Ο 30χρονος «Έσκο» από μικρή ηλικία ζούσε σε ένα περιβάλλον όπου η παρανομία ήταν στην καθημερινότητά του. Ήταν μόλις 12 ετών όταν η μητέρα του τον έστελνε στην Πολυτεχνειούπολη να δώσει ρούχα στον θείο του, τον διαβόητο κακοποιό Τίτι
Αυτός ήταν ο πρώτος που του έδειξε, με τον δικό του τρόπο, ότι η ανεξέλεγκτη κατάσταση στου Ζωγράφου μπορούσε να του προσφέρει ένας ασφαλές καταφύγιο. Άλλωστε ο Τίτι, που σήμερα κρατείται στις αλβανικές φυλακές μετά τη σύλληψή του στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, ήταν ο αρχηγός μιας από τις πιο σκληρές συμμορίες των τελευταίων ετών, των «ληστών με τα καλάσνικοφ», τα μέλη της οποίας λήστευαν και βίαζαν χωρίς δισταγμό. Έτσι μυήθηκε ο μικρός «Έσκο» και όταν τα χρόνια πέρασαν θέλησε να περπατήσει στα χνάρια του θείου του και να μείνει στα ίδια δωμάτια με εκείνον. Λες και ήθελε να τιμήσει το όνομά του και ίσως γι’ αυτόν τον λόγο είχε μέσα στο δωμάτιό του μία καραμπίνα, ένα αεροβόλο πιστόλι, σιδερογροθιά και μαχαίρια.
Το πρωί της περασμένης Τρίτης όμως το πρόσωπο του σκληρού κακοποιού, στον οποίο όλοι έδειχναν απεριόριστο σεβασμό και θαυμασμό, άσπρισε όταν ξάπλωσε στο τσιμέντο της Πολυτεχνειούπολης αιμορραγώντας. Οι σφαίρες που είχε δεχτεί στο πόδι και στον θώρακα τον γονάτισαν και τότε φέρεται να είπε στους αστυνομικούς που ήταν από πάνω του: «Σώστε με και θα σας πω ό,τι θέλετε».
Οι αστυνομικοί τον σκέπασαν με μια ισοθερμική κουβέρτα και του έκαναν «τουρνικέ» για να σταματήσουν την αιμορραγία του μέχρι να έρθει το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ για να τον παραλάβει. Βέβαια, λίγα λεπτά νωρίτερα θέλησε να τραυματίσει την 35χρονη ανθυπαστυνόμο στο κεφάλι με το αγαπημένο του «εργαλείο», ένα κατσαβίδι.
Την είχε πλησιάσει τάχα αδιάφορος λέγοντάς της:
«Έσκο»: Τι ώρα είναι;
Ανθυπαστυνόμος: Δεν έχω ρολόι
«Έσκο»: Άσε ρε που δεν έχεις, τέτοιο όμως φοράς (εννοώντας το αλεξίσφαιρο). Ρε μ…ιά νομίζατε ότι θα σας σώσουν τα αλεξίσφαιρα; Μπάτσοι είστε, θα σας σκοτώσω
Ο 30χρονος, που είχε τα χέρια του μέσα στο μπουφάν του, προσπάθησε να καρφώσει το κατσαβίδι στο κεφάλι της ανθυπαστυνόμου. Τότε η 35χρονη σήκωσε το χέρι της ενστικτωδώς, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί ελαφρά, ενώ την ίδια στιγμή
έβγαλε το υπηρεσιακό της όπλο και τον πυροβόλησε τρεις φορές, δύο στο πόδι και μία στον θώρακα. Ο «Έσκο» σωριάστηκε στο έδαφος…
«Σκοτώνω και αστυνομικό»
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες, όλους τους προηγούμενους μήνες και ενώ οι αστυνομικοί ερευνούσαν τη δράση του, είχαν φτάσει πληροφορίες από ανθρώπους στην περιοχή του Παπάγου όπου έμενε αλλά και από άτομα που συνομιλούσαν μαζί του στην καφετέρια που διατηρεί με την αδελφή του που έλεγαν ότι «δεν έχει πρόβλημα, αν χρειαστεί, να σκοτώσει
και αστυνομικό».
Ήξεραν λοιπόν πολύ καλά ότι δεν θα είχε κανέναν ενδοιασμό. Για τον «σκληρό της Πολυτεχνειούπολης» το πρωινό της περασμένης Τρίτης δεν είχε ξεκινήσει καλά. Είχε ενημερωθεί ότι αστυνομικοί είχαν συλλάβει τον αδελφό του, την αδελφή του, αλλά και τη γυναίκα του μπροστά στα μάτια της ανήλικης κόρης του.
