Ο νέος γύρος των τουρκικών προκλήσεων εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, υπενθυμίζει σ’ όλους ότι ο Ερντογάν δεν λογαριάζει από προειδοποιήσεις , αυστηρές συστάσεις, ακόμη και χαϊδέματα. Τα τελευταία του τα προσέφερε απλόχερα η Γερμανία, η οποία ανάσχεσε με τη δυναμική της, κάθε προσπάθεια επιβολής κυρώσεων της Ε.Ε. προς την Άγκυρα. Ο «Σουλτάνος» αδιαφορεί παντελώς για τα «θέλω» των άλλων, ακόμη και αυτά της «προστάτιδας» Γερμανίας, η οποία επένδυσε πολιτικά στην τιθάσευσή του και στην προώθηση του ελληνοτουρκικού διαλόγου.
Γράφει ο Νώντας Βλάχος
Το Βερολίνο αποτυγχάνει παταγωδώς, ελέω των τουρκικών ενεργειών στην Ανατολική Μεσόγειο και δη στο Καστελόριζο. Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει το παραμικρό πρόβλημα να «πουλήσει» πολιτικά, να εκθέσει αν προτιμάται τον πιο πιστό γεωπολιτικό του σύμμαχο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Γερμανία, γεγονός που καταδεικνύει την αμετροέπεια που διέπει την τουρκική ηγεσία, αλλά και τον «φανατισμό» της να επιβάλει την ατζέντα της με κάθε μέσο.
Από την πρώτη στιγμή που ετέθη ζήτημα διερευνητικών επαφών ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, η ατζέντα του διαλόγου αποτέλεσε το σημείο αναφοράς. Έγινε ξεκάθαρο, εξ’ αρχής, ότι η Άγκυρα επεδίωκε να επιβάλει μια διευρυμένη ατζέντα και να εκφράσει τη δεδηλωμένη εδώ και καιρό γεωπολιτική της θέση, περί αναθεώρησης των διεθνών συνθηκών (κυρίως της Συνθήκης της Λωζάννης), και αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο.
Η ελληνική θέση, απαράβατη και αμετακίνητη έως τώρα, αναφέρει πως οι διερευνητικές επαφές και ο διάλογος θα έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο τον καθορισμό των θαλάσσιων ζωνών και της υφαλοκρηπίδας. Είναι προφανές, πλέον, ότι ο Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι ικανοποιημένος από την εξέλιξη των πραγμάτων και κυρίως τη στάση της χώρας. Οι νέοι τουρκικοί «λεονταρισμοί» αποσκοπούν στην επιβολή δια του τσαμπουκά προς την Ελλάδα, τους όρους, τις συνθήκες, και το «μενού» του επικείμενου διαλόγου αλλά και να στείλουν ένα σαφές μήνυμα προς τη Γερμανία, που κινεί τα νήματα εντός της Ε.Ε, πως πρέπει να πιέσει περισσότερο την Αθήνα, να υποταχτεί στα «θέλω» των γειτόνων.
Αν όχι τώρα, πότε θα επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία;
Η Τουρκία δεν επιδιώκει τον διάλογο, αλλά θέλει να διαπραγματευτεί υπό θέση ισχύος, δημιουργώντας ένα ιδιότυπο «καθεστώς» συνθηκολόγησης από την πλευρά της Ελλάδας. Η κυβέρνηση, έως τώρα, δεν έπαιξε όσο επίμονα και πιεστικά θα μπορούσε, το «χαρτί» της επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων προς την Τουρκία. Επέλεξε την πολιτική του κατευνασμού, εκτιμώντας ότι ο παράγοντας Γερμανία θα «συμμόρφωνε» την ατίθαση Άγκυρα. Ενόψει της αυριανής Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε., το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι αν όχι τώρα, πότε θα επιβληθούν οι κυρώσεις της Ευρώπης προς την Τουρκία; Πράγματι αν και με μεγάλη καθυστέρηση, η Ευρώπη οφείλει να ανοίξει τα ερμητικά κλειστά μάτια απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα. Στην παρούσα φάση, ωστόσο, και με τον Ερντογάν να μοιάζει και πάλι ανεξέλεγκτος, ακόμη και η επιβολή κυρώσεων δεν αποτελεί πλέον «θέσφατο» περιορισμού των άκρατων φιλοδοξιών του «Σουλτάνου» θιασώτη και εκφραστή του νέο-οθωμανικού δόγματος.
Κόκκινες γραμμές και επιθετική τακτική απέναντι στο τουρκικό «μπούλινγκ»
Και κυρίως, με το Oruc Reis και τον τουρκικό στολίσκο να βρίσκονται στο Καστελόριζο, «ακουμπώντας» την ελληνική υφαλοκρηπίδα, η κυβέρνηση δεν πρέπει να επαφίεται μόνο στη δημιουργία μηχανισμού κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Ασφαλώς και οφείλει να πιέσει προς αυτή την κατεύθυνση, όμως υποχρεούται να διαγνώσει με ρεαλισμό τη διαμορφωθείσα κατάσταση.
Οι περιβόητες «κόκκινες» γραμμές πρέπει να τεθούν, να προσδιοριστούν και να κοινοποιηθούν στην Τουρκία αλλά και στη διεθνή κοινότητα. Ενδεχομένως να ήρθε η ώρα η κυβέρνηση να παίξει «επιθετικά», να ρίξει το χαρτί της επέκτασης των 12 μιλίων στην Ανατολική Μεσόγειο. Απέναντι στο τουρκικό «μπούλινγκ», η Ελλάδα πρέπει να δείξει βούληση για δυναμική απάντηση, διότι αυτή είναι η μοναδική γλώσσα που καταλαβαίνουν οι πάσης φύσεως τραμπούκοι.
Γίνεται αυτονόητο ότι ο διάλογος υπό αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να τελεστεί, αποτελεί ουτοπία, έστω και εάν τίθεται υπό σκέψη. Ο Ερντογάν τεστάρει εκ νέου τις αντοχές της Αθήνας, επιχειρώντας να δημιουργήσει δεδικασμένα στην περιοχή, ποντάροντας ίσως σε μια «ασθενική» ελληνική απάντηση, αλλά και στη δεδηλωμένη γερμανική υποστήριξη.
Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται προ δύσκολων επιλογών, οι οποίες ωστόσο θα αποτελέσουν σημαντικό διαμορφωτή των γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο και θα καθορίσουν τη «σχέση» με την Τουρκία στο άμεσο μέλλον.