Η γερμανική παρέμβαση και οι νέες τουρκικές απειλές


Η ελληνοτουρκική «διένεξη», υπό τη μορφή που έχει λάβει το τελευταίο διάστημα, θα έπρεπε να αποτελεί πεδίο έκφρασης της real politik, της πολιτικής, δηλαδή, που βασίζεται στον ρεαλισμό και όχι σε ψευδαισθήσεις που έχουν εμποτιστεί με αιθεροβατούσες και ουτοπικές «προσδοκίες». Τουλάχιστον στον εγχώριο πολιτικό κόσμο, η αντιμετώπιση των ελληνοτουρκικών ζητημάτων και ιδίως η κλιμακούμενη ένταση που δημιουργεί η επιθετικότητα της Τουρκίας, αντιμετωπίζονται με τον δέοντα τρόπο, δηλαδή με ρεαλισμό αλλά και αποφασιστικότητα.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Καταγράφονται, ωστόσο, σ’ αυτούς τους ιδιαίτερους μήνες υψηλής έντασης ανάμεσα  σε Αθήνα και Άγκυρα, και στιγμές, ενέργειες ή ακόμη και απόψεις που τείνουν να απαρνηθούν την πραγματικότητα και να μοιάζουν περισσότερο με σουρεαλιστικά δρώμενα. Ως τέτοια μπορεί να χαρακτηριστεί η πρωτοβουλία του γερμανικού ΥΠΕΞ, να αμβλύνει τις οξύτατες διαφορές  μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες, προκειμένου οι δύο χώρες να κάτσουν στο τραπέζι του διαλόγου.

Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών  Χάικο Μάας «βλέπει» διάλογο, τη στιγμή που Ελλάδα και Τουρκία συνεχίζουν απτόητες το γαϊτανάκι των NAVTEX, έχουν παραταγμένους τους στόλους τους στο Αιγαίο και η πιθανότητα «εκδήλωσης» θερμού επεισοδίου που μπορεί να κλιμακωθεί άμεσα, είναι πολύ μεγάλη. 

Νέες τουρκικές απειλές κατά της Ελλάδας

«Βλέπει διάλογο», όταν ενώπιόν του, ο Τούρκος ομόλογός του Μεβλούτ Τσαβούσογλου απείλησε εκ νέου ευθέως την Ελλάδα, λέγοντας προς αυτή ότι «αν κάνετε τα λάθος βήματα, δεν θα απαντήσουμε κατά λάθος αυτή τη φορά. Ό,τι είναι απαραίτητο θα το κάνουμε δίχως δισταγμό».  Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ειδήμων περί των εξωτερικών υποθέσεων και της διπλωματίας, για να αντιληφθεί ότι η Τουρκία ναρκοθετεί πλήρως τη γερμανική πρωτοβουλία για αποκλιμάκωση της κρίσης στην Ανατολική Μεσόγειο. 

Το γερμανικό εγχείρημα φαίνεται να αποτυγχάνει εν τη γενέσει του. Εξ’ αρχής, άλλωστε, οι πιθανότητες επιτυχίας του ήταν λίγες, αν αναλογιστεί κανείς τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην ελληνοτουρκική διένεξη. Ουδείς μπορεί να πιστοποιήσει με σαφήνεια αν το Βερολίνο πίστευε πραγματικά ότι η εν λόγω πρωτοβουλία θα είχε απτά και άμεσα θετικά αποτελέσματα. Εγείρονται, όμως, συγκεκριμένα ερωτήματα, όπως:

Άχνα για την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία

Ποια ήταν η στόχευση αλλά και η προετοιμασία που είχε κάνει το γερμανικό ΥΠΕΞ, προκειμένου να επιτύχει ουσιαστική σύγκλιση των δύο πλευρών και προώθηση του διαλόγου; Μήπως η Γερμανία, θέλοντας να επιτελέσει το θεσμικό της καθήκον, ως προεδρεύουσα  της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και να εμφανιστεί ως ακριβοδίκαιος  και… αμερόληπτος «διαιτητής», προχώρησε σ’ αυτή την πρωτοβουλία;

Το έκανε όμως εντέχνως (;) άγαρμπα, εξισώνοντας τον επιτιθέμενο (Τουρκία), με τον αμυνόμενο, δηλαδή την Ελλάδα. Το έπραξε, χωρίς ο Χάικο Μάας-στις δύο συναντήσεις που είχε με Δένδια και Τσαβούσογλου- να βγάλει άχνα σχετικά με την πιθανότητα επιβολής κυρώσεων της Ε.Ε προς την Τουρκία, αν η τελευταία συνεχίσει απτόητη το κρεσέντο επιθετικότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Γερμανία, με ιστορικούς δεσμούς φιλίας με την Τουρκία (Οθωμανική Αυτοκρατορία), αλλά και σημαντικά εμπορικά συμφέροντα στην εν λόγω χώρα, έχοντας και τη συνδρομή άλλων χωρών τη ΕΕ, θέτει «βέτο» και φραγμούς στην επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Άγκυρας. Υπό αυτό το πρίσμα, η διαμεσολαβητική προσπάθεια του Βερολίνου έχει εγγενείς παθογένειες και απουσία δυναμικής για να δημιουργήσει ώριμες συνθήκες διεξαγωγής διερευνητικών επαφών.

Και πώς να γίνει αυτό όταν η Τουρκία επιχειρεί να μετατρέψει την ίδια τη γερμανική πρωτοβουλία, ως ένα νέο μοχλό πίεσης προς την Ελλάδα για  να συρθεί σ’ ένα διάλογο υπό τους όρους που θα επιβάλει η Άγκυρα. Είναι γνωστό ότι το καθεστώς Ερντογάν επιδιώκει να θέσει επί τάπητος και υπό διπλωματική επεξεργασία, μια διευρυμένη ατζέντα για τα ελληνοτουρκικά που επί της ουσίας θα αμφισβητεί το status quo στο Αιγαίο και την ελληνική κυριαρχία επ’ αυτού, αλλά θα βάζει από το «παράθυρο» και ζητήματα όπως αυτό της Θράκης (μουσουλμανική μειονότητα) …

Η ελληνική πλευρά, που καλώς κοιτάζει τη δουλειά της και αντιμετωπίζει με τον απαραίτητο ρεαλισμό τη διαμορφωθείσα κατάσταση, επιμένει ότι ο διάλογος με την Τουρκία έχει… νόημα να γίνει μόνο επί των εξής θεμάτων: για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και  των θαλασσίων ζωνών.

Ο,τιδήποτε άλλο επιχειρηθεί να προστεθεί από.. φίλους και εχθρούς στην ατζέντα του «επιδιωκόμενου» διαλόγου, κρύβει παγίδες για την ελληνική πλευρά και ευνοεί τα σχέδια του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος θέλει να επιβάλει δια του bulling και των προκλήσεων, τους δικούς του όρους.

Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