Aκούγεται συχνά στον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης: «Πληρώνουμε τα ακριβότερα δημοτικά τέλη στη χώρα».
Η δήλωση αυτή όσο και αν συνοδεύει δικαιολογημένα παράπονα για την ανταπόκριση του Δήμου στις ανάγκες των κατοίκων του, δεν είναι αληθής. Για την ακρίβεια, δεν είναι πλέον αληθής.
Από το 2008 ως το 2013 ο Δήμος Βουλιαγμένης και κατόπιν η Δημοτική Ενότητα Βουλιαγμένης πράγματι είχε έναν από τους υψηλότερους συντελεστές Δημοτικών Τελών στο Λεκανοπέδιο, δηλαδή 2,20 ευρώ το τετραγωνικό. Ωστόσο, έκτοτε ο συντελεστής έπεσε αισθητά και διαμορφώθηκε πλέον ενιαία από το 2016 για όλο τον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης στα 1,52 ευρώ ανά τετραγωνικό (μιλώντας πάντα για τις οικίες).
Χωρίς να είναι ο συντελεστής αυτός χαμηλός, πάντως δεν είναι ο υψηλότερος. Οι κάτοικοι της Δημοτικής Ενότητας Εκάλης χρεώνονται σήμερα με 2,25 ευρώ το τετραγωνικό, στη Φιλοθέη και το Παλαιό Ψυχικό ο ίδιος συντελεστής είναι 1,96, στον Δήμο Αθηναίων 1,55 και στα Καλύβια 1,57. Ακριβότερα δημοτικά τέλη από τα 3Β έχουν ακόμη στον Άλιμο (1,83), στη Νέα Σμύρνη (1,55), στην Πεντέλη (1,85) και στον Δήμο Πειραιά (2,05).
Από την άλλη πλευρά, χαμηλότερους συντελεστές δημοτικών τελών βρίσκουμε σήμερα στη Γλυφάδα (1,45), στο Λαύριο (1,44), στην Ελευσίνα (1,14) και στον Δήμο Ελληνικού Αργυρούπολης (1,15). Στη Δημοτική Ενότητα Κουβαρά ο συντελεστής είναι μόλις 0,92. Γίνεται από την παράθεση και μόνο των αριθμών κατανοητό ότι οι συντελεστές των δημοτικών τελών είναι ανεξάρτητοι από το επίπεδο διαβίωσης σε μια πόλη, από τις υποδομές της ή την τιμή ζώνης στην αξία της γης. Και υπάρχει λόγος γι’ αυτό.
Όποιο και αν είναι το ύψος των τελών που καταβάλλουν μέσω των λογαριασμών κατανάλωσης ρεύματος οι πολίτες, ο προορισμός των πόρων αυτών είναι από τη νομοθεσία πολύ αυστηρά καθορισμένος: Προορίζονται αποκλειστικά για τις ανταποδοτικές υπηρεσίες των Δήμων και συγκεκριμένα για την καθαριότητα και τον ηλεκτροφωτισμό.
Αυτό ισχύει και αντίστροφα: Κανένα έξοδο για απορριμματοφόρα οχήματα, κάδους απορριμμάτων, μισθούς εργατών καθαριότητας, λαμπτήρες οδοφωτισμού ή τέλη ταφής απορριμμάτων δεν μπορεί να καλυφθεί από το γενικό ταμείο ενός Δήμου. Υπάρχουν τα δημοτικά τέλη για τις δαπάνες αυτές.
Συνεπώς, ο καθορισμός του συντελεστή των δημοτικών τελών, μια απόφαση που λαμβάνει το Δημοτικό Συμβούλιο κάθε χρόνο περί τον Οκτώβριο, εξαρτάται αποκλειστικά από τα έσοδα και τα έξοδα των ανταποδοτικών του υπηρεσιών, που πρέπει σύμφωνα με τη νομοθεσία να είναι ισοσκελισμένα.
Σχετική εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών αναφέρει ότι τα δημοτικά τέλη πρέπει «να είναι αντικειμενικά, δίκαια και ανάλογα της παρεχόμενης υπηρεσίας και της ωφελιμότητας σε κάθε κατηγορία υπόχρεων». Ακόμη, ορίζεται ότι «η αύξηση τελών πρέπει να είναι ανάλογη με την αύξηση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών» για να είναι νόμιμη. Ασφαλώς, μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης ουδείς διανοείται να προτείνει αύξηση.
Άλλωστε, τα έσοδα των Δήμων προέρχονται από πολλές άλλες πηγές. Το αν ένας Δήμος μπορεί να χρηματοδοτήσει έργα υποδομών, αναπλάσεις, εξωραϊσμούς, μεγάλες ή μικρές παρεμβάσεις για την καθημερινότητα των κατοίκων είναι ένα ζήτημα παντελώς αδιάφορο από τα δημοτικά τέλη που χρεώνει. Υπολογίσαμε ότι στον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης μια κατοικία 100 τετραγωνικών με μεσαία παλαιότητα πληρώνει στον λογαριασμό του ρεύματος για τον Δήμο περίπου 250 ευρώ το χρόνο. Πιστεύει κανείς ότι αυτός ο πόρος μπορεί να επαρκεί για όλη τη λειτουργία και ανάπτυξη του Δήμου;
Αν σήμερα η δημοτική διοίκηση υποστηρίζει με αυτοπεποίθηση ότι το ταμείο του Δήμου 3Β είναι εύρωστο, αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες:
Σε διαχρονικά ορθές επιλογές διαχείρισης που δεν κληροδότησαν δανειακά βάρη. Στα αυξημένα έσοδα από τη μίσθωση της δημοτικής περιουσίας, που υπολογίζονται σήμερα κατόπιν ανανέωσης όλων των συμβάσεων στις 900.000 ευρώ το χρόνο (άσχετα αν το κράτος παίρνει πίσω με φορολογία ένα μεγάλο ποσο- στό). Στην κάλυψη του κόστους έργων και παρεμβάσεων από εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, όπως πόροι της Περιφέρειας και ευρωπαϊκά προγράμματα. Πάντως όχι στα χρήματα που καταβάλλουν απευθείας οι πολίτες.
Είναι ασφαλώς δίκαιο και επιβεβλημένο να ζητούν οι δημότες τη μείωση των δημοτικών τελών σήμερα, έναν ακόμη έμμεσο φόρο που έρχεται να προστεθεί στους υπόλοιπους, ων ουκ έστι αριθμός. Η μείωση των δημοτικών τελών τεχνοκρατικά περνά μέσα από τη μείωση στο κόστος λειτουργίας της Υπηρεσίας Καθαριότητας, από τη μείωση των απορριμμάτων που παράγουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις και την ανάλογη αύξηση της ανακύκλωσης και από τη μείωση της ενέργειας που καταναλώνει ο δημοτικός φωτισμός.
Σε αυτά τα πεδία θα πρέπει να κριθεί η δημοτική αρχή και να πιεστεί ώστε να λάβει τις ανάλογες αποφάσεις.