Σε ισορροπία έρχεται σιγά -σιγά η ζυγαριά της Δικαιοσύνης,όσον αφορά σε θέματα γονικής μέριμνας και επιμέλειας τέκνων, μετά και την εφαρμογή του νέου νόμου για τη “Συν επιμέλεια”, καθώς αυξάνονται οι δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν τους…”αδικημένους μπαμπάδες”!
Της Μαίρης Ζαρκάδα
Και για όσους και όσες, επιμένουν να μην συμμορφώνονται με τις συνταγματικές επιταγές, έρχεται το Ευρωπαικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων( ΕΔΔΑ) και εκδίδει τη μία καταδικαστική απόφαση μετά την άλλη, σε βάρος κακότροπων μητέρων, οι οποίες σκαρφίζονται ένα σωρό τεχνάσματα,για να κρατήσουν τα παιδιά μακριά από τον πατέρα, εκδικούμενες με αυτό τον τρόπο,τον πρώην σύζυγο!
Ο λαός μας λέει, “ άμα δεν πάθεις δεν θα μάθεις” και επειδή πολλοί πατεράδες έχουν υποστεί πολλά από τις μηχανορραφίες των πρώην τους, δεν πηγαίνουν πια ξυπόλυτοι στις… αίθουσες των δικαστηρίων. Φροντίζουν πριν φτάσουν εκεί,να έχουν καταγράψει κάθε προσπάθεια και ενέργεια της μητέρας των παιδιών τους, με την οποία προσπάθησε ουσιαστικά να “προβοκάρει” τη συμφωνία επικοινωνίας και συν-επιμέλειας του παιδιού, ώστε να τα χρησιμοποιήσουν ως αποδεικτικά στοιχεία εναντίον της στη δίκη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα,μιας τέτοιας περίπτωσης,όπου ο πατέρας έχοντας φροντίσει να κρατήσει όλα τα μηνύματα που είχαν ανταλλαγεί με την πρώην σύζυγο,η οποία επιχείρησε να παραβιάσει δια της ….πλαγίας δικαστική απόφαση που όριζε την επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο τους και να την καταδικάσει,καταγράφεται σε πρόσφατη απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών.
Η παραβίαση συνίστατο στο ότι η μητέρα που έχει την επιμέλεια του παιδιού, δεν παρέδωσε το παιδί στον πατέρα προς επικοινωνία στην ώρα και στον τόπο που όριζε η ισχύουσα δικαστική απόφαση, επικαλούμενη ότι ενημέρωσε με sms τον πατέρα να παραλάβει το παιδί από άλλο τόπο που είχαν μεταβεί για επίσκεψη σε φίλους και άλλη ώρα από την οριζόμενη στην απόφαση και παρά την άρνηση του πατέρα αρχικώς για την αλλαγή της ώρας και εν συνεχεία και για τον τόπο.
Ο πατέρας πήγε να παραλάβει το παιδί για επικοινωνία στην ώρα και τον τόπο που ορίζει η δικαστική απόφαση και παρέμεινε επί ώρες εκεί ενημερώνοντας την μητέρα και αναμένοντας την παράδοση του παιδιού προς επικοινωνία, χωρίς αποτέλεσμα.
Παρέλαβε δε το παιδί, μετά την παρέλευση πολλών ωρών, αφότου υπέβαλε έγκληση και από τον τόπο που είχαν μεταβεί με την μητέρα.
Η κρίση του δικαστηρίου,κατακεραύνωσε την πονηρή ,πρώην σύζυγο, καθώς έκρινε ότι δεν είναι επιτρεπτή η αυθαίρετη από την μητέρα αλλαγή του τόπου και του χρόνου της παράδοσης του παιδιού για επικοινωνία με τον πατέρα, με «ανακοίνωση» μέσω sms και χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με αυτόν και συναίνεσή του, τέτοια δε συμπεριφορά αξιολογείται ως μειωτική για τον πατέρα, ενώ η επικοινωνία του παιδιού με τον πατέρα κρίνεται αξιολογικά υπέρτερη από μια επίσκεψη σε φιλικό σπίτι.
Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα αν ο πλήρης ”αποδεικτικός εξοπλισμός” των πατεράδων με τη συνδρομή των δικηγόρων τους ή ο νέος νόμος τους λύνει σε συνδυασμό με τα επιμορφωτικά σεμινάρια περί οικογενειακού δικαίου,λύνουν τα χέρια των δικαστών και τους οδηγούν στην έκδοση ρηξικέλευθων αποφάσεων τους δικαστές υπέρ της συν επιμέλειας και με βασικό άξονα στο σκεπτικό τους,το απόλυτο συμφέρον του παιδιού και την ομαλή ψυχοπνευματική ανατροφή του.
Ακόμα και σε μια εκ των υποθέσεων ,όπου υπάρχει σφοδρή σύγκρουση των δυο πρώην συζύγων, το δικαστήριο (Πρωτοδικείο Πατρών)κόντρα στο κλίμα αντιπαράθεσης ,αποφάσισε την ανάθεση συνεπιμέλειας, επιβάλλοντας τους να βρουν τρόπο επικοινωνίας, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων:
“… Η έλλειψη δε συνεργασίας των γονέων δεν πρέπει να συνιστά εμπόδιο για την επιλογή της χρονικής κατανομής της επιμέλειας.
Επιπλέον, η τυχόν εξάρτηση της χρονικά κατανεμημένης γονικής μέριμνας ή επιμέλειας από τη διάθεση συνεργασίας των γονέων αποδυναμώνει τη συγκεκριμένη λύση, διότι αφήνει τη δυνατότητα στον γονέα που είναι περισσότερο συναισθηματικά δεμένος με τα παιδιά να τα επηρεάσει σε βάρος του άλλου γονέα και να επιτύχει μέσω της άρνησής του να συνεργαστεί για μια τέτοια λύση, το μείζον, ήτοι να ασκεί αυτός αποκλειστικά τη γονική μέριμνα ή επιμέλεια των τέκνων,περιθωριοποιώντας τον άλλο γονέα…
Οι οποιεσδήποτε διαφωνίες των διαδίκων που πηγάζουν από την προσωπική τους σχέση ως συζύγων, η οποία πλέον έχει τερματιστεί, επηρεάζουν και τη λήψη αποφάσεων για τη ζωή των τέκνων τους. Πλην, όμως, η αδυναμία των γονέων να συνεννοηθούν, δεν πρέπει να αποτελέσει τροχοπέδη, κατά την άποψη που υιοθετεί το παρόν Δικαστήριο, ώστε να μην ακολουθηθεί ο κανόνας της από κοινού άσκησης της επιμέλειας από τους διαδίκους. Οι σχέσεις των γονέων θα πρέπει να εξομαλυνθούν και αυτοί να παραμερίσουν τις διαφωνίες τους ώστε να ανεύρουν κοινή γραμμή πλεύσης, καθώς αποφασιστικό κριτήριο πρέπει να είναι για αυτούς το βέλτιστο συμφέρον των τέκνων τους, προκειμένου να δημιουργούν σε αυτά ένα ήρεμο περιβάλλον για να μεγαλώσουν. Οφείλουν, άλλωστε, ως γονείς, να θέσουν σε δεύτερη μοίρα τις διαφωνίες τους, ώστε να αποκτήσουν ένα ελάχιστο πεδίο συνεννόησης μεταξύ τους για τα ζητήματα των τέκνων τους, το οποίο κατά την κρίση του Δικαστηρίου μπορούν να επιτύχουν.”
