Η κατηγορούμενη κάνει λόγο για «τυχαία στοιχεία» στα οποία -όπως λέει- βασίζεται η κατηγορία, ενώ επισημαίνει ότι ως μητέρα της Τζωρτζίνας, εκείνη όφειλε να είναι η σύνοδος του παιδιού στο νοσοκομείο.
Για μια πρωτάκουστη και επονείδιστη κατηγορία, την οποία της προσάπτουν για να «καλυφθούν ευθύνες άλλων» κάνει λόγο στο απολογητικό της υπόμνημα η Ρούλα Πισπιρίγκου. Η 33χρονη που έφυγε με σκυμμένο το κεφάλι από την Ευελπίδων, φέρεται να μην περίμενε την προφυλάκισή της, ενώ αρνήθηκε πλήρως τις κατηγορίες λέγοντας πως «η Τζωρτζινα ήταν η μεγάλη μου αδυναμία».
«Αρνούμαι στο σύνολο της την αποδιδόμενη σε μένα κατηγορία, ποτέ δεν επιδίωξα, επιθύμησα ή προκάλεσα το θάνατο του παιδιού μου. Καμιά μητέρα δεν μπορεί να κάνει κακό στο ίδιο της το παιδί. Η Τζωρτζίνα ήταν το πρώτο μου παιδί και αποτελούσε την μεγάλη μου αδυναμία. Ο θάνατος της, που ακολούθησε τα τραγικά περιστατικά που είχαν λάβει χώρα σε βάρος των δύο άλλων παιδιών τα οποία είχαν νωρίτερα χάσει τη ζωή τους από άλλες αιτίες, ήρθε ως τελειωτικό χτύπημα για μένα, ενώ αποτελούσε και το τελειωτικό χτύπημα σε βάρος της οικογένειας μου, η ενότητα της οποίας άρχισε μετά από τα ανωτέρω τραγικά γεγονότα να κλυδωνίζεται μέχρι σημείου να έχει σήμερα σχεδόν διαλυθεί οριστικά» αναφέρει στο απολογητικό της υπόμνημα.
Η κατηγορούμενη κάνει λόγο για «τυχαία στοιχεία» στα οποία -όπως λέει- βασίζεται η κατηγορία, ενώ επισημαίνει ότι ως μητέρα της Τζωρτζίνας, εκείνη όφειλε να είναι η σύνοδος του παιδιού στο νοσοκομείο. Απαντώντας στις αιτιάσεις του κατηγορητηρίου που ήθελαν την μικρή Τζωρτζίνα να παθαίνει όλα τα επεισόδια πάντοτε εκτός ΜΕΘ, η 33χρονη φέρεται να απαντά ότι αυτό συνέβη επειδή ο χρόνος νοσηλείας στις ΜΕΘ κάθε νοσοκομείου ήταν συγκριτικά ελάχιστος σε σχέση με το χρόνο νοσηλείας στο θάλαμο της κάθε παιδιατρικής κλινικής.
Η ίδια εκθέτει δυο λόγους για τους οποίους είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι η κεταμίνη δόθηκε από εκείνη στο παιδί. Σύμφωνα με όσα αναφέρει, «η συγκεκριμένη ουσία δεν διατίθεται σε φαρμακεία και διακινείται αποκλειστικά από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς σε αυστηρά περιορισμένο πλαίσιο, μόνο σε 2 χρήσεις μία από τις οποίες είναι η Παιδοχειρουργική. Άρα είναι προφανές ότι στο συγκεκριμένο παιδιατρικό νοσηλευτικό ίδρυμα η σχετική ουσία υπάρχει και υπήρχε κατά την ημερομηνία θανάτου του παιδιού μου».
