NOOR1: Ο Ερντογάν φόρτωσε τρεις τόνους ηρωίνη στον… Χατζηπετρή!


Μια αλυσίδα συμπτώσεων που όχι μόνο ανατρέπει σωρεία δικαστικών αποφάσεων, αλλά σε μεγάλο βαθμό επιβεβαιώνει ότι στην Ελλάδα ισχύει το δίκιο του ισχυρού.

Τι κοινό έχουν άραγε η μεταφορά 2,1 τόνων ηρωίνης με το Noor One, η τραγωδία στο Μάτι και ισχυροί ιδιοκτήτες ΜΜΕ; Τις διάφορες δικαστικές διαδικασίες που απορρέουν από την κάθε υπόθεση και την κάθε μήνυση, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος. Ξεχωριστές υποθέσεις, για τις οποίες γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά, που σε καμία περίπτωση όμως δεν συνδέονται μεταξύ τους. Έχουν όμως έτσι τα πράγματα;

Σύμφωνα λοιπόν με μια πρόσφατη εξέλιξη όλα τα παραπάνω συνδέονται με μια αλυσίδα συμπτώσεων που όχι μόνο ανατρέπει σωρεία δικαστικών αποφάσεων, αλλά σε μεγάλο βαθμό επιβεβαιώνει ότι στην Ελλάδα ισχύει το δίκιο του ισχυρού.

Εξηγούμαστε:

Η υπόθεση του πλοίου της ηρωίνης και της εγκληματικής οργάνωσης που με σκοπό το κέρδος προχώρησε στην αγορά και μεταφορά του φορτίου εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων του Πειραιά. Μέσα στον επόμενο μήνα αναμένεται η ολοκλήρωση της δίκης.

Παράλληλα, λόγω έλλειψης ανακριτών, εκκρεμεί από το 2017 η δεύτερη υπόθεση που σχετίζεται με το Noor One και αφορά τραπεζικά εμβάσματα στο Ντουμπάι, ενώ έχουν ασκηθεί διώξεις σε βαθμό κακουργήματος σε βάρος του Β. Μαρινάκη και τριών συνεργατών του.

Εν μέσω αυτών των δικαστικών διαδικασιών ο νέος αρχηγός του Λιμενικού αποφάσισε να αγνοήσει τις προηγούμενες αποφάσεις αρχειοθέτησης των μηνύσεων (Μ. Γιαννουσάκη, Β. Μαρινάκη και Γ. Κουρτάκη) και να ζητήσει εκ νέου ΕΔΕ σε βάρος των βασικών μαρτύρων, δηλαδή των λιμενικών που εντόπισαν το φορτίο και συνέλαβαν τα μέλη της οργάνωσης με συστηματική έρευνα και σε συνεργασία με αλλοδαπές αρχές.

Από την πρώτη στιγμή οι κατά καιρούς απότομες «αλλαγές» του περιεχομένου των καταθέσεων του βασικού κατηγορούμενου Μ. Γιαννουσάκη δημιουργούσαν ανάλογες αλλαγές στάσης συγκεκριμένων ΜΜΕ που έσπευδαν κάθε φορά να καταδικάζουν, να αγνοούν ή και να ανάγουν τον ισοβίτη Γιαννουσάκη σε αξιόπιστο μάρτυρα με προφανείς πολιτικές και όχι μόνο σκοπιμότητες («Δυο τόνοι… διαπλοκής στα αμπάρια του Noor One», «Εφ.Συν.» 25.6.2017).