Μάλιστα ο δικαστής, θεωρεί ότι θα υπερέβαινε τα όρια της διακριτικής του ευχέρειας,αν ανέθετε την αποκλειστική επιμέλεια στον ένα γονέα: “… Πιο συγκεκριμένα, αν δεν συντρέξει σπουδαίος λόγος, που εγκυμονεί κινδύνους για το παιδί (περίπτωση κακοποιητικού, ψυχικά διαταραγμένου ή παντελώς αδιάφορου γονέα) ή αν δεν συντρέξει πραγματική αδυναμία άσκησης της συνεπιμέλειας από τον ένα γονέα λόγω της νόμιμης μετεγκατάστασης του παιδιού σε άλλη πόλη ή χώρα, δε νοείται ανάθεση της αποκλειστικής επιμέλειας στον άλλον γονέα ή έστω κατανομή της επιμέλειας, που μόνο κατ’ επίφαση θα επέτρεπε την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του παιδιού, όπως λ.χ. με την ανάθεση στον έναν γονέα μόνο των ζητημάτων υγείας του παιδιού διότι, διαφορετικά, ο δικαστής θα υπερέβαινε τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας και θα ερμήνευε ή/και θα εφάρμοζε εσφαλμένα το άρθρο 1514, Συνεπιμέλεια και εναλλασσόμενη κατοικία στο νέο οικογενειακό δίκαιο.”
Πρωτοπόρα και απόφαση του Πρωτοδικείου Πειραιά,με την οποία αναθέτει την επιμέλεια από κοινού,στους δυο γονείς,με εναλλασσόμενη κατοικία,και επισημαίνονται οι “εκδικητικές διαθέσεις”,που επιδεικνύουν όχι σπάνια οι μητέρες!
“…Η διάσπαση εξάλλου της έγγαμης συμβίωσης των γονέων, με συνεπακόλουθο και τη διάσπαση της οικογενειακής συνοχής, κλονίζει σοβαρά την ψυχική ισορροπία του τέκνου που αισθάνεται ανασφάλεια και επιζητεί στήριγμα. Οι μεταξύ των συζύγων δημιουργούμενες έντονες αντιθέσεις ενίοτε αποκλείουν κάθε συνεννόηση μεταξύ τους αλλά και σε σχέση με τα τέκνα τους, τα οποία όχι σπανίως χρησιμοποιούνται ως όργανα για την άσκηση παντοειδών πιέσεων και την ικανοποίηση εκδικητικών διαθέσεων. Έτσι, υπό το κράτος της κατάστασης αυτής ο γονέας που αναλαμβάνει την επιμέλεια έχει, κατά την επιταγή του νόμου, πρόσθετα καθήκοντα και αυξημένη την ευθύνη της αντιμετώπισης των ως άνω ειδικών περιστάσεων κατά προύχοντα λόγο και αυτό προυποθέτει την εξασφάλιση στο τέκνο,κατάλληλων συνθηκών προσαρμογής.
Το αποτέλεσμα όμως αυτό, με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του τέκνου, κάθε άλλο παρά επιτυγχάνεται με την πλήρη αποξένωση του τέκνου από τον άλλο γονέα. Ήδη αυτή καθ εαυτή η ανάθεση της επιμέλειας στον ένα από τους γονείς, εκ λόγων αναγομένων στο συμφέρον του τέκνου, αποτελεί παρέκκλιση από την αρχή της ισότητας των γονέων στο λειτουργικό τούτο δικαίωμα τους το οποίο τίθεται υπό δικαστική ρύθμιση, παραβιάζονται δε και η αρχή αυτή και οι βασικοί κανόνες διαπαιδαγώγησης, που στηρίζονται στα πορίσματα της παιδικής ψυχολογίας προς βλάβη του ανηλίκου, ενώ παράλληλα δυσχεραίνεται και η ρυθμιστική επέμβαση του δικαστηρίου όταν το τέκνο περιάγεται σε στάση αρνήσεως ή αντιπάθειας έναντι του ετέρου των γονέων από πράξεις ή παραλείψεις εκείνου που έχει την επιμέλεια του….
