Συνεχίζεται το καθοδικό ράλι για τους ελληνικούς κρατικούς τίτλους, καθώς το δεκαετές ομόλογο βρίσκεται κοντά στα επίπεδα-ρεκόρ και η διαπραγμάτευσή του γίνεται πέριξ του 0,53%.
Εν μέσω θέρους και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ευνοεί ευρύτερα την αγορά ομολόγων, το ελληνικό δεκαετές κινείται στο 0,538%, από 0,60% στα τέλη Ιουλίου και 0,90% στις αρχές Ιουλίου.
Το spread, δηλαδή η διαφορά απόδοσης του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου με το αντίστοιχο γερμανικό ομόλογο αναφοράς διαμορφώνεται στις 103 μονάδες βάσης.
Οι εκτιμήσεις δείχνουν διατήρηση του εν λόγω κλίματος στην ελληνική αγορά ομολόγων για όλο το καλοκαίρι.
Εξελίξεις αναμένονται από τον Σεπτέμβριο όπου έπειτα από μία επιτυχημένη σεζόν στις εκδόσεις ομολόγων η Ελλάδα δίνει ραντεβού με τις αγορές από το φθινόπωρο. Οι πληροφορίες κάνουν λόγο για πιθανή άντληση 1-2 δισ. ευρώ, όπου και ο ετήσιος προγραμματισμός ενδεχομένως να ανέλθει στα συνολικά 14-15 δισ. ευρώ.
Στελέχη της αγοράς δεν αποκλείουν πως μετά το τέλος του καλοκαιριού οι αποδόσεις ενδεχομένως να σημειώσουν μια άνοδο. Εξαρτάται από το πώς θα εξελιχθεί η συζήτηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο για τη διαχείριση της μετα-Covid εποχής και ίσως υπάρξουν διακυμάνσεις έως το τέλος χρόνου.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους εκτιμάται πως τα αρνητικά επιτόκια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το φθηνό χρήμα στην ευρωζώνη θα διατηρηθούν έως και το 2025, με την ποσοτική χαλάρωση να συνεχίζεται. Αναφορικά με τη βραχυπρόθεσμη περίοδο προβλέπει πως η ΕΚΤ θα διατηρήσει τον τρέχοντα ρυθμό αγορών ομολόγων έως και το φθινόπωρο ή τον Δεκέμβριο, και όταν πάρει τη σκυτάλη το tapering θα έρθει σταδιακά – και εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Προβλέπεται πως μόλις λήξει το έκτακτο πρόγραμμα (PEPP), η ΕΚΤ θα ανεβάσει τους ρυθμούς αγορών με το κλασικό QE μέχρι και το τέλος του 2023, προσθέτοντας σε αυτό το πρόγραμμα μερικές από τις ευελιξίες του PEPP. Εξάλλου, τόσο οι πληροφορίες από αρμόδιες πηγές, όσο και οι προβλέψεις των οικονομολόγων σημειώνουν πως η ΕΚΤ δεν θα αφήσει τα ελληνικά ομόλογα εκτός QE (μετά το τέλος του PEPP) ακόμα και αν η Ελλάδα δεν έχει επενδυτική βαθμίδα.