Επίτιμος διδάκτωρ του ΑΠΘ ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννης Σαρμάς


Τον ύψιστο ακαδημαϊκό τίτλο τιμής τού Επίτιμου Διδάκτορα απένειμε η Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) στον πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννη Σαρμά, αναγνωρίζοντας εμπράκτως την σπουδαία και αμφίπλευρη συμβολή του στην επιστήμη και στη δικαιοσύνη.

«Η Νομική Σχολή του ΑΠΘ υποδέχεται έναν πολυσχιδή, βαθυστόχαστο, συστηματικό και ακούραστο θεράποντα της νομικής επιστήμης, έναν χαλκέντερο ερευνητή και συγγραφέα, μία πολυγραφότατη και επιδραστική προσωπικότητα της ελληνικής και ευρωπαϊκής επιστημονικής κοινότητας» ανέφερε ο καθηγητής Ευάγγελος Βενιζέλος, διαβάζοντας τον έπαινο προς τον τιμώμενο, σε ειδική εκδήλωση που διεξήχθη χθες βράδυ στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου.

Πλέκοντας το εγκώμιο του Ιωάννη Σαρμά, ο πρώην Υπουργός τον περιέγραψε ως έναν «υποδειγματικό ανώτατο δικαστικό λειτουργό», «επιστήμονα υψηλής ποιότητας και διεθνών προδιαγραφών», «γνήσιο και σύνθετο διανοούμενο», «στοχαστή που κρύβει μέσα του έναν κλασσικό φιλόλογο». Κάνοντας αναδρομή στην επιστημονική διαδρομή του, ο κ. Βενιζέλος μίλησε για την «λαμπρή» 12ετή θητεία του Ιωάννη Σαρμά ως μέλος του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά την οποία «τίμησε την χώρα του», ενώ αναφέρθηκε και στη θέση που κατέχει από το 2019 έως σήμερα ως πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τονίζοντας ότι «ανανέωσε ριζικά, την θεσμική φυσιογνωμία του ανωτάτου δικαστηρίου». Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στο πλούσιο συγγραφικό του έργο, χαρακτηρίζοντας τον τιμώμενο ως εργώδη και συστηματικό ερευνητή της νομολογίας, όχι μόνο των ελληνικών, αλλά και των διεθνών ανώτατων δικαστηρίων.

Στην προσφώνησή του, ο πρύτανης του ΑΠΘ Νίκος Παπαϊωάννου επισήμανε ότι στο πρόσωπο του Ιωάννη Σαρμά συναντώνται η νομική θεωρία και πράξη, το δογματικό βάθος και η δικαστική φρόνηση. «Στο πλούσιο και πολυσχιδές συγγραφικό του έργο εναρμονίζει την ισχυρή προστασία των ελευθεριών μας με τον πραγματισμό και την καθολική αξία του γενικού συμφέροντος. Αναζητά την εύλογη ισορροπία, αυτό το μείζον στοίχημα της εποχής των κρίσεων, ανάμεσα στα δικαιώματα και τους δημόσιους σκοπούς. Διαβάζει πίσω από τις πυκνές γραμμές των αποφάσεων των ανωτάτων δικαστηρίων τις σύγχρονες τάσεις και αντιφάσεις του Δικαίου. Αφήνει το ανεξίτηλο αποτύπωμά του στη νομολογία και τη διοικητική οργάνωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου εισάγοντας και υπηρετώντας καινοτόμες μεθόδους και αντιλήψεις με έμφαση στον έλεγχο και τη δεοντολογία, με πρόσημο μεταρρυθμιστικό που αγγίζει όλους τους κλάδους της Δικαιοσύνης» ανέφερε ο πρύτανης του ΑΠΘ προσθέτοντας ότι «η στάση του αποτελεί παράδειγμα πρακτικού λόγου και ευθύνης σε μία περίοδο που η δικαστική εξουσία καλείται να αντιμετωπίσει ζητήματα μεγάλης πολιτικής, ιδίως δημοσιονομικά, και να λειτουργήσει παιδαγωγικά προς τον νομοθέτη και τη διοίκηση».

Συγκινημένος, ο 65χρονος ανώτατος δικαστικός λειτουργός τόνισε ότι η τιμή που του γίνεται από την ακαδημαϊκή κοινότητα του ΑΠΘ «με κάνει ακόμη πιο υπεύθυνο». Στην αντιφώνησή του, μίλησε για τα όρια και περιθώρια της εξουσίας του δικαστή να απονέμει δικαιοσύνη, μεταφέροντας – νοερά – το «σεβαστό ακροατήριο» πίσω από τις κλειστές πόρτες των διασκέψεων των δικαστηρίων, «εκεί όπου απονέμεται η Δικαιοσύνη» και στην αναζήτηση μίας «δίκαιης λύσης» εντός του πλαισίου της διάκρισης των εξουσιών, της νομολογίας και της δικονομίας, μέσω τεσσάρων απλών τεστ (της ενσυναίσθησης, της γενίκευσης, της συνοχής και της αποτελεσματικότητας):