Σημειώνεται, ότι φέρεται να έχει υποβάλλει διπλό αίτημα για το εάν την τελευταία τριετία η ΜΕΘ του νοσοκομείου έχει προμηθευτεί την ουσία κεταμίνη και δεύτερον αν τηρείται αρχείο των προσώπων που λαμβάνουν ποσότητα της συγκεκριμένης ουσίας και σε περίπτωση θετικής απόκρισης, εάν το χρονικό διάστημα 27-29/1/2022 έχει ληφθεί από το φαρμακείο του νοσοκομείου ποσότητα της ουσίας.
Η ίδια επισημαίνει, ότι «σύμφωνα με τις καταθέσεις των γιατρών ο χρόνος επίδρασης φαρμακευτικής ουσίας κεταμίνη είναι από 1 έως 20 λεπτά, ανάλογα με τον τρόπο χορήγησης. Πάντα με βάση τις ίδιες καταθέσεις από εμένα ζητήθηκε να εξέλθω του δωματίου στο οποίο γινόταν προσπάθειες ανάνηψης του παιδιού μου, άμεσα με την έλευση των γιατρών τις ΜΕΘ, που αναφέρεται σε χρόνο 3 λεπτών από την ενημέρωση που έκανα στη νοσηλεύτρια. Οι ανωτέρω γιατροί τοποθετούν χρονικά το θάνατο του παιδιού μου στις 14.30, οπότε προσδιορίζουν τα κρίσιμα 20 λεπτά στο χρονικό διάστημα μεταξύ 14.10 – 14.30, δηλαδή σε χρόνο που δίπλα στο παιδί μου βρισκόμουν εγώ.
Ωστόσο, όπως υποστηρίζει η ίδια, από τα καρδιογραφήματα που της εστάλησαν μέσω sms από τον παιδοκαρδιολόγο, στις 15.10 καταγράφεται μηχανικά το γεγονός ότι η Τζωρτζίνα ήταν ακόμη ζωντανή γιατί φαίνεται ότι λειτουργούσε ο απινιδωτής με την βηματοδότική του λειτουργία με ηλεκτρική ανταπόκριση της καρδιάς του παιδιού. «Άρα το κρίσιμο εικοσάλεπτο, εντός του οποίου φέρεται, να χρειάζεται αυτή ουσία για να προκαλέσει το θάνατο, τότε η χορήγηση της έχει γίνει περίπου στις 14.50, δηλαδή σε χρόνο που από εμένα έχει ζητηθεί η αποχώρηση μου από το δωμάτιο, εντός του οποίου παρέμειναν μόνο γιατροί και νοσηλευτές».
Μάλιστα, όπως αναφέρει στο υπόμνημα της, «υπό αυτές τις συνθήκες είναι εξαιρετικά πιθανό να χορηγήθηκε αυτή ουσία στην Τζωρτζίνα από ιατρικό λάθος, υπό την πίεση της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί, διότι σε διαφορετική περίπτωση μου είναι αδύνατο να σκεφτώ τι θα μπορούσε να έχει γίνει και δεν μπορώ να δώσω κάποια άλλη εκδοχή».
Ζητώντας να μην προφυλακιστεί, η 33χρονη αναφέρει στο απολογητικό της υπόμνημα μεταξύ άλλων: «Σας δηλώνω ότι δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση να «χάσω» την παραμικρή ευκαιρία για να διακηρύξω την αθωότητά μου για την κατάφωρα άδικη, πρωτάκουστή, εξωπραγματική και επονείδιστη κατηγορία που μου προσάπτετε. Για το λόγο αυτό θα εμφανιστώ αυτοπροσώπως όποτε κληθώ εως ότου τελικά δικαιωθώ και απαλλαγώ από την κατάφορη αδικία που με βαραίνει, ενώ ρήτα δηλώνω ότι επιφυλάσσομαι παντός νόμιμου δικαιώματος μου, για όλους όσους με κατέστησαν κατηγορούμενη στα μάτια όλης της κοινωνίας, προφανώς για να συγκαλύψουν τις δικές τους ευθύνες για την απώλεια της ζωής της θυγατέρας μου».