Η γλώσσα δημιουργεί συναισθηματικούς δεσμούς με τους ομιλητές της, ιδίως όταν ταυτοποείται ως συνεκτικός -ο πιο καθημερινός όλων- ιστός του έθνους. Οι δεσμοί αυτοί με τη γλώσσα δημιουργούνται από και δημιουργούν ιδεολογίες για την γλώσσα, άλλες συγκροτημένες άλλες καθόλου. Οι ιδεολογίες αυτές πολλές φορές ανατροφοδοτούνται από μύθους για τη γλώσσα, αυθαίρετους ή και αντίθετους με τη σύγχρονη επιστήμη της γλωσσολογίας. Οι μύθοι αυτοί έχουν συνήθως ένα κοινό μοτίβο και προφανώς δεν συναντώνται μόνο στην ελληνική γλωσσική κοινότητα: η γλώσσα μας είναι ξεχωριστή από κάθε άλλη και ταυτόχρονα βρίσκεται υπό απειλή.
Όσον αφορά την Ελλάδα, πέρασε ένα τεράστιο χρονικό διάστημα όπου το κατεξοχήν γλωσσικό θέμα για την Ελλάδα ήταν το Γλωσσικό Ζήτημα, το ποια δηλαδή από τις δύο ποικιλίες της ελληνικής (δημοτική ή καθαρεύουσα) πρέπει να επικρατήσει. Όταν αυτό πια επιλύθηκε, τη θέση του πήραν άλλες ιδεολογικές συγκρούσεις και ανησυχίες για τη γλώσσα που αφορούν κυρίως το μέλλον της αλλά και τη σχέση της με άλλες γλώσσες και κυρίως την αγγλική. Οι συγκρούσεις αυτές γέννησαν ή ανέστησαν γλωσσικούς μύθους που καταδείκνυαν την ιδιαιτερότητα και ανωτερότητα της ελληνικής σε σχέση με τις υπόλοιπες γλώσσες.
Η διάψευση των μύθων αυτών δεν γίνεται μόνο προς εξυπηρέτηση και αναζήτηση της μιας αντικειμενικής επιστημονικής αλήθειας ή τουλάχιστον δεν γίνεται μόνο γι’αυτό. Η σχέση των ιδεολογιών της γλωσσικής κοινότητας για τη γλώσσα που μιλάει, δεν είναι μια σχέση απλώς παρατήρησης. Αντιθέτως, είναι δυναμική, επηρεάζει τη γλωσσική κατάσταση και τις γλωσσοεκπαιδευτικές πολιτικές, φτάνοντας στο σημείο να συμφωνούμε όλοι ότι η εκπαιδευτική πολιτική για τη γλώσσα είναι χάλια, αλλά να έχουμε ταμπού ακόμα και για να συζητήσουμε τους λόγους της κοινής αυτής παραδοχής.
– Η αρχαία ελληνική γλώσσα είναι ‘καλύτερη’ από την Κοινή Νέα Ελληνική
Αυτός ο μύθος αποτελεί την ‘ιδεολογική’ θεμελίωση ενός άλλου, του ‘μύθου της μη αυτονομίας’, σύμφωνα με τον οποίο η εκμάθηση της νέας ελληνικής είναι αδύνατη χωρίς την επαρκή γνώση των αρχαίων. Η αρχαία ελληνική γλώσσα έχει συνδεθεί αποκλειστικά με την αρχαία ελληνική γραμματεία: τα φιλοσοφικά κείμενα, τις τραγωδίες, την ποίηση και την ιστοριογραφία. Αυτό το μπέρδεμα με την κλασική Αθήνα, έχει δημιουργήσει την ψευδή εντύπωση ότι η Κοινή Νέα Ελληνική είναι κάτι σαν ξεπεσμένος απόγονος της αρχαίας. Αποσυνδέεται έτσι η αρχαία ελληνική γραμματεία από το ιστορικό της περιβάλλον, από τον πολιτισμό που τη γέννησε, και ταυτίζεται με τη γλώσσα στην οποία καταγράφηκε.
