Κατά την αρχαιότητα οι συνηθισμένοι λόγοι μετακίνησης των ανθρώπων ήταν ο πόλεμος, η λατρεία, το εμπόριο και οι πολιτικές αποστολές. Για να μπορέσει κάποιος να μετακινηθεί στη στεριά εκείνη την εποχή είχε να επιλέξει ανάμεσα στην πεζοπορία και στη χρήση υποζυγίου ή άμαξας. Όταν κάποιος επέλεγε να μετακινηθεί ιππεύοντας, τότε συνήθως χρησιμοποιούταν είτε μουλάρι είτε γάιδαρος, καθώς ήταν αρκετά σπάνια η χρήση του αλόγου στις χερσαίες μεταφορές.
Βέβαια, βασικό συγκοινωνιακό μέσο υπήρξε και η άμαξα και μάλιστα υπήρχαν πολυσύχναστοι αμαξήλατοι δρόμοι που διέσχιζαν την Ελλάδα και διευκόλυναν την επικοινωνία των Ελλήνων στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα, στη Θεσσαλία, στην Αττική, στη Δυτική Ελλάδα και στη Μακεδονία. Οι δίτροχες ή οι τετράτροχες άμαξες κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος της μεταφοράς του εμπορικού φορτίου στη στεριά. Για την μετακίνηση των πεζών και των υποζυγίων χρησιμοποιούνταν οι ατραποί, δηλαδή μονοπάτια, ενώ οι αμαξήλατοι δρόμοι είχαν κατασκευαστεί για να διέρχονται άμαξες.
Στις πεδινές περιοχές, οι αρχαίοι Έλληνες κατασκεύαζαν τους δρόμους με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να διέρχεται με ασφάλεια η άμαξα και να μην βουλιάζει από τις βροχές. Για την κατασκευή του οδοστρώματος χρησιμοποιούσαν το πατημένο χώμα μαζί με χαλίκια, κροκάλες ή ακόμη και σπασμένα κεραμίδια. Στις ορεινές και βραχώδεις περιοχές πάλι λάξευαν επάνω στα βράχια αυλάκια, χαράζοντας την κοίτη της διαδρομής και έτσι οι τροχοί της άμαξας κινούνταν μέσα στις αρματοτροχιές χωρίς να μπορεί να λοξοδρομήσει. Με λίγα λόγια, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που κατασκεύασαν έναν τύπο σιδηρόδρομου.
Οι αμαξήλατοι δρόμοι βέβαια ήταν πολύ στενοί στις βραχώδεις περιοχές και επιτρεπόταν η διέλευση μόνο μίας άμαξας κάθε φορά. Αν τύχαινε να συναντηθούν δύο άμαξες που κινούνταν σε αντίθετη κατεύθυνση, επειδή ήταν αδύνατο να χωρέσουν στο δρόμο και υπήρχε ο κίνδυνος να εκτραπεί εκτός του δρόμου ή μία εξ αυτών, πιθανότατα υπήρχαν κάποια άτομα τοποθετημένα σε κομβικά σημεία ώστε να ειδοποιούν για την κίνηση στους δρόμους. Στους δρόμους που βρίσκονταν στην πεδιάδα η κίνηση γινόταν με μεγαλύτερη ασφάλεια και ελευθερία, καθώς υπήρχαν και δρόμοι που χωρούσαν δύο ή και τρεις άμαξες ταυτόχρονα.