Το βιβλίο με τίτλο White Malice περιγράφει πώς η CIA χρησιμοποίησε μια περιοδεία του Λούις Άρμστρονγκ προκειμένου να πετύχει τη δολοφονία του τότε ηγέτη του Κονγκό
Ήταν ένα αξιομνημόνευτο απόγευμα: Ο Λούις Άρμστρονγκ, η σύζυγός του και ένας διπλωμάτης από την πρεσβεία των ΗΠΑ ήταν για φαγητό σε ένα εστιατόριο της πόλης που ακόμα τότε λεγόταν Λέοπολντβιλ, της πρωτεύουσας, δηλαδή, του νεοανεξάρτητου Κονγκό.
Ο τρομπετίστας, τραγουδιστής και επικεφαλής μπάντας, ο οποίος είχε το παρατσούκλι Σάτσμο, βρισκόταν στο μέσο της περιοδείας του στην Αφρική που θα διεξαγόταν για αρκετούς μήνες και είχε οργανωθεί και υποστηριχθεί από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε μια προσπάθεια να βελτιωθεί η εικόνα των ΗΠΑ σε αρκετές χώρες που είχαν μόλις κατακτήσει την ανεξαρτησία τους από τα αποικιακά καθεστώτα.
Αυτό που δεν γνώριζε ο Άρμστρονγκ ήταν ότι ο οικοδεσπότης του εκείνη τη βραδιά του Νοεμβρίου του 1960 δεν ήταν ένας διπλωματικός ακόλουθος όπως του είχαν περιγράψει αλλά ο επικεφαλής της CIA στο Κονγκό. Ο Άρμστρονγκ ήταν, επίσης, εντελώς ανυποψίαστος για τον τρόπο με τον οποίο η φήμη του είχε επιτρέψει στον κατάσκοπο που έπιανε κουβέντα κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο πρώτο πιάτο του δείπνου να αλιεύσει κρίσιμες πληροφορίες για αυτό που θα αποτελούσε τελικά μια από τις πιο αμφιλεγόμενες επιχειρήσεις ολόκληρου του Ψυχρού Πολέμου.
«Ο Λούις Άρμστρονγκ ήταν στην πραγματικότητα ένας Δούρειος Ίππος για τη CIA κι αυτό ήταν απόλυτα θλιβερό. Τον επιστράτυεσαν για να εξυπηρετήσουν έναν σκοπό που ήταν εντελώς αντίθετος σε ό,τι εκείνος πίστευε ως σωστό ή λάθος» εξηγεί η ερευνήτρια στο London University’s School of Advanced Study, Σούζαν Γουίλιαμς, η οποία υπογράφει το βιβλίο με τίτλο White Malice, στο οποίο αποκαλύπτεται το εκτεταμένο εύρος της δράσης της CIA στις χώρες της Κεντρικής και Νότιας Αφρικής σε όλη τη δεκαετία του ΄50 και στι αρχές της δεκαετίας του ’60.
Τα έγγραφα που ανακάλυψε η Γουίλιαμς στα αρχεία του ΟΗΕ κατά τη διάρκεια της πενταετούς έρευνάς της υποδηλώνουν ότι ο οικοδεσπότης του Λούις Άρμστρονγκ, ο σταθμάρχης της CIA, Λάρι Ντέβλιν, και άλλοι αξιωματικοί των κατασκοπευτικών υπηρεσιών των ΗΠΑ που βρίσκονταν στο Κονγκό χρησιμοποιούσαν ως κάλυψη την επίσκεψη του διάσημου μουσικού προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στην στρατηγικά σημαντική και πολύ πλούσια επαρχία Κατάνγκα του Κονγκό, η οποία είχε πρόσφατα αποσχιστεί. Οι ΗΠΑ αν και θετικά διακείμενες προς την ατζέντα του επικεφαλής της συγκεκριμένης επαρχίας, εντούτοις δεν είχαν αναγνωρίσει επίσημα την αυτοανακηρυγμένη κυβέρνησή της.