Την ίδια στιγμή, η Κοινή Νέα Ελληνική θεωρείται ανεπαρκής, ‘χωρίς γραμματική’, απλοϊκή και γλώσσα ενός ‘κατώτερου πολιτισμού’ σε σχέση με αυτόν που επικοινωνούσε με την αρχαία ελληνική. Με αυτόν τον τρόπο φτάνουμε σε ένα παράλογο εκπαιδευτικό πρόγραμμα που δίνει περισσότερη βάση στην εκμάθηση της προγόνου και λιγότερη στην ίδια τη γλώσσα των ομιλητών της.
Και όμως. Η Νέα Ελληνική έχει και σύνταξη και γραμματική, είναι εξίσου πολύπλοκη και τελείως επαρκής. Απλώς δεν έχει το κύρος της αρχαίας ελληνικής. Όχι μόνο έχουν γραφτεί σπουδαία πράγματα σε αυτήν (από τους στίχους του Σεφέρη μέχρι, γιατί όχι, τα στιχάκια που σκαρώνει, όταν βαριέται στο μάθημα, κάποιος 17χρονος ράπερ στην Κοζάνη), αλλά θα έχουν ειπωθεί αμέτρητες ηλιθιότητες στην αρχαία, ηλιθιότητες που προφανώς δε διασώθηκαν. Δεν έχουμε άλλωστε ούτε το 0,01% των πραγμάτων που γράφτηκαν και κυρίως ειπώθηκαν στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Μην έχετε καμία αυταπάτη. Στην αρχαία Ελλάδα δεν συζητούσαν μόνο για φιλοσοφία.
– Η ελληνική γλώσσα δεν κινδυνεύει
Αυτή η εσχατολογικού τύπου θεώρηση είναι πολύ παλαιότερη από όσο νομίζετε. Η ελληνική γλώσσα, όπως και άλλες γλώσσες του κόσμου, βρίσκεται διαρκώς σε κίνδυνο, είτε επειδή κάποιοι την πολεμάνε (βλ. ρητό που έχει αποδοθεί στον Κίσινγκερ) είτε επειδή οι ίδιοι οι ομιλητές της δεν την καλλιεργούν όπως θα έπρεπε. Σε κάθε περίπτωση, κινδυνεύει επειδή η γλωσσική αλλαγή εκλαμβάνεται ως φθορά.
Η γλωσσική αλλαγή είναι σύμφυτη με την ίδια την ύπαρξη της γλώσσας. Κάθε μέρα προστίθενται νέες λέξεις στο λεξιλόγιο, ενώ άλλες απολιθώνονται και τελικά εξαφανίζονται. Το να προσπαθεί κάποιος να κρατήσει αμετάβλητη μια γλωσσική κατάσταση, εκτός από τελείως συντηρητικό, είναι και αδύνατο. Σαν την κλασική καρτουνίστικη εικόνα με τη βάρκα που ανοίγει συνέχεια τρύπες και είναι οι οποίες όλο και αυξάνονται μέχρι να βουλιάξει. Μια γλώσσα σταματάει να δανείζεται και να αλλάζει, όταν πεθάνει.
