Για την Ελλάδα, αυτό που διακυβεύεται κατά την Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., η οποία τελικώς θα πραγματοποιηθεί 1-2/10, δεν σχετίζεται μόνο με τον «εξαναγκασμό» σε διάλογο με την Τουρκία, υπό όρους, συνθήκες και, κυρίως ατζέντα που δεν επιθυμεί. Αφορά τη διατήρηση του αδιάρρηκτου και ενιαίου, έως σήμερα, αμυντικού δόγματος και της ακλόνητης συμμαχίας με την Κυπριακή Δημοκρατία.
Γράφει ο Νώντας Βλάχος
Η Τουρκία απέσυρε (προσωρινά;) το Oruc Reis από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, ωστόσο δεν έπραξε το ίδιο στην κυπριακή ΑΟΖ. Ο τουρκικός στολίσκος συνεχίζει τις παράνομες ενέργειες κατά της Λευκωσίας, αδιαφορώντας πλήρως για τις κυπριακές αντιδράσεις, εντός μάλιστα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Παίζοντας» το χαρτί…. επίδειξης καλής θέλησης, με την απόσυρση του Oruc Reis και επιδεικνύοντας βούληση για διάλογο, υπό το πλαίσιο που αυτή βεβαίως επιθυμεί, η Άγκυρα έχει διττό στόχο:
πρώτον να κατευνάσει τις αντιτουρκικές φωνές εντός της Ε.Ε, που κήρυτταν την ανάγκη επιβολής κυρώσεων προς αυτή. Επιδιώκει, δηλαδή, την αποφυγή των ευρωπαϊκών ποινών, που ενδεχομένως να «γονάτιζαν» την ήδη πληγωμένη οικονομία της, προτάσσοντας το καλό της προφίλ.
Δεύτερον, συνεπικουρούμενη από τη Γερμανία που ενισχύει τη διπλωματική ρητορική που αναπτύσσει η Τουρκία, περί διαλόγου για τα ελληνοτουρκικά, να «καθίσει» την Αθήνα σε συζήτηση, αρχικώς υπό τη μορφή διερευνητικών επαφών. Είναι πρόδηλη η επιδίωξη της Άγκυρας να θέσει επί τάπητος μια διευρυμένη ατζέντα διαπραγμάτευσης με την Αθήνα, έχοντας όμως εκτός διαβούλευσης την Κύπρο και εν γένει το Κυπριακό.
«Κακό σπυρί» η Κύπρος για τους Ευρωπαίους και το σχέδιο για τα ελληνοτουρκικά
Όπως επίσης είναι φανερό, πλέον, ότι οι υποστηρικτές της φόρμουλας διαλόγου ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα, προεξάρχοντος του Βερολίνου αλλά και κάποιων στις Βρυξέλλες, θεωρούν το Κυπριακό ως «πονοκέφαλο», ως το «κακό σπυρί» των ελληνοτουρκικών, που χαλάει τα σχέδιά τους.
Αποτελεί μέγιστη υποκρισία και ντροπιαστική συμπεριφορά εκ μέρους της Ε.Ε. και των Ευρωπαίων ηγετών, να κλείνουν τα «αυτιά» στις επικλήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, που ζητούν τα αυτονόητα, δηλαδή την αποχώρηση των τουρκικών πλοίων από την ΑΟΖ της. Είναι άκρως υποτιμητικό για τη νοημοσύνη, όχι μόνο των ειδικών επί της εξωτερικής πολιτικής, αλλά και των Ευρωπαίων πολιτών, μια χώρα μέλος της Ε.Ε. να τραμπουκίζεται ασύστολα από έναν εξωτερικό εχθρό και οι Βρυξέλλες να σφυρίζουν αδιάφορα και με ξεκάθαρη επιτήδευση να προτάσσουν άλλα ζητήματα, όπως για παράδειγμα οι κυρώσεις στη Λευκορωσία.
Και οι κυρώσεις για την Τουρκία, στις καλένδες; Σύμφωνα με το κλίμα που έχει διαμορφωθεί εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας, η έναρξη διαλόγου Αθήνας – Άγκυρας είναι το μέγα ζητούμενο και υπό αυτό το πρίσμα ούτε οι κυρώσεις πρέπει να μπουν εμπόδιο, ούτε φυσικά η Κύπρος. Η Κυπριακή Δημοκρατία επιμένει στην επιβολή κυρώσεων προς την Τουρκία, έχοντας ως διαπραγματευτικό ατού το βέτο, που έχει δικαίωμα να επιβάλει και να μπλοκάρει την ενεργοποίηση μέτρων κατά της κυβέρνησης Λουκασένκο στη Λευκορωσία.
Το κυπριακό βέτο και η στάση της Ελλάδας
Η Λευκωσία χρησιμοποίησε το χαρτί της αρνησικυρίας στη συνεδρίαση των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε, τη στιγμή, μάλιστα, που διαβλέπει ότι η τάση που διαμορφώνεται στην Ευρώπη, είναι να «θυσιαστεί» προς χάριν του διαλόγου στα ελληνοτουρκικά. Το ύψιστης σημασίας ερώτημα που τίθεται, είναι ποια διπλωματική επιλογή θα ακολουθήσει η Ελλάδα, σε σχέση πάντα με την Κύπρο.
Προς το παρόν η Ελλάδα δια στόματος του επικεφαλής του ΥΠΕΞ Νίκου Δένδια, εκφράζει τη συμπαράστασή της προς τα δίκαια αιτήματα της Κύπρου. Μέχρις εδώ καλά. Πρέπει όμως να αποδείξει εμπράκτως, ότι στέκεται στο πλευρό της Κύπρου και δεν έχει τη διάθεση να δημιουργήσει την παραμικρή ρωγμή στο ενιαίο αμυντικό-εθνικό δόγμα με τη Λευκωσία.
Δύναται στα αλήθεια η Ελλάδα να νομιμοποιήσει τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ; Να ανάψει το «πράσινο φως» για διάλογο με την Άγκυρα, την ώρα που τα τουρκικά πλοία θα συνεχίζουν τις «πειρατικές» διελεύσεις τους στα χωρικά ύδατα της Κυπριακής Δημοκρατίας; Αν αυτό δεν συνιστά πλήρη εγκατάλειψη της Λευκωσίας και ριζική μεταβολή της γεωστρατηγικής κατεύθυνσης της Ελλάδας, όπου η Κύπρος και το Κυπριακό ήταν άρρηκτα συνυφασμένα με τα «δίκαια» του έθνους, τότε τι;
Είναι διατεθειμένη η κυβέρνηση, υπό την πίεση και των Ευρωπαίων, που αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα 24ωρα, να διαρρήξει το ενιαίο μέτωπο με την Κύπρο και να εισέλθει σ’ αυτό που αποκαλείται «διερευνητικές επαφές», αλλά επί της ουσίας είναι «αχαρτογράφητα» διπλωματικά νερά;
Καίρια ερωτήματα που θα απαντηθούν λίαν συντόμως. Η Ευρώπη δρομολογεί τη «θυσία» της Κύπρου, ως άλλη Ιφιγένεια, με το πρόσχημα της πολεμικής απεμπλοκής στην Ανατολική Μεσόγειο και την έναρξη ειρηνευτικής διαδικασίας. Μένει να φανεί αν η Ελλάδα συναινέσει στη «θυσία», αφήνοντας τους ομοεθνείς Κύπριους στο έλεος του Αττίλα…