Τηλεργασία, η άλλη όψη


Η ιδέα να μη μας ξυπνάει το ξυπνητήρι, να μη χάνουμε τις ώρες μας στην κίνηση ή στο πήγαινε-έλα με το μετρό παραείναι γοητευτική για να αναλογιστούμε την άλλη όψη της τηλεργασίας. Αλλά είναι η μετεξέλιξή μας σε Homo domesticus αυτό που θα έπρεπε να ευχηθούμε για τον εαυτό μας την επόμενη μέρα της πανδημίας;

Το κάπως παράδοξο είναι ότι ο γράφων θα μπορούσε να διεκδικήσει δάφνες… πρωτοπορίας. Δεκαετία του ’90, στην πρώτη μου εφημερίδα, ζήτησα από τον αρχισυντάκτη να με αφήσει να πάω σπίτι (αντί να περιμένω μέχρι τα μαύρα μεσάνυχτα τη στοιχειοθεσία της σελίδας για να βάλω κειμενολεζάντες στις φωτογραφίες) και πως, όταν ήταν έτοιμη, θα μπορούσα να «τους τις τηλεφωνήσω». Ο αρχισυντάκτης μου αποδέχτηκε με υπερβάλλοντα ενθουσιασμό την πρόταση. Μου δήλωσε μάλιστα ότι δεν θα χρειαζόταν να πάω στη δουλειά την επόμενη μέρα! Ούτε τη μεθεπόμενη…

Ναι. Υπήρξε μια εποχή που οι εργοδότες πίστευαν ότι ο εργαζόμενος πρέπει να βρίσκεται παλουκωμένος στο γραφείο του οκτώ ώρες την ημέρα, πέντε μέρες την εβδομάδα, ακόμα κι αν δεν έχει τίποτα να κάνει. Η παρουσία του με κάποιον τρόπο τούς καθησύχαζε ότι «τα λεφτά τους πιάνουν τόπο». Όταν η λίμα αντικαταστάθηκε από το τέτρις και το τέτρις από το Facebook, η τυφλή πεποίθησή τους σε αυτή την ιδέα άρχισε να κλονίζεται.

Η αλήθεια είναι ότι το σύγχρονο περιβάλλον αυτής της οργιαστικής διασυνδεσιμότητας, με τα γρήγορα δίκτυα, την ακαριαία πρόσβαση στο πληροφοριακό νέφος και τις δεκάδες εφαρμογές, από κρυπτογραφημένες πλατφόρμες τηλεσυνεδριάσεων μέχρι κοινόκτητα φύλλα εργασίας όπου ο καθένας μπορεί να κάνει τις προσθήκες του από το σπίτι, ευνοεί πλέον την τηλεργασία.

Μόλις μία δεκαετία πριν, κάτι τέτοιο θα ήταν πρακτικά αδύνατον για την πλειονότητα των επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Ίσως κάποιοι κολοσσοί με δικούς τους servers να πρωτοπορούσαν. Ο αριθμός των εργαζομένων που θα αφορούσε, όμως, θα παρέμενε μια στατιστική ασημαντότητα, μια σταγόνα στη λαοθάλασσα των ανθρώπων που βγαίνουν κάθε πρωί στον δρόμο για «να πάνε στη δουλειά».

Πλέον ο καθένας μας έχει υπολογιστή. Και smartphone. Και σύνδεση στο διαδίκτυο. Με μια σημαντική, πρόσθετη λεπτομέρεια: την απόκτηση όλης αυτής της τηλεργασιακής υποδομής την έχει χρηματοδοτήσει ο ίδιος. Οι εποχές που τα στελέχη προικίζονταν με υπολογιστές από την εταιρεία τους έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.