– Ο μύθος της μιας ψήφου
Πρόκειται για έναν από τους πιο διαδεδομένους μύθους για την ελληνική γλώσσα. Σύμφωνα με αυτόν, η ελληνική δεν είναι η διεθνής γλώσσα, επειδή έχασε κάποιες εκλογές γλωσσών(;) για μία ψήφο που συνήθως, ανάλογα με το ποιος αναπαράγει τον μύθο, είναι Τούρκος ή Εβραίος ή Έλληνας του εξωτερικού. Η βάση του μύθου έχει αναλυθεί στο blog του Νίκου Σαραντάκου. Στη συντριπτική πλειοψηφία, όσοι αναπαράγουν τον μύθο (πολλοί από τους οποίους -δυστυχώς!- είναι και φίλολογοι) αν ερωτηθούν πότε και πού συνέβη αυτό θα αρχίσουν να κοιτάνε το ταβάνι. Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι υπάρχουν και άλλες εκδοχές αυτού του μύθου και σε άλλες χώρες του κόσμου. Πρόκειται για τον ‘μύθο του Muhlenberg’ που, παρότι διαψεύδεται συστηματικά, σε διάφορες γλώσσες, συνεχίζει να υπάρχει. Όπως θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά από αυτό το κείμενο.
– Η ελληνική γλώσσα είναι ‘νοηματική’
Σύμφωνα με τον μύθο αυτό, ο οποίος έχει ακουστεί και από πρώην Υπουργό Παιδείας στη Βουλή, η ελληνική γλώσσα έχει κάτι διαφορετικό από τις υπόλοιπες γλώσσες που είναι ‘σημειολογικές’. Εφαρμογή του μύθου αυτού είναι το Hellenic Quest, ένα δήθεν πρόγραμμα εκμάθησης αρχαίων ελληνικών που έβγαλε η Apple (το έχω ακούσει και με Microsoft), γιατί στη βάση και στην περιπλοκότητα αυτών θα στηθούν τα λογισμικά των υπολογιστών του μέλλοντος.
Και στην ελληνική γλώσσα, όπως και σε κάθε γλώσσα του κόσμου, υπάρχει η αυθαιρετότητα του γλωσσικού σημείου. Δεν υπάρχει κάποια σχέση που να συνδέει τον ήχο της λέξης ‘σκύλος’ με το ίδιο το ζώο, όπως δεν υπάρχει κάτι που να συνδέει τον ήχο της λέξης ‘dog’ με το ζώο. Επίσης η αρχαία ελληνική έχει την ίδια δομή με όλες τις άλλες γλώσσες του κόσμου, σύμφωνα με τα πορίσματα της γενετικής σύνταξης. Τέλος, στα πιο εύκολα αποδείξιμα, το Hellenic Quest δεν υπάρχει πουθενά.
– Δεν είναι η πιο πλούσια και δεν έχει 5 εκατομμύρια λέξεις
Υπάρχουν διάφοροι τερατώδεις ισχυρισμοί ότι η ελληνική γλώσσα δήθεν έχει 5 εκατομμύρια λέξεις και αυτό έχει γραφτεί και στο βιβλίο Γκίνες. Τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Και το θέμα είναι ότι δεν υπάρχει πιο ‘πλούσια’ γλώσσα όπως δεν υπάρχει η διάκριση ‘ανώτερων’ και ‘κατώτερων’ γλωσσών. Οι γλώσσες είναι δημιουργημένες ώστε σχεδόν μοιραία να καλύπτουν τις ανάγκες των ομιλητών τους. Αν υπάρξει ανάγκη να εκφραστεί μια καινούργια έννοια, η ανάγκη αυτή αργά ή γρήγορα θα καλυφθεί είτε περιφραστικά, είτε με το δανεισμό, είτε με κάποιον νεολογισμό.
Από την άλλη, αν παραβείς τους κανόνες της γλώσσας Ναουρού θα γίνεις το ίδιο ακατανόητος με τη γλωσσική κοινότητα, με το να παραβείς την αρχαία ελληνική ή τη γαλλική ή οποιαδήποτε μαρκαρισμένη ως ‘ανώτερη γλώσσα’. Οι σκέψεις πάνω στην απλότητα ή στη συνθετότητα των γλωσσών σχετίζεται περισσότερο με την ταξινόμηση των πολιτισμών με κύρος ή όχι και δεν έχει καμία σχέση με την ανάλυση τη γλώσσα δομικά.