Η CIA ενδιαφερόταν για την Κατάνγκα και τους ανώτερους αξιωματούχους της τους οποίους δεν είχαν άλλο τρόπο να συναντήσουν για τις μεταλλευτικές υποδομές της από τις οποίες παράγονταν 1.500 τόνοι ουρανίου με τεράστιες δυνατότητες να εκμεταλλευτούν περισσότερους. Η περιοδεία του Άρμστρονγκ στην Κατάνγκα αποτελούσε την τέλεια ευκαιρία οπότε ο Ντέβλιν και οι υπόλοιποι αξιωματούχοι ταξίδεψαν από την πρωτεύουσα του Κονγκό μαζί με τον διάσημο μουσικό και το συγκρότημά του. «Χρειάζονταν μια κάλυψη και αυτό (σ.σ. η περιοδεία) τους την έδωσε» λέει η Γουίλιαμς.
Υπήρχε, όμως, και κάτι άλλο που αγνοούσε ο Λούις Άρμστρονγκ, ο οποίος είχε αποσυρθεί από μια παρόμοια περιοδεία στην τότε Σοβιετική Ένωση, τρία χρόνια νωρίτερα, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τα φαινόμενα ρατσισμού στις ΗΠΑ. Η CIA στο Κονγκό, με επικεφαλής τον Ντέβλιν, προσπαθούσε να δολοφονήσει τον πρώτο δημοκρατικά εκλεγμένο πρωθυπουργό της χώρας, τον 35χρονο τότε Πατρίς Λουμούμπα, επειδή οι αμερικανικές υπηρεσίες φοβόντουσαν ότι θα οδηγούσε τη χώρα της Αφρικής στο σοβιετικό στρατόπεδο. Οι ιστορικοί, πάντως, σήμερα πιστεύουν ότι ο Λουμούμπα, ο εθνικιστής ηγέτης του Κονγκό, αυτό που ήθελε για τη χώρα του ήταν να παραμείνει ουδέτερη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Σε μια απόσταση λίγο μεγαλύτερη από ένα χιλιόμετρο από το σημείο στο οποίο δείπνησαν ο Άρμστρονγκ με τον Ντέβλιν, ο Λουμούμπα ήταν κρατούμενος στην προεδρική κατοικία από στρατιώτες πιστούς στον Ζόσεφ-Ντεζιρέ Μομπούτου τον νεαρό επικεφαλής του στρατού ο οποίος συνεργαζόταν στενά με τη CIA και είχε πάρει στα χέρια του την εξουσία λίγες εβδομάδες νωρίτερα.
Μέσα σε δύο μήνες από την περιοδεία του Άρμστρονγκ ο Λουμούμπα έπεσε θύμα δολοφονίας στην Κατάνγκα από αξιωματούχους της επαρχίας και αστυνομικούς από το Βέλγιο με τον Μομπούτου να εδραιώνει την παρουσία του στο Κονγκό και τελικά να εξελίσσεται σε “πελάτη” των ΗΠΑ. Κάποια χρόνια αργότερα ο Ντέβλιν αποκάλυψε ότι υπεύθυνη για τη δολοφονία ήταν η CIA καθώς απαντώντας στα πλαίσια έρευνας του Αμερικανικού Κογκρέσου είπε ότι «το πραξικόπημα του Μομπούτου το οργάνωσε, το στήριξε και στην πραγματικότητα το ενορχήστρωσε η CIA».
Η δολοφονία Λουμούμπα αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα επεισόδια της εποχής του Ψυχρού Πολέμου και προκάλεσε οργή σε όλο τον κόσμο. Αν και η CIA αποδέχθηκε την ευθύνη για το πραξικόπημα που οδήγησε στη δολοφονία Λουμούμπα, πάντα αρνιόταν την εμπλοκή. Το 1975 ο Ντέβλιν είπε στα πλαίσια κυβερνητικής έρευνας στις ΗΠΑ ότι η αμερικανική μυστική υπηρεσία προσπαθούσε να δολοφονήσει τον εθνικιστή ηγέτη τους μήνες πριν την πραγματική δολοφονία του και είχε τερματίσει την επιχείρηση αυτή για μεγάλο διάστημα πριν τον φόνο του Λουμούμπα.