Σήμερα, ο εργαζόμενος πρέπει να έχει το δικό του κασελάκι με τα εργαλεία – όπως ο βιομηχανικός εργάτης του 19ου αιώνα. Η μετακύλιση του κόστους παραγωγής (που θα έλεγαν και κάποιοι φιλόσοφοι της ίδιας ιστορικής περιόδου) αφήνει ήδη να αχνοφαίνεται η εντύπωση ότι η τηλεργασία ίσως να μην είναι και τόσο καλή ιδέα. Ή μήπως όχι;

Λύση ανάγκης;

Επειδή για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, που μπορεί να αλλάξει, κυριολεκτικά, την έννοια της εργασίας στον πλανήτη, οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με βάση στοιχεία αδιάσειστα, κυβερνήσεις, οργανισμοί και πολυεθνικές έχουν παραγγείλει έρευνες. Πολλές έρευνες, με πλήθος ερωτήσεων και έναν στόχο: να διαπιστωθεί αν η τηλεργασία, πέρα από λύση ανάγκης, μπορεί να καθιερωθεί ως εναλλακτική ή –γιατί όχι;– κύρια μορφή απασχόλησης του μέλλοντος.

Πάρτε για παράδειγμα τον Αμερικανικό Ψυχολογικό Σύλλογο. Στην πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη «Το μέλλον της εξ αποστάσεως εργασίας» φαίνεται να προκύπτει το συμπέρασμα ότι «υπό την προϋπόθεση ότι γίνεται σωστά, η τηλεργασία μπορεί να ενισχύσει το ηθικό, την παραγωγικότητα και τη δημιουργικότητα».

Κι αυτό γιατί, μπροστά στην πληθώρα των πλεονεκτημάτων (χαμένες ώρες στις μετακινήσεις και αντίστοιχο περιβαλλοντικό κόστος, ευκολία συγκέντρωσης μακριά από τους αντιπερισπασμούς του εργασιακού περιβάλλοντος, σημαντικά μειωμένο κόστος για τον εργοδότη σε αναλώσιμα, υπηρεσίες και υποδομές, κ.λπ.), κάποια… μικροζητήματα που παρουσιάζονται ως εμπόδια στην καθιέρωση της τηλεργασίας θα μπορούσαν να ρυθμιστούν από μόνα τους. Όπως, ας πούμε, η πραγματικότητα…

Η «δουλειά» δεν είναι μόνο εργασία

Σύμφωνα με την τελευταία πληθυσμιακή απογραφή του 2017, στις ΗΠΑ ζουν σήμερα περισσότεροι εργένηδες από οποτεδήποτε άλλοτε στην ιστορία του έθνους. 110,6 εκατομμύρια άντρες και γυναίκες, το 45,2% του ενήλικου πληθυσμού, οργανώνουν τη ζωή τους μέσα σε ένα νέο πλαίσιο κοινωνικών κριτηρίων. Η Ευρώπη ακολουθεί. Για τους ανθρώπους αυτούς, τα μισά από τα επιχειρήματα υπέρ της τηλεργασίας είναι άκυρα. Ψέματα. Είναι επιβαρυντικά για την ψυχοσύνθεσή τους, καθώς η «δουλειά» είναι ταυτόχρονα το περιβάλλον όπου διατηρούν τις περισσότερες κοινωνικές συναναστροφές τους, όπου φλερτάρουν, κάνουν φίλους και σεξ.

Η εργασία και ο φυσικός τόπος άσκησής της είναι τόσο σημαντικά για την ολοκλήρωση του ψυχολογικού προφίλ ενός παραγωγικού ενήλικα, ώστε να έχει μορφοποιήσει μια ολόκληρη περιφερειακή κουλτούρα: από τα lunch breaks των Ευρωπαίων (υποχρεωτικά και με διάρκεια μιάμισης ώρας σε ορισμένες χώρες όπως η Ισπανία) μέχρι τα afterwork drinks των Αγγλοσαξόνων (όπου «σφυρηλατούνται φιλίες όχι πολύ διαφορετικές από εκείνες στο πεδίο των μαχών», σύμφωνα με τον Χένρι Μίλερ), το εργασιακό περιβάλλον είναι το επίκεντρο ενός πλανητικού συστήματος που αναπνέει και δίνει πνοή στον αγελαστικό χαρακτήρα ακόμα και των πιο μοναχικών ανθρώπων.