Άλλωστε την αξιοπιστία του Μ. Γιαννουσάκη είχε στηλιτεύσει ο ίδιος ο συνήγορος του Γ. Κουρτάκη κ. Αλέξης Κούγιας, ο οποίος μετά την αρχειοθέτηση των μηνύσεων αναφερόμενος στις ευθύνες του πρώην υπουργού Π. Καμμένου δήλωνε ότι «ο κ. Εισαγγελέας Εφετών Πειραιά έκανε εντελώς επιδερμική και όχι σοβαρή, κατά την κρίση μου, διερεύνηση της υποθέσεως, και δεν εξέτασε κανέναν από τους μάρτυρες που πρότεινε ο κ. Κουρτάκης, αλλά ασχολήθηκε κατά ποσοστό 90% με την ευθύνη ή όχι της Αντεισαγγελέα Εφετών κας Τζίβα, την οποία “φρόντισε” να “απαλλάξει” με νεώτερη κατάθεσή του ο μηνυτής της ισοβίτης Γιαννουσάκης, πρόσωπο εντελώς αναξιόπιστο απ’ ό,τι αποδεικνύεται […] ο οποίος απεγνωσμένα προσπαθεί να εκμεταλλευθεί όλες τις καταστάσεις, για να βελτιώσει την ποινική του μεταχείριση» (15.9.2017)

Τα πρόσθετα στοιχεία (από τις τηλεφωνικές συνομιλίες που είχε στην κατοχή της η ΕΥΠ) που πιστοποιούσαν στενές σχέσεις κατηγορουμένων με τον εφοπλιστή Μαρινάκη αλλά και η δικαστική διερεύνηση των επίμαχων τραπεζικών εμβασμάτων οδήγησαν σε μια πρωτοφανή διαδικασία στοχοποίησης εισαγγελέων και λιμενικών από συγκεκριμένα ΜΜΕ.

Ενώ λοιπόν οι δικαστικές διαδικασίες για την υπόθεση του πλοίου της ηρωίνης είναι ανοιχτές κλήθηκαν στο πλαίσιο της νέας ΕΔΕ και κατέθεσαν ως ύποπτοι οι δύο λιμενικοί (ο προανακριτικός υπάλληλος και ο προϊστάμενός του) που συμμετείχαν στην ομάδα που εξάρθρωσε την εγκληματική οργάνωση της ηρωίνης. Η ΕΔΕ έγινε με βάση τις μηνύσεις των Μαρινάκη, Κουρτάκη και Γιαννουσάκη που δύο φορές στο παρελθόν απορρίφθηκαν και μπήκαν στο αρχείο.

Σύμφωνα με τον δικηγόρο Πειραιά κ. Μπακόπουλο, επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Διαφάνειας Λιμενικού Συστήματος (πρόκειται για ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα, με σκοπό την άσκηση δημόσιου, δημοκρατικού, κοινωνικού ελέγχου στο ελληνικό λιμενικό σύστημα), η εντολή δόθηκε παρά το γεγονός ότι η σχέση ποινικής και πειθαρχικής δίκης έχει αποσαφηνιστεί πλήρως από τη νομολογία του ΣτΕ που έκρινε ότι η απαλλαγή κατηγορουμένου για ποινικό αδίκημα συνιστά ταυτόχρονα και λόγο απαλλαγής του από οποιαδήποτε πειθαρχική κατηγορία.

Ειδικά όταν δύο φορές από διαφορετικά όργανα έχει κριθεί ανυπόστατη η ποινική δίωξη αποτελεί πρωτοφανές γεγονός η εκ νέου αναζήτηση πειθαρχικών ευθυνών, υπογραμμίζει ο κ. Μπακόπουλος που απέστειλε αναλυτική επιστολή στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, την οποία και κοινοποίησε σε βουλευτές και ΜΜΕ. Μεταξύ άλλων διερωτάται ποιο είναι το νόημα διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος του λιμενικού εφόσον με βάση τα δεδομένα δεν μπορεί να ασκηθεί ποινική δίωξη.

