Δραματικές είναι οι ιστορίες που έρχονται στο φως της δημοσιότητας κατά τη δεύτερη μέρα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία
Πριν ακόμα ξημερώσει ο Γιούρι Ζιχάνοφ ξύπνησε από τις κραυγές της μητέρας του και καλυμμένος από σκόνη. Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί της δεύτερης ημέρας της εισβολής στα περίχωρα της πρωτεύουσας της Ουκρανίας, Κιέβου, έπληξαν το κτήριο στο οποίο μένει με την οικογένειά του.
Ο Ζιχάνοφ και η οικογένειά του την Παρασκευή (25/2) μάζεψαν τα πράγματά τους εγκατέλειψαν την εστία τους, ανάμεσα στον καπνό και τον ήχο των συναγερμών αυτοκινήτων.
Κόπωση και σοκ είναι τα συναισθήματα που επικρατούν καθώς οι άνθρωποι έβγαιναν από καταφύγια και τα υπόγεια του μετρό χωρίς να ξέρουν τι τους επιφυλάσσει η σημερινή μέρα.
Όσοι ήταν τόσο κουρασμένοι και δεν ξυπνούσαν από τις εκρήξεις, ξύπνησαν από τις σειρήνες της πόλης. Στη συνέχεια ήρθε η είδηση ότι οι ρωσικές δυνάμεις είχαν προχωρήσει στα περίχωρα της πρωτεύουσας.
Η Ρωσία είπε ότι δεν στοχεύει κατοικημένες περιοχές, ωστόσο οι μάχες έμοιαζαν να μαίνονται πολύ κοντά.
Το σώμα ενός νεκρού στρατιώτη εντοπίστηκε κοντά σε μια υπόγεια διάβαση του Κιέβου. Σε άλλα σημεία, θραύσματα αεροσκάφους που συνετρίβη κάπνιζαν σε κατοικημένη περιοχή.
Τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού κινούνταν τους δρόμους της πόλης. Στρατιώτες σε άδειες γέφυρες εγκατέστησαν θέσεις άμυνας, ενώ οι κάτοικοι στέκονταν ανήσυχοι στις πόρτες των πολυκατοικιών και παρακολουθούσαν.
Έξω από ένα μοναστήρι, μια γυναίκα σήκωσε τα χέρια της προς μια αγιογραφία και άρχισε να προσεύχεται. Στο λιμάνι της Μαριούπολης, μια νεαρή κοπέλα ονόματι Βλάντα ευχήθηκε να σταματήσει η επίθεση.
«Δεν θέλω να πεθάνω», είπε. «Θέλω όλο αυτό να τελειώσει το συντομότερο δυνατό».
Η αβεβαιότητα επέτεινε τον φόβο. Σε έναν δρόμο στην περιοχή Όμπολον, δημοσιογράφοι του Associated Press είδαν ένα κατεστραμμένο στρατιωτικό φορτηγό, με τα ελαστικά του ξεφουσκωμένα. Το φορτηγό δεν είχε εμφανή διακριτικά και δεν ήταν σαφές εάν επρόκειτο για όχημα της Ουκρανίας ή της Ρωσίας.
Στην πόλη Χορλίβκα, στην περιοχή που κατείχαν οι φιλορώσοι αντάρτες, ένα σώμα καλυμμένο με μια κουβέρτα κειτόταν έξω από ένα σπίτι που είχε χτυπηθεί. Ένας άντρας που στεκόταν κοντά μιλούσε στο τηλέφωνο.
«Ναι, η μαμά έφυγε, αυτό είναι όλο», είπε. «Αυτό είναι, η μαμά έφυγε».
Σημειώνεται πως το γραφείο του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα είπε ότι λαμβάνει αυξανόμενες αναφορές για απώλειες αμάχων, με τουλάχιστον 25 θανάτους να έχουν επαληθευτεί, κυρίως από βομβαρδισμούς και αεροπορικές επιδρομές. «Τα νούμερα, θα μπορούσαν να είναι πολύ μεγαλύτερα», δήλωσε η εκπρόσωπος της υπηρεσίας, Ραβίνα Σαμντασάνι.
Μερικοί πολίτες πήγαν ως τα σύνορα με τα πόδια, μεταφέροντας αποσκευές. «Είναι λυπηρό που φτάσαμε εδώ σε αυτή την ηλικία, αντιμετωπίζοντας έναν πόλεμο», είπε η Μαρίκα Σίπος, η οποία είχε φύγει από το σπίτι της στην Κόσον.
Σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό ακριβώς απέναντι από τα σύνορα με την Πολωνία, εκατοντάδες άνθρωποι από την Ουκρανία αναζήτησαν καταφύγιο. Κάποιοι κουλουριάστηκαν σε κούνιες, προσπαθώντας να κοιμηθούν. Μια γυναίκα χάιδεψε τα μαλλιά μιας νεαρής κοπέλας.
Ένας από αυτούς στον σταθμό ήταν ο Αντρέι Μπόρισοφ, ο οποίος είπε ότι άκουσε βιαστικά κάτι που πετούσε πάνω από το κεφάλι του και μετά μια έκρηξη καθώς έσπευσε να προλάβει ένα τρένο από το Κίεβο.
Κάποιοι δίστασαν να φύγουν, ακόμη και όταν στέκονταν στις σιδηροδρομικές αποβάθρες.
Στην Κοστιαντινιβκα, μια περιοχή που ελέγχεται από την κυβέρνηση στην αποσχισθείσα περιοχή του του Ντόνετσκ, μια γυναίκα φαινόταν αναποφάσιστη.
«Είναι 50-50 για το αν αξίζει να φύγω ή όχι», είπε. «Αλλά δεν θα ήταν κακό να φύγω για μερικές μέρες, για ένα Σαββατοκύριακο».
Άλλοι που εγκαταλείπουν την Ουκρανία γνωρίζουν ότι μπορεί να χρειαστούν πολύ περισσότερο χρόνο για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.