Επίσης, η παραπάνω άσκηση της επιμέλειας εξασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή του παιδιού και ενισχύει τους δεσμούς του ανηλίκου τέκνου με αμφότερους τους γονείς τους, περιορίζοντας έτσι τις αναπόφευκτα δυσμενείς επιπτώσεις που προκαλεί το διαζύγιο στην ψυχολογία και την εν γένει προσωπικότητα του τέκνου…”
ΠΡΟΣΟΧΗ όμως μπαμπάδες, που διεκδικείται την συνεπιμέλεια ή και την τήρηση των συμφωνηθέντων όσων αφορά στην επικοινωνία,σε δυο καθοριστικές παραμέτρους.
Η μία είναι η τήρηση από την πλευρά σας, των υποχρεώσεών σας,έναντι της πρώην συζύγου και των τέκνων σας,που αφορούν στην διατροφή,στο χρόνο και τόπο,παραλαβής και παράδοσης των παιδιών,διότι βάση δικαστικών αποφάσεων, έχει χαθεί η συνεπιμέλεια και ανατέθηκε έστω και προσωρινά αποκλειστικά στη μητέρα, είτε διότι δεν είχε καταβληθεί η διατροφή,είτε γιατί δεν τηρούνταν τα συμφωνημένα.
Η δεύτερη παράμετρος,αφορά στις “παγίδες” που σας στήνουν κάποιες μητέρες, ειδικά όταν πρόκειται σε θέματα επικοινωνίας, όπου παρατηρείται ότι εκείνες παραβιάζουν εντέχνως τα συμφωνημένα,για να σας εξωθήσουν στα άκρα και σε ακραίες συμπεριφορές και έτσι να υποστηρίξουν στο δικαστήριο ότι είστε όχι μόνο ακατάλληλοι αλλά και επικίνδυνοι για να σας ανατεθεί η συνεπιμέλεια. Αυτή η “προβοκατόρικη” τακτική έχει οδηγήσει σε κάποιες αποφάσεις,που δυναμιτίζουν την εφαρμογή του νόμου και αποδυναμώνουν την ισχύ του!
ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΔΔΑ (ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ)
Αν και το Δικαστήριο του Στρασβούργου, έχει εκδώσει σειρά αποφάσεων,που αφορούν σε εφαρμογή του Οικογενειακού Δικαίου με κεντρικό του άξονα,πάντα το συμφέρον του παιδιού,διαμοιράζοντας επιμέλεια και επικοινωνία ισομερώς,μεταξύ των δυο γονέων,εμείς θα σταθούμε σε μια εξόχως σημαντική απόφαση,για αυτό το ζήτημα.
Και τούτο διότι, η εν λόγω απόφαση,αφορά σε ζευγάρι ομόφυλων,(γυναικών) όπου δεν έχουμε δεσμούς αίματος,του ενός γονέα με το αποκτηθέν από γάμο τέκνο!!!
Το γεγονός ότι ακόμη και αυτή την περίπτωση,όπου δεν έχουμε όπως στα ζευγάρια(άντρα-γυναίκας) και με φυσιολογική διαδικασία αναπαραγωγή, το Δικαστήριο με απόφασή του, αναγνωρίζει δικαίωμα συνεπιμέλειας και επικοινωνίας και επιβάλλει την τήρηση των προβλεπομένων κανόνων δικαίου,διότι σύμφωνα με το Δικαστήριο,πάνω από όλα και από όλους είναι η ΠΡΟΣΤΑΣΊΑ ΤΟΥ ΣΥΜΦΈΡΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ και η ομαλή ψυχοπνευματική ανάπτυξή του!
¨Όταν το ΕΔΔΑ,καταδικάζει μια χώρα όπως η Γαλλία, επειδή τα δικαστήριά της απέκλεισαν με αποφάσεις τους, τον γονέα Β, από την επικοινωνία με το παιδί του γονέα Α το οποίο αποκτήθηκε με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή(τράπεζα σπέρματος), με το αιτιολογικό ότι δεν υπάρχουν δεσμοί αίματος,μπορούμε να υποθέσουμε τι θα συμβεί, αν Έλληνες μπαμπάδες που έχουν δεσμούς αίματος με τα τέκνα τους, αναγκαστούν να προσφύγουν σε αυτό, σε περίπτωση που δεν βρουν, ευήκοα ώτα στα εθνικά δικαστήρια!!!
ΔΗΛΩΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ
Πριν φτάσουμε όμως στα άκρα και στις αίθουσες των δικαστηρίων,η καλύτερη λύση,είναι η επικράτηση στη σκέψη και τη συνείδηση, όλων των πρώην συζύγων, η εξασφάλιση ασφαλούς και υγιούς περιβάλλοντος,για την ανάπτυξη του παιδιού,όπως μας δηλώνει και η δικηγόρος Μαρία Κευγά, η οποία και χειρίστηκε την υπόθεση του Πρωτοδικείου Αθηνών,που αναφέραμε παραπάνω.
«Θα μου επιτρέψετε να μην περιοριστώ στην συγκεκριμένη υπόθεση, αλλά να κάνω ένα γενικότερο σχόλιο. Η επιλογή του προσώπου με το οποίο συναποφασίζουμε, είτε να φέρουμε στη ζωή ένα παιδί, είτε να μεγαλώσουμε ένα παιδί, είναι μια επιλογή δική μας. Αν στην πορεία διαψευστούν οι προσδοκίες μας, όσον αφορά τον σύντροφό μας, οφείλουμε να έχουμε την ωριμότητα να μην ακυρώνουμε την επιλογή μας να λειτουργήσουμε ως γονείς ενός ανθρώπου και οφείλουμε να τοποθετούμε πάντοτε το συμφέρον του παιδιού μας πάνω από τον δικό μας θυμό, τις δικές μας πικρίες, τις δικές μας διαψεύσεις.
Οι δύο βασικοί πυλώνες ασφάλειας και αγάπης στη ζωή ενός παιδιού είναι οι γονείς του. Αν διαρρήξουμε την ακατάλυτη σχέση ενός παιδιού με τον γονιό του, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να «δημιουργήσουμε» έναν σακατεμένο συναισθηματικά, ψυχικά και κοινωνικά άνθρωπο. Σε μια κοινωνία πραγματικής ισότητας, τα στερεότυπα, στα ετερόφυλα ζευγάρια, του πατέρα που «οφείλει μόνο να πληρώνει, αλλά δεν μπορεί να έχει την επιμέλεια ή τη συνεπιμέλεια του παιδιού» ή της μητέρας που οφείλει να επωμίζεται την επιμέλεια του παιδιού δεν θα πρέπει να γίνονται ανεκτά από τους ίδιους τους γονείς.
Οι γονείς πλέον, ανεξαρτήτως φύλου, οφείλουν και μπορούν να υποστηρίζουν ενεργά και ανάλογα, τόσο τις οικονομικές, όσο και της ψυχοπνευματικές και κοινωνικές ανάγκες του παιδιού τους και να ενισχύουν ο ένας τον ρόλο του άλλου στη ζωή του. Το παιδί μας δεν είναι «τρόπαιο» για να αλληλοσπαραζόμαστε για αυτό και τελικά να το διχάζουμε. Τα δικαστήρια, οι αγωγές, οι μηνύσεις δεν μπορούν να δώσουν λύσεις αν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε αντιληφθεί τη βαρύτητα του γονεϊκού μας ρόλου. Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε σε όλα. Δεν είναι δυνατό αυτό. Μπορούμε όμως να σεβόμαστε ο ένας τον άλλο ως γονείς, να συζητάμε, να συναποφασίζουμε, να συμμετέχουμε από κοινού και ενεργά στη ζωή του παιδιού μας. Και σίγουρα μπορούμε να συμφωνήσουμε στο βασικό. Στο ότι το παιδί μας δεν ανήκει σε κανέναν μας.»