Επισημαίνει δε ότι μεσούσης της δίκης αλλά και της κύριας ανάκρισης για τη δεύτερη υπόθεση είναι βέβαιο ότι η διαδικασία αυτή θα αποτελέσει υπερασπιστικό ισχυρισμό όσων τελικά κληθούν σε απολογία από τον τακτικό ανακριτή του Πειραιά για την εκκρεμή υπόθεση. Ο ίδιος καλεί τον εισαγγελέα να ερευνήσει αν από όσα γεγονότα παραθέτει προκύπτουν τυχόν καταχρηστικές πράξεις της Εισαγγελίας Ναυτοδικείου Πειραιά, οι οποίες ενδεχομένως να δυσχεραίνουν αντί να διευκολύνουν την ανεύρεση της αλήθειας στην υπόθεση.

Το χρονικό των συμπτώσεων

• Ο λιμενικός προανακριτικός υπάλληλος (Π. Χριστοφορίδης) ήταν μέλος της ομάδας του Λιμενικού Σώματος η οποία μετά την έκβαση της υπόθεσης Noor One (2014) παρασημοφορήθηκε το 2015 από τον τότε υπουργό Ναυτιλίας με το Ναυτικό Μετάλλιο Β′ τάξης.

• Τον Ιούνιο του 2017 υποβλήθηκαν (και) εναντίον του λιμενικού μηνυτήριες αναφορές του ισοβίτη Μ. Γιαννουσάκη, του Β. Μαρινάκη και του εκδότη Γ. Κουρτάκη.

• Τον Σεπτέμβριο του 2017 ο λιμενικός εξετάστηκε ενόρκως από πταισματοδίκη, αναφορικά με την ενημέρωση από τον ίδιο της εισαγγελέως Ειρήνης Τζίβα και του τότε προϊσταμένου της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά Ε. Ζαχαρή για ζητήματα σχετικά με την υπόθεση του Noor One.

• Στις 14.9.2017 αρχειοθετήθηκε από την Εισαγγελία Εφετών Πειραιά καταγγελία αναφορικά με τη γενικότερη συμπεριφορά του λιμενικού προανακριτικού υπαλλήλου αλλά και του προϊσταμένου του αντιπλοιάρχου Γ. Κατσούλη (στον οποίο έκανε αναφορά ο Γ. Κουρτάκης στη δική του έγκληση).

• Τον Οκτώβριο ο λιμενικός έδωσε νέα κατάθεση ενώπιον του εισαγγελέα Ναυτοδικείου Πειραιά και στη συνέχεια εξετάστηκε ενόρκως ενώπιον της εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιά. Τελικά τον Ιανουάριο του 2018 με διάταξη του εισαγγελέα Ναυτοδικείου Πειραιά απορρίφθηκαν οι εγκλήσεις Γιαννουσάκη – Μαρινάκη – Κουρτάκη.

• Ακολούθησε και η διάταξη του εισαγγελέα Αναθεωρητικού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκαν και οι προσφυγές επί της προηγούμενης διάταξης.

• Τον Νοέμβριο 2019 ο νέος αρχηγός του Λιμενικού, που διορίστηκε μετά την απότομη αποπομπή του αρχηγού Σ. Ράπτη λίγες μόνο ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, υπογράφει εντολή διενέργειας ΕΔΕ, προκειμένου να διαπιστωθεί, εάν όσα περιλαμβάνονταν στις δύο εισαγγελικές διατάξεις αρχειοθέτησης των εγκλήσεων (Γιαννουσάκη, Μαρινάκη, Κουρτάκη) συνιστούν πειθαρχικό ή υπηρεσιακό αδίκημα. Αυτή ήταν μάλιστα μια από τις πρώτες αποφάσεις του νέου αρχηγού.

• Στις 29.6.2020 η Εισαγγελία Ναυτοδικείου Πειραιά παρήγγειλε τελικά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά του λιμενικού προανακριτικού υπαλλήλου για το ποινικό αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης μάρτυρα. Το στοιχείο που επικαλέστηκε ο Β. Μαρινάκης στο αίτημά του να ανασυρθεί η υπόθεση από το αρχείο είναι η μη αξιολόγηση της συνομιλίας του λιμενικού με τον καταδικασμένο κρατούμενο, τον οποίο «εκδήλως καταπίεζε», του υποσχέθηκε ευνοϊκότερη μεταχείριση, απόλυση (!) από τις φυλακές και χρηματικό ποσό αρκεί να κατέθετε ψέματα ότι ο Β. Μαρινάκης ήταν μπλεγμένος στην υπόθεση.