«Ήρθατε να με πιάσετε και επειδή δεν με βρήκατε στην Εστία πιάσατε την κόρη μου. Αν δεν την αφήσετε σε λίγο θα σας κάψω ζωντανούς, θα πεθάνετε όλοι», φώναζε πίσω από την ασφάλεια της περίφραξης της Πολυτεχνειούπολης, στους αστυνομικούς του τμήματος Ζωγράφου λίγο πριν έρθει τετ α τετ με την ανθυπαστυνόμο.
Ο «φαντομάς» με τα τέσσερα εντάλματα σύλληψης
Ο σκληρός «Έσκο» είχε σε βάρος του τέσσερα εντάλματα σύλληψης χωρίς να έχει μπει ούτε μία μέρα φυλακή, καθώς δεν
είχε συλληφθεί ποτέ. Το δωμάτιο 764 της φοιτητικής εστίας του προσέφερε ασφάλεια αλλά και άνεση για να κινεί τα νήματα των τριών εγκληματικών οργανώσεων.
Το πρώτο ένταλμα που εκκρεμούσε σε βάρος του ήταν για την αρπαγή ενός 17χρονου από την περιοχή του Ζωγράφου τον
Μάιο του 2019. Μαζί με τους συνεργούς του τον έβαλαν σε ένα πορτπαγκάζ αυτοκινήτου, όπου τον είχαν δεμένο για τέσσερις
ώρες. Σύμφωνα με τον πατέρα του, ιδιοκτήτη τυποεκδοτικής εταιρείας, «τον είχαν δεμένο σε ένα δέντρο στην Πανεπιστημιούπολη. Τον είχαν πάει στο νεκροταφείο του Ζωγράφου και του είχαν πει ότι ‘‘θα πάμε σπίτι σου και αν δεν βρούμε τίποτα, εδώ θα σε θάψουμε και δεν θα σε βρει κανείς!’’. Τον πήγαν στο σπίτι του και με τα κλειδιά του άνοιξαν. Μέσα ήταν ο 15χρονος αδελφός του και οι γονείς του. Πήραν χρήματα και στη συνέχεια εγκατέλειψαν το αυτοκίνητό τους στην οδό Φιλολάου,
όπου μέσα ο 17χρονος είχε κρύψει το ρολόι του.
Έρευνα
Έναν χρόνο αργότερα, και πάλι στην περιοχή του Ζωγράφου, γλίτωσε την τελευταία στιγμή τη σύλληψη όταν αστυνομικοί του Τμήματος Διαρρηκτών συνέλαβαν ένα άτομο και κατηγόρησαν τους μετέπειτα συλληφθέντες ότι δεν είχαν αφήσει
γραφείο για γραφείο καθηγητή και σχολής στην Πανεπιστημιούπολη που να μην το είχαν διαρρήξει. Είχαν κλέψει πανάκριβο εξοπλισμό που ξεπερνούσε σε αξία τις 200.000 ευρώ.
Σύμφωνα με την έρευνα των αστυνομικών, και τότε όπως και τώρα έμεναν και χρησιμοποιούσαν «τα δωμάτια της παλιάς φοιτητικής εστίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου ως χώρους απόκρυψης των κλοπιμαίων, συγκάλυψης των έκνομων ενεργειών τους και για πράξεις διακίνησης ναρκωτικών». Εκείνο το βράδυ, ο συνεργός του «Έσκο» ανέβηκε με το αυτοκίνητό του
πάνω στο πεζοδρόμιο και προσπάθησε να χτυπήσει τους αστυνομικούς οι οποίοι πυροβόλησαν το λάστιχο για να ακινητοποιήσουν το όχημα. Στη συνέχεια βγήκε από το παράθυρο του συνοδηγού και προσπάθησε να υπερπηδήσει τη μάντρα της Πολυτεχνειούπολης, αλλά συνελήφθη. Όσο για τον «Έσκο», είχε προλάβει να γίνει καπνός.
Η έμπειρη αστυνομικός που πέτυχε στόχο με «κρύο αίμα»
Ποια ήταν όμως η αστυνομικός που με «κρύο αίμα» τράβηξε το όπλο της και πυροβόλησε τον υπ’ αριθμόν ένα στόχο της επιχείρησης; Υπηρετεί χρόνια στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Αθηνών και θεωρείται έμπειρη αστυνομικός με συμμετοχή σε
πολλές και σημαντικές υποθέσεις.
Πώς όμως βρέθηκε λίγο πριν από τις εννέα το πρωί μια ανάσα από τον επικίνδυνο κακοποιό;
«Από τα ξημερώματα ήμασταν στην επιχείρηση καθώς ετοιμαζόμασταν να κάνουμε την επέμβαση στα δωμάτια. Κάποια στιγμή η συνάδελφος δεν ένιωσε καλά και ζήτησε να αποχωρήσει», λέει ένας από τους συνολικά 200 αστυνομικούς που συμμετείχαν στην επιχείρηση.
