Η διαλείπουσα νηστεία έχει αποδειχθεί στο παρελθόν ότι έχει πολλά οφέλη για την υγεία, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του κινδύνου διαβήτη και καρδιακών παθήσεων. Τώρα, ερευνητές από την Intermountain Healthcare ανακάλυψαν ότι τα άτομα που νηστεύουν τακτικά είναι λιγότερο πιθανό να εμφανίσουν σοβαρές επιπλοκές από την COVID-19. Σε μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο BMJ Nutrition, Prevention & Health, οι ερευνητές της Intermountain διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς με COVID-19 που έκαναν τακτική διαλείπουσα νηστεία μόνο με νερό είχαν χαμηλότερο κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου λόγω του ιού σε σχέση με ασθενείς που δεν έκαναν.
“Η διαλείπουσα νηστεία έχει ήδη αποδειχθεί ότι μειώνει τη φλεγμονή και βελτιώνει την καρδιαγγειακή υγεία. Σε αυτή τη μελέτη, βρίσκουμε πρόσθετα οφέλη όταν πρόκειται για την καταπολέμηση της λοίμωξης της COVID-19 σε ασθενείς που νηστεύουν για δεκαετίες”, δήλωσε ο Benjamin Horne, PhD. , διευθυντής καρδιαγγειακής και γενετικής επιδημιολογίας στην Intermountain Healthcare. Στη μελέτη Intermountain, οι ερευνητές εντόπισαν ασθενείς που ήταν εγγεγραμμένοι στο μητρώο INSPIRE, ένα εθελοντικό μητρώο υγείας στο Intermountain Healthcare, οι οποίοι είχαν επίσης βρεθεί θετικοί στον SARS-CoV-2 μεταξύ Μαρτίου 2020 και Φεβρουαρίου 2021 – πριν τα εμβόλια ήταν ευρέως διαθέσιμα.
Εντόπισαν 205 ασθενείς που είχαν βρεθεί θετικοί στον ιό. Από αυτούς, οι 73 είπαν ότι νήστευαν τακτικά τουλάχιστον μία φορά το μήνα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι έκαναν τακτική νηστεία είχαν χαμηλότερο ποσοστό νοσηλείας ή θανάτου λόγω κορωνοϊού. “Η διαλείπουσα νηστεία δεν συσχετίστηκε με το αν κάποιος βρέθηκε θετικός στην COVID-19 ή όχι, αλλά συσχετίστηκε με χαμηλότερη βαρύτητα όταν οι ασθενείς είχαν βγει θετικοί σε αυτό”, είπε ο Δρ Χορν. Στη μελέτη Intermountain, οι συμμετέχοντες που δήλωσαν ότι νήστευαν τακτικά το έκαναν για περισσότερα από 40 χρόνια κατά μέσο όρο. Οι ερευνητές της Intermountain είχαν την ευκαιρία να μελετήσουν εκ του σύνεγγυς αυτή τη συγκεκριμένη ομάδα μακροχρόνιων διαλειμματικών νηστευτών, επειδή μια μεγάλη μερίδα των ασθενών της νηστεύει τακτικά για θρησκευτικούς λόγους.
Σχεδόν το 62% του πληθυσμού της Γιούτα ανήκει στην Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, τα μέλη της οποίας συνήθως νηστεύουν την πρώτη Κυριακή του μήνα χωρίς φαγητό ή ποτό για δύο διαδοχικά γεύματα. Ενώ ο Δρ Χορν είπε ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να κατανοηθεί γιατί η διαλείπουσα νηστεία σχετίζεται με καλύτερα αποτελέσματα για την COVID-19, είπε ότι πιθανότατα οφείλεται σε πολλούς τρόπους με τους οποίους επηρεάζει το σώμα. Για παράδειγμα, η νηστεία μειώνει τη φλεγμονή, ειδικά επειδή η υπερφλεγμονή σχετίζεται με κακή έκβαση της COVID-19. Επιπλέον, μετά από 12 έως 14 ώρες νηστείας, το σώμα μεταβαίνει από τη χρήση γλυκόζης στο αίμα σε κετόνες, συμπεριλαμβανομένου του λινολεϊκού οξέος.
«Υπάρχει μια θήκη στην επιφάνεια του SARS-CoV-2 στην οποία χωράει το λινολεϊκό οξύ — και μπορεί να κάνει τον ιό λιγότερο ικανό να προσκολληθεί σε άλλα κύτταρα», είπε. Ένα άλλο πιθανό όφελος είναι ότι η διαλείπουσα νηστεία προάγει την αυτοφαγία, η οποία είναι “το σύστημα ανακύκλωσης του σώματος που βοηθά το σώμα σας να καταστρέψει και να ανακυκλώσει τα κατεστραμμένα και μολυσμένα κύτταρα”, πρόσθεσε ο Δρ Χορν. Ο Δρ Χορν τόνισε ότι αυτά τα αποτελέσματα προέρχονται από άτομα που εξασκούν διαλείπουσα νηστεία για δεκαετίες — όχι εβδομάδες — και ότι όποιος θέλει να εξετάσει την πρακτική θα πρέπει πρώτα να συμβουλευτεί τους γιατρούς του, ειδικά εάν είναι ηλικιωμένος, έγκυος ή έχει παθήσεις όπως διαβήτης, καρδιακή ή νεφρική νόσο. Οι ερευνητές τόνισαν επίσης ότι η διαλείπουσα νηστεία δεν πρέπει να θεωρείται ως υποκατάστατο του εμβολιασμού κατά της COVID.