Η στρατηγική συμφωνία Ελλάδας-Γαλλία, είναι από αυτές που λαμβάνουν το χαρακτηρισμό «game changer». Αλλάζουν εν τοις πράγμασι το γεωπολιτικό παιχνίδι, μεταβάλλουν τις ισορροπίες, θωρακίζουν αμυντικά τη χώρα μας έναντι της Τουρκίας και δημιουργούν νέα δεδομένα στην Ανατολική Μεσόγειο, στο Αιγαίο, αλλά και σ’ όλη την Ευρώπη, η οποία «ψάχνεται» για την αμυντική ενοποίηση κα τη γεωστρατηγική της αναβάθμιση. Το πλαίσιο της ελληνογαλλικής συμφωνίας δείχνει τον δρόμο…
Γράφει ο Νώντας Βλάχος
Αυτό, όμως, που απορρέει ως εξόχως σημαντικό για την Αθήνα, είναι το γεγονός ότι εξασφαλίζει την αμυντική συνδρομή της Γαλλίας, όταν απειληθεί, ακόμη και από χώρα μέρος του ΝΑΤΟ, όπως είναι η Τουρκία. Το άρθρο 2 της συμφωνίας περιγράφει με λεπτομέρειες τη «λειτουργία» της ρήτρας για την αμοιβαία αμυντική συνδρομή, η οποία ενεργοποιείται όταν μια χώρα δεχθεί επίθεση. Μια τεράστια σε ισχύ στρατιωτική δύναμη, για όσους δεν το ενθυμούνται και πυρηνική, η οποία βάσει της συμφωνίας, θα βρίσκεται στο πλευρό της Ελλάδας, όταν αυτό κριθεί αναγκαίο.
Η Γαλλία, ελέω και της αναθεώρησης της γεωπολιτικής στόχευσης των ΗΠΑ, που στρέφονται στη ζώνη του Ειρηνικού με απώτερο στόχο τον περιορισμό της Κίνας, αναλαμβάνει τον ρόλο του τοποτηρητή στην Ανατολική Μεσόγειο. Το γεγονός αυτό, συνεπάγεται ότι οι γαλλικές αεροναυτικές δυνάμεις θα είναι πιο ενεργές και δραστήριες στην περιοχή, έχοντας με βάση τη συμφωνία, πάντα «λοκαρισμένο» το Αιγαίο και τα λοιπά πεδία ελληνικού ενδιαφέροντος.
Απορρέουν και για την Ελλάδα υποχρεώσεις, όπως είναι λογικό. από τη ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής. Η χώρα μας ενδεχομένως να κληθεί να αποστείλει στρατιωτικές μονάδες, σε σημεία του πλανήτη όπου η Γαλλία «επιχειρεί» στρατιωτικά και έχει άμεσα γεωπολιτικά συμφέροντα.
Σε κάθε περίπτωση όμως το asset της Γαλλίας αποτελεί από μόνο του, έναν σπουδαίο αποτρεπτικό παράγοντα για την Τουρκία και μέσω του αμυντικού δόγματος που θα αναπτύξει με την Ελλάδα, δημιουργεί μια συμπαγή ασπίδα προστασίας στο Αιγαίο. Επιπρόσθετα η Αθήνα αναβαθμίζεται γεωπολιτικά, καθότι αποτελεί πλέον εταίρος μιας ισχυρής αμυντικής συμμαχίας, με σημαίνοντα ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό προφανώς και δύναται να λειτουργήσει θετικά για την Ελλάδα, στις «συμμαχίες» που επιχειρεί να χτίσει στην ευρύτερη περιοχή, με χώρες όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ και άλλες.
Υπάρχει, αναμφίβολα και η αμιγώς στρατιωτική πτυχή της συμφωνίας, με την αγορά από την Ελλάδα 3+1 φρεγατών Belhara, αλλά και τριών κορβετών, που έχουν τη δυνατότητα άρτια συνεργασίας με τα ήδη αποκτηθέντα Rafale. Είναι ολοφάνερο ότι η πολλαπλασιάζεται η δύναμη πυρός της χώρας και στέλνεται ένα αποφασιστικό μήνυμα αποτροπής προς την Τουρκία και τον Ταγίπ Ερντογάν.
Η συγκεκριμένη συμφωνία, πέραν όλων των παραπάνω, έχει και ένα βαθύτερο ευρωπαϊκό συμβολισμό αλλά και νόημα. Δείχνει τον δρόμο, δύναται να αποτελέσει τον οδηγό για την Ευρώπη για το πώς χώρες μέλη της Ε.Ε, μπορούν να συνεργαστούν αμυντικά και γεωπολιτικά, διαμορφώνοντας ένα ενιαίο δόγμα που θα εξυπηρετεί αμφοτέρους. Τη στιγμή που ολοένα και περισσότεροι εντός των Βρυξελλών, αντιλαμβάνονται τη μέγιστη ανάγκη για την Ευρώπη, να αυτονομηθεί στρατηγικά (διπλωματικά αλλά κυρίως αμυντικά), η συμφωνία Ελλάδας και Γαλλίας, δεικνύει ότι είναι εφικτό. Προσφέρει το πρωτόλειο εκείνο πλαίσιο δομής και λειτουργίας, που είναι ικανό, αν βεβαίως «καλλιεργηθεί» σωστά και μεθοδικά, να παράξει χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς η Ε.Ε μπορεί να δημιουργήσει και να χρησιμοποιεί τον λεγόμενο ευρωστρατό, κινούμενη με σταθερά βήματα προς την ουσιαστική γεωπολιτική αναβάθμιση της.
Σε πρώτο επίπεδο, με άμεση, μάλιστα, χρονική επίδραση, και αυτό έχει τη μεγάλη σημασία του, η στρατηγική συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας ενισχύει την ευρωπαϊκή άμυνα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, σε μια περίοδο που η Τουρκία δείχνει διατεθειμένη να «εξαντλήσει» το ρεπερτόριο των προκλήσεων, της ακραίας ρητορικής και των επιθέσεων πάσης φύσεως.