Αυτοί οι άνθρωποι, ως τηλεργάτες, μεταμορφώνονται σταδιακά σε παθολογικές μονήρεις προσωπικότητες, σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στην «Επιθεώρηση Εφαρμοσμένης Ψυχολογίας» ήδη από το 2007. Μαζί τους μαραζώνουν και όλες οι επιχειρήσεις που αναπτύχθηκαν γύρω από τα πολύβουα μελίσσια που είναι τα κτίρια γραφείων και οι downtown γειτονιές, που έχουν εστιάσει, εδώ και δεκαετίες, σε αυτόν τον πολεοδομικό χαρακτήρα.

Η εναλλαγή της καθημερινότητας με τη μετακίνηση και τη φυσική παρουσία στον χώρο εργασίας δεν είναι πάντως ευεργετική μόνο για τους εσωστρεφείς ανάμεσά μας. Μια σειρά από έρευνες που έχουν γίνει την τελευταία δεκαετία, αλλά και μεταναλύσεις που ζητήθηκαν εσπευσμένα για να στηρίξουν το επιχείρημα της τηλεργασίας, φαίνεται να μην υπερθεματίζουν ιδιαίτερα την ιδέα ως πανάκεια για κάθε τι που πάει στραβά στη μετα-μεταβιομηχανική κοινωνία μας.

Το συμπερασματικό απόσπασμα από μια πρόσφατη έρευνα του γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών της Εργασίας (IZA), μιας ημικρατικής οντότητας που χρηματοδοτείται από τα Γερμανικά Ταχυδρομεία, περιγράφει το πρόβλημα με τον πιο απλουστευτικό τρόπο: «Έχουμε κάνει και στο παρελθόν το σφάλμα να συγχέουμε τη μονοτονία με τη ρουτίνα. Η ρουτίνα εμπνέει την αυτοπειθαρχία, εξοικονομεί χρόνο και πόρους, οδηγεί σε μια καθημερινότητα που είναι προβλέψιμη σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιτρέπει όλες τις απαραίτητες δημιουργικές παρεκκλίσεις.

Η μονοτονία, αυτή που προκύπτει μοιραία από την αναγκαστική παραμονή στο σπίτι, έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Πολύ γρήγορα φαίνεται ότι αποδομεί τα θεμέλια της παραγωγικότητας. Αυτό που αρχικά δείχνει να προωθεί την εξοικονόμηση οδηγεί μοιραία στη σπατάλη μέσα από την αδράνεια». Αν ξυπνήσατε ένα ή και περισσότερα από τα πρωινά των τελευταίων μηνών, φτιάξατε καφέ, καθίσατε στον υπολογιστή, την επόμενη στιγμή που κοιτάξατε το ρολόι σας έδειχνε 14.22 κι εσείς φορούσατε ακόμα πιτζάμες και δεν είχατε περάσει από το ντους, έχετε νομίζω μια ξεκάθαρη ιδέα για το τι εννοεί ο παραπάνω αφορισμός.

Ο αγελαίος άνθρωπος

Από τότε που βγαίναμε, αχάραγα, από τις σπηλιές για να κυνηγήσουμε μαμούθ, η ιδέα της αγέλης ως εγγύηση επιβίωσης είχε ήδη εντυπωθεί στα γονίδιά μας. Αυτή η αταβιστική συμπεριφορά, κληροδοτημένη στο σήμερα, περιέγραφε μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες τον «άντρα προμηθευτή», για να διαχυθεί σχεδόν ισότιμα στα δύο φύλα από τα τέλη του 20ού αιώνα.