Η Γουίλιαμς, ωστόσο, βρήκε αποδείξεις που δημιουργούν «ρωγμές» στην αξιοπιστία της κατάθεσης του Ντέβλιν. Προσφατώς αποχαρακτηρισμένα έγγραφα δείχνουν ότι ο σταθμάρχης της CIA στο Κονγκό είχε στείλει έναν πράκτορα με την κωδική ονομασία WI/ROGUE στην πόλη Θίσβιλ, στην οποία ο Λουμούμπα ήταν κρατούμενος τις εβδομάδες πριν τη δολοφονία του, στο διάστημα, δηλαδή, κατά το οποίο ο Ντέβλιν δήλωνε ότι η αμερικανική μυστική υπηρεσία είχε σταματήσει να ενδιαφέρεται για το ενδεχόμενο να δολοφονήσει τον δημοφιλή πολιτικό.
«Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς έκανε ο πράκτορας WI/ROGUE στην πόλη αυτή άλλα η παρουσία του εκεί τουλάχιστον υπονομεύει την αξιοπιστία της κατάθεσης του σταθμάρχη της CIA στο Κονγκό» τονίζει η Γουίλιαμς
Η CIA είχε ξεκινήσει την ανάπτυξη ενός δικτύου πρακτόρων, επί πληρωμή πληροφοριοδοτών, συνεργατών και πελατών στην Αφρική σχεδόν αμέσως μετά την ίδρυσή της, το 1947 βασιζόμενη στο έργο που είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μέχρι το 1960 το δίκτυο αυτό είχε συμπεριλάβει εμπορικούς παίχτες, επιχειρηματίες, οργανισμούς με πολιτισμικό και εκπαιδευτικό αντικείμενο, επιχειρήσεις, ακόμα και αεροπορικές εταιρείες.
Η CIA, όπως αναφέρεται στο άρθρο του Guardian, για τα παιχνίδια κατασκόπων με την εμπλοκή του Λούις Άρμστρονγκ, ενεπλάκη τελικά σε ορισμένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην μετα-αποικιακή ιστορία της Αφρικής.
Το 1962 μια πληροφορία από κατασκόπους της CIA στο καθεστώς του Απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική πιστεύεται ότι μπορεί να οδήγησε στη σύλληψη του Νέλσον Μαντέλα, ο οποίος έμεινε στη φυλακή για συνολικά 27 χρόνια, ενώ η αμερικανική μυστική υπηρεσία κατηγορείται και για την ανατροπή του πρώτου προέδρου της Γκάνας, Κουάμε Νκρούμα, με στρατιωτικό πραξικόπημα το 1966.
«Η τραγωδία είναι ότι τόσο ο Νκρούμα όσο και ο Λουμούμπα αλλά και ένας σημαντικός αριθμός ηγετών κρατών της Αφρικής δεν ήταν αντίθετοι στις ΗΠΑ. Ήθελαν φιλικές σχέσεις με τις ΗΠΑ αλλά, επειδή την ίδια ώρα δεν ήταν ξεκάθαρα αντίθετοι με τη Σοβιετική Ένωση, η Ουάσινγκτον τους αντιμετώπιζε ως εχθρούς. Η στάση που επικρατούσε τότε ήταν στη λογική: είτε είσαι μαζί μας είτε είσαι εναντίον μας» εξηγεί η Γουίλιαμς.
Ο Άρμστρονγκ ο οποίος ταξίδεψε στο Κονγκό σε ηλικία 59 ετών, εμπνεύστηκε από τις εμπειρίες του στο ταξίδι αυτό και έγραψε τη μουσική για το The Real Ambassadors που έγραψαν οι Ντέιβ και Αϊόλα Μπρούμπεκ, απηχώντας τα αμφιλεγόμενα συναισθήματά του για τη συμμετοχή του στις δημόσιες σχέσεις των ΗΠΑ στην Αγρική. «Αν και εκπροσώπω την κυβέρνησή μου, η κυβέρνηση δεν εκπροσωπεί τις πολιτικές που στηρίζω εγώ» είχε αναφέρει χαρακτηριστικά στο έργο αυτό ο Λούις Άρμστρονγκ.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.