Στην επισήμανση πως στόχος της κυβέρνησης είναι να επιτευχθεί υψηλή και διατηρήσιμη ανάπτυξη προχώρησε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Όπως τόνισε, το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2022-2025 εμπεριέχει συγκεκριμένους στόχους και καταδεικνύει πώς μπορεί η χώρα να πετύχει ισχυρή ανάκαμψη φέτος και από το 2022 βιώσιμη ανάπτυξη.
Όπως επεσήμανε, το 2021 οι πρώιμοι δείκτες της οικονομίας είναι ενθαρρυντικοί για τους στόχους που έχει θέσει η ελληνική κυβέρνηση”. Ανέφερε ενδεικτικά ότι ο ρυθμός συρρίκνωσης της οικονομίας είναι πολύ ηπιότερος από τις αρχικές εκτιμήσεις όλων, η βιομηχανία της χώρας για έκτο συνεχόμενο μήνα παρουσιάζει αύξηση, η μεταποίηση συνεχώς αυξάνεται, ο δείκτης οικονομικού κλίματος έχει φτάσει σε προ κορωνοϊού επίπεδα, οι καταθέσεις των πολιτών συνεχίζουν να αυξάνονται, παρόλο που άνοιξε η οικονομία και βελτιώνεται η κατανάλωση.
Ακόμη, όπως ανέφερε, και τα κόκκινα δάνεια συνεχίζουν να μειώνονται ενώ χθες βράδυ κατατέθηκε το καινούριο νομοσχέδιο με το οποίο επεκτείνεται το σχέδιο Ηρακλής για να μειωθεί ακόμη περισσότερο ο όγκος των κόκκινων δανείων.
«Η χώρα μέσα στην υγειονομική κρίση αναβαθμίστηκε από τρεις οίκους αξιολόγησης. Στις αγορές χρήματων δανειζόμαστε σταθερά με αρνητικό επιτόκιο. Στις αγορές κεφαλαίου δανειζόμαστε με ιστορικά χαμηλό κόστος», πρόσθεσε. «Έχει ενισχυθεί πολύ η αξιοπιστία της χώρας, η αξιοπιστία της ελληνικής κοινωνίας και της κυβέρνησης».
Ο υπουργός Οικονομικών επεσήμανε ότι ίσως την επόμενη Τρίτη στο Ecofin, να εγκριθεί το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, μαζί με το γερμανικό σχέδιο και κάποια άλλα. Η αποδέσμευση των πρώτων 4 δισ. ευρώ αναμένεται τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο, ενώ εκτιμάται ότι συνολικά η χώρα θα λάβει μέσα στο 2021 τα πρώτα 8 δισ. ευρώ.
Ο κ. Σταϊκούρας επεσήμανε πως η κυβέρνηση θα συνεχίσει να στηρίζει το τμήμα της κοινωνίας, το οποίο πλήττεται, ενώ στο δεύτερο εξάμηνο θα υπάρχουν 4,5 δισ. ευρώ μέτρα στήριξης και έκανε λόγο για συνεπή και συνετή δημοσιονομική πολιτική, με στόχευση μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, ενώ τόνισε πως τα 12,7 δισ. ευρώ δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης θα διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία μέσω δανείων.
«Δώσαμε 41 δισ. ευρώ αυτή τη διετία. Αυτά τα μαζέψαμε κυρίως από εξόδους στις αγορές και με μια σειρά από άλλες πρωτοβουλίες. Δύο χρόνια ότι μαζέψαμε στο ταμείο της χώρας το δώσαμε στην κοινωνία, γι αυτό και αυτή τη στιγμή τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας είναι στα 34-35 δισ. ευρώ, όσα πριν από την υγειονομική κρίση», είπε και σημείωσε ότι έχει βελτιωθεί πάρα πολύ η βιωσιμότητα του χρέους και “θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο από τους υψηλούς ρυθμούς της οικονομικής μεγέθυνσης και από ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα.
Ο ίδιος έθεσε τους στόχους της ελληνικής κυβέρνησης για την επόμενη διετία, οι οποίοι είναι να πετύχει ισχυρούς ρυθμούς δημοσιονομικής μεγέθυνσης από φέτος, έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία το 2022, δημοσιονομική ισορροπία το 2022 και ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023, μονοψήφιο ύψος κόκκινων δανείων το 2022 και επενδυτική βαθμίδα που προϋποθέτει τα προηγούμενα το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Ερωτηθείς αναφορικά με το ρόλο των τραπεζών, ο υπουργός Οικονομικών επεσήμανε πώς η Πολιτεία οφείλει να δημιουργήσει το ευνοϊκό περιβάλλον, ώστε οι τράπεζες να δανείζονται φθηνά και να μην έχουν απώλεια καταθέσεων, όπως είχαν στο παρελθόν και να βοηθήσει τις τράπεζες να μειώσουν τον όγκο των κόκκινων δανείων. Αυτά όπως σημείωσε επιτεύχθηκαν.
«Η Πολιτεία έκανε αυτό που έπρεπε προκειμένου να βοηθήσει το τραπεζικό σύστημα να σταθεί στα πόδια του. Το τραπεζικό σύστημα μέσα στην υγειονομική κρίση έβαλε πλάτη. Έχουν γίνει 250.000 ρυθμίσεις δανείων, αναστολές σε άλλα τόσα δάνεια, ενώ δόθηκαν περίπου 35.000 δάνεια και μάλιστα το 80% είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις», σημείωσε αλλά πρόσθεσε χαρακτηριστικά: «Αυτό δεν αρκεί και ούτε λύνει το πρόβλημα. Υπάρχει ανάγκη, αξιοποιώντας το Ταμείο Ανάκαμψης, να δοθούν πολύ περισσότεροι πόροι από το τραπεζικό σύστημα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και πρέπει να αξιολογηθεί πάλι το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων, λαμβάνοντας υπόψιν ότι έρχονται πολύ περισσότεροι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης».
Ακόμη αναφορικά με τις συγχωνεύσεις των επιχειρήσεων επεσήμανε ότι θα έχουν πολλαπλασιαστικές συνέπειες και για την επιχειρηματικότητα και για τις θέσεις απασχόλησης και για την ευκολία τραπεζικού δανεισμού και για τα δημόσια οικονομικά.
Ερωτηθείς σχετικά με τη στάση της Ευρώπης στη διαχείριση της πανδημίας, ο κ. Σταϊκούρας επεσήμανε ότι συνολικά σαν Ευρώπη, Βορράς και Νότος μαζί, μέσα από συμβιβασμούς, κάναμε πολλά και η Ευρώπη λειτούργησε πολύ καλύτερα, πολύ ταχύτερα, πολύ πιο αποτελεσματικά, σε σχέση με την προηγούμενη οικονομική κρίση.
«Η Ευρώπη έκανε πολλά στην υγειονομική κρίση. Υπάρχουν προκλήσεις μπροστά σε ευρωπαϊκό επίπεδο και δεν είναι εύκολες οι συζητήσεις, αλλά δεν είναι μεμονωμένες οι φωνές», επεσήμανε και προειδοποίησε ότι οι συζητήσεις για το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, που θα ξεκινήσουν το Σεπτέμβριο “δε θα είναι εύκολες οι συζητήσεις, ούτε υπάρχει ταύτιση απόψεων».