Η μετάλλαξή μας σε ένα νέο είδος Homo domesticus, μια νέα οικόσιτη εκδοχή του ανθρώπου που υπερηφανευόταν μέχρι πρότινος για τα επιτεύγματά του στις μετακινήσεις που έχουν «μικρύνει τον πλανήτη», δεν θα έρθει χωρίς απόνερα. Αυτά που δεν κρύβονται εύκολα τα ζούμε ήδη, κυριολεκτικά «μέσα στο σπίτι μας». Επισήμως, τα τμήματα διαχείρισης προσωπικού εκδίδουν ντιρεκτίβες για σεβασμό του ωραρίου και της προσωπικής ζωής των τηλεργαζομένων. Πρακτικά, οι περισσότεροι εργοδότες θεωρούν ότι «το να σηκώσεις, μωρέ, ένα τηλέφωνο στις εννέα το βράδυ, για το καλό της εταιρείας, δεν είναι και τόσο τρομερό».

Θεωρητικά, μια βιντεο-διάσκεψη είναι σχεδόν το ίδιο αποτελεσματική με μια ζωντανή συνάντηση γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι. Στην πραγματικότητα, οι συνεδριάσεις αυτές διαρκούν πολύ περισσότερο από όσο είναι απαραίτητο και οι εργαζόμενοι, χτυπημένοι από την ανία της απαράλλακτης καθημερινότητας, ασχολούνται με δέκα διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα, ενώ κουνάνε με νόημα το κεφάλι τους στις ομιλούσες κεφαλές των συνομιλητών τους. Αν είχαμε μια κάμερα πίσω από κάθε κάμερα teleconferencing, θα εξασφαλίζαμε υλικό για σενάριο κωμωδίας που θα έσπαγε τα ταμεία.

Ιδανικά, «το σπίτι μας είναι το κάστρο μας». Τι καλύτερο από το να μην είσαι αναγκασμένος να στοιβάζεσαι στο μετρό, να ξοδεύεσαι σε βενζίνες, να αναλώνεις ποιοτικό χρόνο στις καθημερινές μετακινήσεις; Στην πραγματικότητα, οι ψυχίατροι έχουν ήδη επισημάνει τους κινδύνους του κατ’ οίκον εγκλεισμού, έστω και οικειοθελώς. Του έχουν δώσει και όνομα, μάλιστα. Λέγεται «teleworking blues» και η αντιμετώπισή του ήδη συνταγογραφείται.

Υποθετικά, οι οικιακές συνθήκες και η χαλαρότητα που εμπνέουν είναι υποστηρικτικοί παράγοντες για την παραγωγή ιδεών, χωρίς την πίεση του εργασιακού περιβάλλοντος. Ρεαλιστικά, οι αντιπερισπασμοί που κυριαρχούν στο σπίτι, με ή χωρίς την υπόλοιπη οικογένεια παρούσα, παραλύουν την πρωτοπόρο σκέψη και αποτελματώνουν τη δημιουργικότητα, όπως αναφέρεται σε μια έρευνα του 2012, που δημοσιεύτηκε στο Journal of Economic Behavior and Organization:

«Το ονομάζουμε “the free rider effect” και πάει κάπως έτσι: από τη μία έχουμε το ανιαρό κομμάτι της εργασίας· γι’ αυτό είμαστε βέβαιοι ότι όλοι είναι πιο παραγωγικοί σε ένα περιβάλλον χωρίς “ανταγωνιστές”». Στο σπίτι, μπροστά στην προοπτική να αναβάλεις κάτι βαρετό, ακόμα και η βόλτα του σκύλου μέσα στην καταρρακτώδη βροχή σού φαίνεται καλύτερη ιδέα. Από την άλλη, έχουμε τις δημιουργικές απαιτήσεις της εργασίας.