Ο Β. Μαρινάκης υποστηρίζει ότι η προφορική συνομιλία των δύο έπρεπε να ληφθεί υπόψη ακόμα κι αν ήταν παράνομο αποδεικτικό μέσο. Το πώς διενεργείται βέβαια μια ανάκριση προκείμενου να αποσπάσει ο ανακριτής την αλήθεια είναι θέμα που ασφαλώς το γνωρίζουν καλά όσοι διενεργούν ανακρίσεις. Το νέο στοιχείο που επικαλείται ο κ. Μαρινάκης είναι ένα δημοσίευμα της εφημερίδας «Η Άποψη» για την παράνομη συμπεριφορά του ανθυπασπιστή Π. Χριστοφορίδη, ο οποίος σύμφωνα με το δημοσίευμα φέρεται να προμήθευσε με κινητό τηλέφωνο τον κρατούμενο, ενώ τον επισκεπτόταν χωρίς να το γνωρίζει αυτό η τότε προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πειραιά.

Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται ότι οι άνδρες του Λιμενικού που διενεργούσαν τότε τις όποιες προανακριτικές πράξεις έδιναν πλήρη αναφορά στον (υπεράνω υποψίας) και τότε προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών Πειραιά Ε. Ζαχαρή για όλες τις ενέργειές τους.

Η νέα ΕΔΕ και η τραγωδία στο Μάτι

Εκείνο όμως που δημιουργεί πρόσθετες απορίες (όπως σημειώνει και ο κ. Μπακόπουλος) είναι το πώς από το σύνολο των υψηλόβαθμων αξιωματούχων του Λιμενικού η ΕΔΕ ανατέθηκε στον αξιωματικό που υπηρετούσε ως λιμενάρχης Ραφήνας, το βράδυ της πυρκαγιάς στο Μάτι.

Μάλιστα η επιλογή αυτή έγινε ενώ δεν είχε καν ακόμα ολοκληρωθεί η προκαταρκτική εξέταση της Εισαγγελίας Ναυτοδικείου Πειραιά για πιθανές πράξεις και παραλείψεις των λιμενικών στο Μάτι. Στη συνέχεια βέβαια η πρόταση ήταν απολύτως απαλλακτική για τους λιμενικούς, ενώ οι μηνύσεις εναντίον τους τέθηκαν στο αρχείο στις 14.5.2020.

Τον περασμένο Μάρτιο ο συγκεκριμένος λιμενικός ολοκλήρωσε εν μέσω πανδημίας την έρευνα, εξέτασε τις μηνύσεις των Γιαννουσάκη, Μαρινάκη και Κουρτάκη, έκρινε ότι έπρεπε να ανασυρθούν από το αρχείο και κατέληξε ζητώντας την πειθαρχική δίωξη του λιμενικού.

Ας σημειωθεί εδώ ότι ο ίδιος διενήργησε ελάχιστες ανακριτικές πράξεις και δεν ζήτησε καν καταθέσεις από τους δύο πρώην αρχηγούς του Λιμενικού που υπηρέτησαν από το 2014 μέχρι το 2019. Διαφωνώντας με την επί της ουσίας κρίση τόσο της Εισαγγελίας Ναυτοδικείου Πειραιά όσο και της Εισαγγελίας Αναθεωρητικού Δικαστηρίου ο πρώην λιμενάρχης Ραφήνας διαπίστωσε ενοχή. Συμπτωματικά προφανώς, λίγες ημέρες μετά τη σύνταξη του πορίσματός του στις κρίσεις που μεσολάβησαν προήχθη σε αρχιπλοίαρχο.

Πηγή: Άντα Ψαρρά, efsyn.gr


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