Σύμφωνα με το άρθρο 16 του Ν. 3938/11, χορηγείται μηνιαίο επίδομα τριακοσίων (300) ευρώ, στους αστυνομικούς, συνοριακούς φύλακες και ειδικούς φρουρούς καθώς και στο λιμενικό και πυροσβεστικό προσωπικό που μετατάσσονται σε υπηρεσία γραφείου, λόγω παθήματος κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής. Το ίδιο επίδομα χορηγείται στο προαναφερόμενο προσωπικό κατά το χρόνο αποχής από τα καθήκοντα του, συνεπεία τραυματισμού του, κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής.
Τι σημαίνει όμως, κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής; Αφορά στενά τα ατυχήματα – συμβάντα που γίνονται κατά την εκτέλεση της και μόνο;
Σύμφωνα με την υπ αριθμ ΑΠ 1111/2011 απόφαση Αρείου Πάγου, ως υπηρεσία λογίζεται και ο χρόνος μετάβασης από και προς την εργασία κατά το συνηθισμένο δρομολόγιο.
Η εργατική νομοθεσία διευκρινίζει τι σημαίνει εργατικό ατύχημα και αναφέρει ότι είναι εκείνο που συμβαίνει στον εργαζόμενο κατά την διάρκεια της εργασίας ή με αφορμή την εργασία και το οποίο οφείλεται σε απότομο – βίαιο γεγονός, εφ’ όσον αυτό προκάλεσε στον εργαζόμενο ανικανότητα να εργασθεί πάνω από 4 ημέρες ή και απώλεια ζωής ακόμα.
Σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις, εργατικά ατυχήματα με αφορμή την εργασία, είναι εκείνα που συμβαίνουν εκτός του τόπου και του χρόνου εργασίας, με την προϋπόθεση να έχουν έστω και έμμεση σχέση με την εργασία. Με αποφάσεις δικαστηρίων έχει διευκρινιστεί ότι εργατικά ατυχήματα αποτελούν και εκείνα που συμβαίνουν κατά την μετάβαση στην εργασία κατά την προσέλευση ή αναχώρηση και για χρονικό διάστημα μιας ώρας αντίστοιχα.
Έχει κριθεί ότι ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της εργασίας και του ατυχήματος για να χαρακτηρισθεί αυτό εργατικό, εξακολουθεί να υπάρχει στην περίπτωση που το ατύχημα το οποίο συνέβη στον εργαζόμενο καθ` οδόν προς τον τόπο της εργασίας του ή αντίστροφα, οφείλεται σε διακοπή της διαδρομής του για την παροχή βοηθείας προς κάποιον που βρίσκεται σε κίνδυνο, όπως π.χ. σε θύματα τροχαίου δυστυχήματος. Και τούτο, γιατί η στάση του αυτή, που επιβάλλεται σαν καθήκον και αναγκαία εκδήλωση κοινωνικής αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπο που κινδυνεύει, δεν αποτελεί, διακοπή ή παρέκκλιση, από την συνήθη διαδρομή του εργαζόμενου προς ή από τον τόπο εργασίας του και μάλιστα τη στιγμή που μια παράλειψή του μπορεί ενδεχομένως να στοιχειοθετήσει και ποινικές σε βάρος του ευθύνες.
Σύμφωνα με δικαστικές αποφάσεις ως ατύχημα που επήλθε ένεκα την υπηρεσίας θεωρείται και εκείνο που δεν είναι άμεση συνέπεια της εκτελέσεως της εργασίας, συνδέεται όμως με αυτή δια σχέσεως αιτίου και αποτελέσματος, για το λόγο ότι, λόγω της εργασίας δημιουργήθηκαν οι ιδιότητες και αναγκαίες για την επέλευσή του πραγματικές συνθήκες, οι οποίες δεν θα υπήρχαν χωρίς την εργασία. (σχ. 272/1979, 630/1976, Σ.τ.Ε. 4697/1983, 1095/1986 Εφ. Πειραιά).
Η έννοια λοιπόν του παθήματος κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής, δεν μπορεί να περιοριστεί στην χρονική διάρκεια της διατεταγμένης υπηρεσίας, π.χ. 14:00-22:00, αλλά περιλαμβάνει ένα ευρύτερο χρονικό πλαίσιο το οποίο έχει να κάνει με την μετάβαση και την επιστροφή του εργαζομένου στην οικία του. Επίσης αφού γίνεται δεκτό ότι είναι ατύχημα ένεκα της υπηρεσίας και αυτό που συμβαίνει κατά την μετάβασή σε αυτήν ακόμα και για άσχετο με την υπηρεσία λόγο, πόσο δε μάλλον είναι το ατύχημα στο χώρο της υπηρεσίας και από επίδραση αυτής.
Είναι λοιπόν άδικο, εργαζόμενος που παθαίνει ατύχημα στο χώρο εργασίας του, αλλά και εργαζόμενος που αποχωρεί από την εργασία του ή πηγαίνει σε αυτήν, να του συμβαίνει ατύχημα χωρίς την υπαιτιότητα του, να έχει αποτέλεσμα τον τραυματισμό του, ή ακόμα και την μόνιμη ανικανότητα του και να μην του χορηγείται το παραπάνω επίδομα.
Ας μην ξεχνάμε ότι το επίδομα αυτό δεν αφορά έξτρα εισόδημα για τον εργαζόμενο, αναπληρώνει τα χρήματα που χάνει(πενθήμερα, νυκτερινά, κ.λ.) λόγω της κατάστασης της οποίας επήλθε συνέπεια του ατυχήματος. –
Πηγή: astynomika-zitimata.com