Εδώ παρατηρούμε ότι οι προσωπικές επιδόσεις συνήθως αμβλύνονται, γιατί οι άνθρωποι που δουλεύουν μόνοι έχουν την τάση να πιστεύουν ότι θα βγάλουν οι ίδιοι όλη τη δουλειά, την ίδια στιγμή που οι άλλοι συνεργάτες χαζολογάνε στο σπίτι τους. Προκειμένου να αποτρέψουν «τον τζαμπατζή» να επωφεληθεί εις βάρος του δικού τους κόπου, γίνονται όλοι «τζαμπατζήδες».

Όλα αυτά, μαζί με τα ζητήματα ασφάλειας των δεδομένων (καμία πλατφόρμα τηλεργασίας, όσο εξειδικευμένη κι αν είναι, δεν προσφέρει την ίδια ασφάλεια με ένα σωστά δομημένο δίκτυο στη δουλειά) και το διαρκές ζήτημα αποτελεσματικής επιτήρησης της δουλειάς των υφισταμένων του, για έναν μάνατζερ, δείχνουν ότι χρειάζεται ακόμα μεγάλη συζήτηση για να καταλήξουμε σε ένα επιστημονικό συναγόμενο και να σφραγίσουμε το μέλλον της εργασίας. Ωστόσο, οι αποφάσεις φαίνεται ότι έχουν ήδη ληφθεί.

Μετά τη Microsoft, κολοσσοί όπως το Facebook και η Google δείχνουν έτοιμοι να ακολουθήσουν στην καθιέρωση της τηλεργασίας, με ή χωρίς πανδημία. Και όπως δήλωνε πρόσφατα στέλεχος μεγάλης πολυεθνικής, «where Google goes, we follow».

Τα τμήματα διαχείρισης προσωπικού εκπαιδεύονται ήδη σε σεμινάρια για την ψυχολογική υποστήριξη των τηλεργαζομένων. Κάποιες εταιρείες προωθούν ήδη μπόνους για να αποδείξουν ότι είναι πρόθυμες «να μοιραστούν τα κέρδη της εξοικονόμησης με τους υπαλλήλους τους».

Κυβερνήσεις εξετάζουν το πλάνο του «brain gain», όπου καλοαμειβόμενα στελέχη που «διέφυγαν» στο εξωτερικό λόγω ανεργίας θα επιστρέψουν στη χώρα τους, με ευνοϊκούς φορολογικούς όρους, ώστε να ξοδεύουν «locally» αυτά που κερδίζουν «globally». Μαθαίνω μάλιστα ότι μία από αυτές τις κυβερνήσεις είναι και η δική μας.

Αντί επιλόγου

Κανείς δεν κατάλαβε πώς η τηλεργασία, από λύση έκτακτης ανάγκης, κατέληξε να συζητείται ως η διάδοχη κατάσταση στην απασχόληση του 21ου αιώνα. Οι επιφυλακτικοί επιμένουν ότι έχουμε ανάγκη από περισσότερα δεδομένα και νέα πρωτόκολλα συμπεριφοράς, ώστε να μη γίνει η δουλειά μια διάσπαρτη, αδιάκριτη δραστηριότητα ανάμεσα και στα επτά εικοσιτετράωρα της εβδομάδας.

Όπου κανένας δεν θα «μισεί τις Δευτέρες», γιατί όλες οι μέρες θα είναι ακριβώς το ίδιο. Και αναρωτιούνται αν ένα υβριδικό μοντέλο είναι η μοναδική βιώσιμη λύση. Οι ενθουσιώδεις φαίνεται να απασχολούνται μόνο με τη μείωση του κόστους στο σύνολο της παραγωγής. Και να απορρίπτουν, ως υπερβολικές, τις επιπτώσεις στην παραγωγική μονάδα που λέγεται άνθρωπος.

Και μόνο αυτή η μονοθεματική οπτική θα έπρεπε να μας βάζει σε σκέψεις για το αν είμαστε πρόθυμοι να μετατρέψουμε το σπίτι μας, από καταφύγιο του χθες, σε Matrix του αύριο, μόνο και μόνο για να γλιτώσουμε από την τυραννία του ξυπνητηριού.

Του Γιώργου Φραντζεσκάκη


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