητές: η ικανότητα να τρέχουν τόσο έντονα όσο ήθελαν χωρίς να αισθάνονται πόνο ή κόπωση και τώρα πλήρωναν το τίμημα με τους μυς τους που ουσιαστικά έπαψαν να λειτουργούν.
Ωστόσο, παρά τα προσωρινά τους υπερανθρώπινα προσόντα, οι εθελοντές δεν οδήγησαν ταχύτερα σε σχέση με πριν λάβουν το συγκεκριμένο φάρμακο. Από τη μέση της διαδρομής και μετά, οι ποδηλάτες εξακολουθούσαν να αισθάνονται τέλεια αλλά είχαν αρχίσει να νιώθουν σταδιακά πως πόδια τους δεν ανταποκρίνονταν πλέον στις εντολές που έδιναν οι εγκέφαλοί τους. Όποιο και αν είναι το πλεονέκτημα που κέρδισαν από τη γρήγορη εκκίνησή τους σύντομα θα διαλυόταν καθώς τα πόδια τους σταμάτησαν να ανταποκρίνονται.
Σε αυτή την περίπτωση, η κόπωση είναι πραγματικά στους μυς και όχι στον εγκέφαλο. Χωρίς προειδοποιητικά σήματα στον εγκέφαλο, μεταβολίτες όπως πρωτόνια και φωσφορικά ιόντα συσσωρεύονται πολύ πέρα από τα επίπεδα που παρεμβαίνουν άμεσα στην ικανότητα των μυϊκών ινών να συστέλλονται. Με άλλα λόγια, η κόπωση που προκαλείται από τους μεταβολίτες δεν είναι αποκλειστικά στο μυαλό μας. Αν τα δώσετε όλα στην αρχή ενός αγώνα πολύ απλά θα ανακαλύψετε και πολύ γρήγορα τα όριά σας.
«Δεν αντέχω να συνεχίσω!»
Αιτία: Υπερφόρτωση προσπάθειας.
Εμφανίζεται: Οποτεδήποτε πιέζετε τα όριά σας.
Λύση: Εκπαιδεύστε το μυαλό σας.
Πονάτε πάρα πολύ. Αυτός είναι ο απλούστερος τρόπος για να εξηγήσετε γιατί δεν πιέζετε τον εαυτό σας λίγο παραπάνω κατά τη διάρκεια αυτών των κρίσιμων τελευταίων χιλιμέτρων. Αλλά δεν είναι ο σωστός τρόπος εξήγησης. Δεν είναι ο πόνος που σε κρατάει πίσω. Όταν οι ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Κεντ της Μεγάλης Βρετανίας διοχέτευαν ηλεκτρικό ρεύμα στους εγκεφάλους των εθελοντών για να καθησυχάσουν την αίσθηση του πόνου, χρησιμοποιώντας μια τεχνική που ονομάζεται διέγερση διακρανιακού συνεχούς ρεύματος, δεν βελτιώθηκε το πώς αισθανόντουσαν τα άτομα κατά τη διάρκεια της άσκησης.
Αυτό που έχει σημασία, σύμφωνα με τον φυσιολόγο Σαμουέλ Μαρκορά, έναν από τους συγγραφείς της μελέτης του Κεντ, είναι η προσπάθεια: ο αγώνας να συνεχίζεται κόντρα στην αυξανόμενη επιθυμία να σταματήσετε. Όλες οι άλλες μορφές έλλειψης οξυγόνου όπως η συσσώρευση μεταβολιτών, η υπερθέρμανση, η αφυδάτωση, η μυϊκή βλάβη, η εξάντληση καυσίμων κτλ συμβάλλουν στη γενική αίσθηση αναφορικά με το πόσο δύσκολο είναι να διατηρήσετε το ρυθμό ή την ταχύτητά σας. Η προσπάθεια, με άλλα λόγια, συνδυάζει όλα τα διαφορετικά σήματα κόπωσης που προέρχονται από κάθε γωνιά του σώματός σας.
Οι δρομείς περνούν το μεγαλύτερο μέρος των προπονήσεών τους προσπαθώντας να κάνουν τους μυς, την καρδιά και τους πνεύμονες τους ισχυρότερους και πιο αποτελεσματικούς. Αλλά η θεωρία του Μαρκορά υποδηλώνει ότι η αλλαγή της υποκειμενικής αίσθησης της προσπάθειας είναι ένας άλλος τρόπος για να τρέξετε πιο γρήγορα. Οι μελέτες έχουν τροποποιήσει επιτυχώς τις τεχνικές της προσπάθειας και της αντοχής χρησιμοποιώντας υποσυνείδητα μηνύματα, ηλεκτρική διέγερση εγκεφάλου και κινητοποίηση της ομιλίας.
Το μεγάλο ερώτημα, ωστόσο, παραμένει αναπάντητο: τι είναι η προσπάθεια, ακριβώς; Είναι μια ψυχολογική κατάσταση; Είναι η απτική αίσθηση των μυών μας; Ή μήπως, όπως πιστεύει ο Μαρκορά, είναι η γενική αίσθηση του πόσο δύσκολο είναι να διατηρήσουμε το ρυθμό του αγώνα; Έχουμε μάθει πολλά για το τι συμβαίνει στο σώμα όταν τρέχουμε και εξηγούμε πολλές από τις αισθήσεις που αισθανόμαστε και τα όρια που συναντάμε. Τα επόμενα μεγάλα άλματα σε επίπεδο κατάρτισης θα προέλθουν από την κατανόηση του εγκεφάλου.