«Κάλεσε έναν συνάδελφο εκτός υπηρεσίας και ήρθε να την πάρει με το αυτοκίνητό του. Λίγα μέτρα πριν από την έξοδο ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τον κακοποιό». Ο 30χρονος επιτέθηκε και τότε ο αστυνομικός τον πυροβόλησε μία φορά, αλλά δεν ήταν αρκετό για να τον σταματήσει, όπως περιέγραψε στους ανωτέρους του: «Η ανθυπαστυνόμος είδε έναν άντρα να μπαίνει πεζός από την πύλη και μου είπε ότι αυτός είναι ένας από τους βασικούς στόχους που ψάχνουν στην επιχείρηση. Μου ζήτησε να σταματήσω για να ενημερώσει την ΕΚΑΜ, για να έρθουν και να τον συλλάβουν… Πολύ εύκολα θα μπορούσε να της είχε καρφώσει το κατσαβίδι στον λαιμό».
Η αστυνομικός καθόταν στη θέση του συνοδηγού, με αποτέλεσμα να μην έχει μεγάλη ευχέρεια στις κινήσεις της. Θέλοντας όμως να προστατεύσει τον εαυτό της, τράβηξε το όπλο της και αντέδρασε με όσο μεγαλύτερη ψυχραιμία μπορούσε.
Στην περιγραφή της για το περιστατικό έλεγε χαρακτηριστικά: «Ο συνάδελφος με το που είδε τον 30χρονο να βγάζει ένα σκληρό αντικείμενο από την τσέπη, τον πυροβόλησε μία φορά. Το ότι το αντικείμενο ήταν κατσαβίδι το είδα σχεδόν ταυτόχρονα με τον
πυροβολισμό. Εκείνη τη στιγμή, το αμάξι είχε αρχίσει να τσουλάει προς τα μπροστά. Ο 30χρονος, παρόλο που άκουσε τον πυροβολισμό και παρόλο που η βολή του συναδέλφου τον έπληξε, δεν
φοβήθηκε και πήγε να με χτυπήσει με το κατσαβίδι που κρατούσε… Από καθαρή τύχη και επειδή πρόλαβα και έβαλα το δεξί μου χέρι για άμυνα δεν με χτύπησε στο κεφάλι. Αφού με χτύπησε και τη δεύτερη φορά, έβγαλα το όπλο μου και πυροβόλησα τρεις φορές, σημαδεύοντας τα πόδια του. Με τους δικούς μου πυροβολισμούς έπεσε κάτω. Νιώθω τυχερή που είμαι υγιής μετά το σημερινό περιστατικό».
Η Ιωάννα Παλιοσπύρου
Δεν ήταν η πρώτη φορά που είχε βρεθεί σε δύσκολη θέση, καθώς έχει κληθεί να αντιμετωπίσει διάφορες υπηρεσιακές προκλήσεις. Μία από αυτές ήταν όταν μπήκε στο δωμάτιο του Θριάσιου νοσοκομείου τις πρώτες ημέρες που νοσηλευόταν η
Ιωάννα Παλιοσπύρου, η οποία είχε δεχτεί επίθεση με βιτριόλι.
Τότε είχε θεωρηθεί ότι θα ήταν καλύτερα αν απέναντί της είχε μια γυναίκα ώστε να νιώσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και οικειότητα προκειμένου να δώσει όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες για τη δράστιδα. Επίσης, τον Φεβρουάριο του 2020 ήταν εκείνη που προσέγγισε δύο ιερόδουλες, θύματα βιασμού και φρικτών βασανιστηρίων, από δύο Βούλγαρους που έκλειναν ραντεβού σε διάφορα διαμερίσματα στην Αθήνα. Οι δράστες τις λήστευαν και στη συνέχεια τις εγκατέλειπαν σε άθλια κατάσταση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το ένα θύμα πέρασε ένα ολόκληρο 24ωρο μέχρι να ψελλίσει κάποιες κουβέντες. Η 35χρονη ανθυπαστυνόμος, μαζί με άλλους συναδέλφους της, διαχειρίστηκαν τα θύματα, τα οποία ήταν σε τραγική κατάσταση, σωματική αλλά και ψυχική. Μια αστυνομικός «μπαρουτοκαπνισμένη» καθώς η Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Αθηνών θεωρείται μια δύσκολη υπηρεσία λόγω των περιοχών που καλείται να αστυνομεύσει και να επιχειρήσει.