Ενσυναίσθηση, γενίκευση, συνοχή, αποτέλεσμα και κράτος Δικαίου

«Η ενσυναίσθηση με το πρόσωπο του οποίου διακυβεύονται τα συμφέροντα είναι ένα θεμελιώδες τεστ ανάδειξης της δίκαιης λύσης. “Έλα στη θέση του” μπορεί να ακούμε συχνά στις διασκέψεις, “μήπως υφίσταται μια υπερβολική θυσία, μία υπέρ το δέον αυστηρή κύρωση;”. Κι αν προκριθεί μια λύση μέσω του τεστ της ενσυναίσθησης τότε πάλι μπορεί να αναρωτηθούμε, εφαρμόζοντας το τεστ της γενίκευσης, “τί μήνυμα θα στείλουμε στην κοινωνία με την απόφασή μας;”. Μήπως τη γενίκευσή της, η λύση μέσω της ενσυναίσθησης, “θα υπονόμευε την κοινωνική ζωή”; “Τι θα γινόταν εάν όλοι έκαναν το ίδιο;”. Έπεται το τεστ της συνοχής, εάν η λύση που δίνεται εντάσσεται αρμονικά σε όλο το οικοδόμημα της έννομης τάξης, ως λύση κράτους δικαίου. Κι ένα τέταρτο, το τεστ της αποτελεσματικότητας, εάν είναι βιώσιμη, εφαρμόσιμη, πρακτική η λύση, εάν δεν προκαλεί υπερβολικές παρενέργειες και συνέπειες».

«Μήπως το τεστ της ενσυναίσθησης μάς θυμίζει την Καντιανή κατηγορική επιταγή να μην μεταχειριζόμαστε ποτέ ένα πρόσωπο ως μέσο, αλλά πάντα ως σκοπό; Μήπως το τεστ της γενίκευσης μάς θυμίζει το “πέπλο της άγνοιας” του Τζων Ρωλς, την ηθική της ελευθερίας του Ζαν-Πολ Σαρτρ, την καντιανή επιταγή να συμπεριφερόμαστε σαν να επρόκειτο να γίνει η συμπεριφορά μας γενικός κανόνας για όλους όσοι βρίσκονται στην ίδια θέση με μας; Το τεστ της συνοχής δεν μοιάζει να ταυτίζεται με τη σύλληψη του δικαίου ως integrity κατά τον Ρόναλντ Ντουόρκιν, με την ιδέα δηλαδή του δικαστή-Ηρακλή, που οφείλει να έχει στο μυαλό του, όταν αποφαίνεται, όλη την έννομη τάξη συνολικά; Το τεστ αποτελεσματικής μήπως αποδίδει την πραγματιστική θεωρία της δικαιοσύνης που δίδαξε με τις αποφάσεις του ο δικαστής και καθηγητής Ρίτσαρντ Πόστμαν;».

Όπως υπογράμμισε ο ανώτατος δικαστικός λειτουργός, τα παραπάνω στοιχειοθετούν την επιτομή της Δικαιοσύνης, το σημείο όπου η δικαστική πρακτική αντικατοπτρίζει και επιβεβαιώνει την ακαδημαϊκή σκέψη. «Η διαδικασία της συνδυασμένης εφαρμογής τους σε κάθε υπόθεση για την ανάδειξη της δίκαιης λύσης, αποτελεί το ακατάληπτο πεδίο ελευθερίας που διαθέτει το κάθε δικαστήριο, ο κάθε δικαστής, να απονέμει δικαιοσύνη ερμηνεύοντας το νόμο και εφαρμόζοντάς τον στην κάθε περίπτωση», σημείωσε.

Ο ίδιος αναφέρθηκε σε δύο πρόσφατα γεγονότα, διεθνούς για τον νομικό κόσμο ενδιαφέροντος, που τού έδωσαν την έμπνευση για το θέμα της ομιλίας του στην τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα. Πιο συγκεκριμένα στη διεξαγωγή της ακρόασης στην Γερουσία των ΗΠΑ της επιλεγείσας από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν ως υποψήφιας δικαστή του ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας Κετάνζι Μπράουν Τζάκσον που αναμεταδόθηκε απευθείας σε πολλά δίκτυα κι όπου η υποψήφια κλήθηκε να καταθέσει τη δικαστική της φιλοσοφία («κι αυτή εξέθεσε αυτό που αποκάλεσε με σεμνότητα “δικαστική της μεθοδολογία”»), αλλά και η πρόσφατη διαρροή ενός σχεδίου πλειοψηφικής γνώμης μελών του ανωτάτου δικαστηρίου των ΗΠΑ που αφορούσε τη μεταστροφή της νομολογίας του δικαστηρίου ως προς την ελευθερία των γυναικών να διακόπτουν την κύησή τους («η σχετική δίκη αντικατοπτρίζει δύο κεντρικά στοιχεία της σκέψης του δικαστή όταν απονέμει δικαιοσύνη, τον σεβασμό στη νομολογία και τη στάθμιση αντίλογων συμφερόντων ώστε να αποδειχθεί αυτό που αποκαλούμε στην Ευρώπη δίκαιη ισορροπία»).

Κάνοντας δε, αναφορά σε δύο πρόσφατες «ιστορικής σημασίας» αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με τις υποχρεώσεις των κρατών-μελών της Ένωσης να σέβονται τις απαιτήσεις που απορρέουν από την αρχή του κράτους δικαίου, ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ότι ο εθνικός δικαστής από τη μία ενδυναμώνει την εξουσία του ως σύνδεσμος δύο εννόμων τάξεων (εθνικής και ενωσιακής), από την άλλη όμως καθίσταται υποκείμενος του ελέγχου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τόνισε την ανάγκη, τέλος, τα κράτη-μέλη να επαναπροσδιορίσουν την εθνική τους δικαιοδοσία, η οποία «πλέον έχει περιαχθεί στη διάκριση του δικαστηρίων της Ένωσης» με μία αναμόρφωση των συνθηκών που θα εξορθολογίσει το ενωσιακό οικοδόμημα και θα επιτρέψει χωρίς κραδασμούς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.


Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