Συγκλονίζουν οι καταθέσεις φοιτητριών-θύματα της συμμορίας – Μας σημάδεψαν με όπλο
Η συμμορία πέρασε τις δυο φοιτήτριες για αστυνομικούς της ασφάλειας και τους έκαναν έλεγχο με το που εισήλθαν με το αμάξι τους στην Πολυτεχνειούπολη
Τις απειλές και τον εκφοβισμό που έζησαν από τη συμμορία των φοιτητικών εστιών του Ζωγράφου περιγράφουν στις καταθέσεις προς τις Αρχές δύο φοιτήτριες, οι οποίες θεωρήθηκαν από τους δράστες αστυνομικοί της ασφάλειας.
Όλα συνέβησαν το βράδυ της 8ης Σεπτεμβρίου όταν οι δύο φοιτήτριες μπήκαν με αυτοκίνητο τους στην Πολυτεχνειούπολη και αντιλήφθηκαν ότι ένα μαύρο αυτοκίνητο τις ακολουθούσε. Όταν στάθμευσαν έξω από τις φοιτητικές εστίες το μαύρο αυτοκίνητο πάρκαρε απέναντί τους με τον συνοδηγό να κατεβαίνει και τις πλησιάζει απειλητικά.
Ο άνδρας συστήθηκε στις κοπέλες ως «Τζούλιο» και είπε ότι ξέρει ότι είναι της ασφάλειας ενώ παράλληλα η μία φοιτήτρια αναφέρει ότι τη σημάδευε στην κοιλιά της με όπλο.
Ακολούθησε διάλογος σε έντονο ύφος και τα πνεύματα ηρέμησαν μόνο όταν οι νεαρές κοπέλες του είπαν ότι είναι φοιτήτριες και διαμένουν στις εστίες. «Νόμιζε ότι είμαστε αστυνομικοί, του είπαμε ότι είμαστε φοιτήτριες και ότι μένουμε εδώ. Τότε ηρέμησε, ξαναμπήκε στο μαύρο αυτοκίνητο και έφυγε».
Οι δύο κοπέλες στη συνέχεια κάλεσαν την αστυνομία, ενημέρωσαν τον αντιπρύτανη και τους φύλακες της Πύλης για όσα είχαν προηγηθεί. Φύλακες άλλου φυλακίου ανάφεραν ότι παρόμοιο περιστατικό είχε συμβεί και τρεις μέρες νωρίτερα λέγοντας τους μάλιστα ότι ο «Τζούλιο» είναι γνωστός για κλοπές μέσα στην Πολυτεχνειούπολη.
Ακολούθησε κινητοποίηση από του φύλακες που εντόπισαν τελικά τον «Τζούλιο», με τον δράστη να κάνει λόγο για «παρεξήγηση» και «πλάκα» ενώ δεν παραδέχτηκε ότι δεν έχει όπλο. Στη συνέχεια μάλιστα επέστρεψε προκειμένου να απολογηθεί αλλά κατέληξε να εξαπολύει νέες απειλές.
«Περίπου μετά από ένα εικοσάλεπτο, ήρθε μια μηχανή στην είσοδο των εστιών που βρισκόμασταν, στην οποία επέβαινε το ανωτέρω άτομο ως συνοδηγός. Μας ζήτησε συγνώμη και είπε ότι έγινε παρεξήγηση» αναφέρει η μία φοιτήτρια. «Ανέφερε ότι είναι πρώην χρήστης ηρωίνης, ότι έχει εντάλματα και μας παρακάλεσε να μην καλέσουμε την αστυνομία».
Τα πνεύματα οξύνθηκαν όμως εκ νέου όταν ο «Τζούλιο» ενημερώθηκε από κάποιον τηλεφωνικά ότι είχαν έρθει αστυνομικοί στην πύλη. «Αρχίσαμε να διαπληκτιζόμαστε και σε κάποια στιγμή μας είπε ότι θα μπορούσε να στείλει κουκουλοφόρους φίλους του να μας σπάσουν το αυτοκίνητο», σημειώνει η φοιτήτρια με τον δράστη να αφήνει να εννοηθεί πώς η κλήση στην αστυνομία δεν θα μείνει αναπάντητη.
Ο Δικηγόρος Δημήτρης Γκαβελας, συνήγορος του αδελφού του νοσηλευομενου «Εσκο» που κατηγορείται για ληστείες, διακίνηση Ναρκωτικών κλπ δήλωσε στο Kathimerini.gr ότι: «Μετά από μια πολύωρη ανακριτική διαδικασία ο εντολέας μου αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Υποστηρίξαμε και αποδείξαμε ότι δεν έχει συμμετοχή στις αποδιδόμενες πράξεις».