«Η συνεργασία μας με την ελληνική κυβέρνηση είναι άριστη και πολυεπίπεδη. Υπάρχει συντονισμός μέσα από την επιλογή του διαλόγου για επίλυση των όποιων διαφορών προκύπτουν σαν αποτέλεσμα της τουρκικής επιθετικότητας» δηλώνει ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης σε συνέντευξη που παραχωρεί στην εφημερίδα «Η Καθημερινή».
Απαντώντας σε ερώτημα σχετικά με φόβους για ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο, λόγω και των τουρκικών διακηρύξεων για γεώτρηση ανοικτά της Κρήτης, ο κ. Αναστασιάδης είναι κατηγορηματικός: «Οι έντονες διπλωματικές προσπάθειες που καταβάλλονται τόσο από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης, όσο και κυπριακής έχουν κινητοποιήσει τόσο το ενδιαφέρον, όσο και τις ανησυχίες και της ίδιας της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Οι επόμενες των ημερών είναι κρίσιμες όσον αφορά την ανάδειξη πρωτοβουλιών από πλευράς ΕΕ και ΗΠΑ έτσι ώστε να αποτραπεί μια ενδεχόμενη κρίση».
Ο Κύπριος Πρόεδρος αναφέρεται στις διεργασίες και τις πρωτοβουλίες ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, αλλά και αμερικανικών παραγόντων που όπως εκτιμά θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο τις προσεχείς ημέρες προς την πλευρά της Τουρκίας, για αποτροπή ενδεχόμενης κρίσης.
Στο ερώτημα ποιος θα είναι ο μοχλός πίεσης για να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών η Άγκυρα, απαντά ότι «δεν υπάρχει άλλος τρόπος από την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου μέσα από μια ποικιλία κυρώσεων που να αυξάνει το κόστος των προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας».
Σε ό,τι αφορά την τοποθέτησή του προ ημερών ότι αν θεωρήσουμε ότι μπορούμε να δώσουμε λύση μέσα από την στρατικοποίηση, αυτό θα είναι το τέλος του κυπριακού Ελληνισμού, που συνιστά άνευ όρων παράδοση, τόνισε ότι ο πατριωτικός ρεαλισμός υπαγορεύει λύση δια της διπλωματίας και όχι των όπλων.
«Αυτό που εξέφρασα ήταν μια αποτίμηση των επιλογών που προσφέρονται σε μια μικρή χώρα όπως η Κύπρος, προκειμένου αποτελεσματικά να αντιμετωπισθεί η τουρκική επιθετικότητα και οι εξ αυτής κίνδυνοι. Και τούτο όχι μόνο δεν συνιστά “παράδοση” όπως κάποια τουρκικά ΜΜΕ αυθαιρέτως απέδωσαν, αλλά αντιθέτως υποδηλούν την αποφασιστικότητα αντίστασης, με επιλογή αντί ενός καταστροφικού σεναρίου, την επιλογή της διπλωματίας και των όπλων που το διεθνές δίκαιο προσφέρει και η ιδιότητα της χώρας ως κράτους μέλους της ΕΕ. Αυτό υπαγορεύει ο πατριωτικός ρεαλισμός και ορθολογισμός και όχι μια ρητορική κενών συνθημάτων. Εξάλλου από της τουρκικής εισβολής και εντεύθεν, ομόφωνη ήταν η θέση των εκάστοτε κυβερνήσεων Κύπρου και Ελλάδος, αλλά και του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων πως η επίλυση του κυπριακού προβλήματος δεν μπορεί να επιτευχθεί με στρατιωτικά μέσα, αλλά με επιλογή τον διάλογο στην βάση του διεθνούς δικαίου. Είναι ακριβώς μέσα από την συνετή πολιτική που ακολουθήθηκε που η Κυπριακή Δημοκρατία εντάχθηκε στην ΕΕ, παρά τις απειλές της Τουρκίας, και αποτελεί σήμερα ευρωπαϊκό έδαφος. Την ίδια ώρα μπορεί και ορθά δεν επιλέγουμε την στρατικοποίηση αλλά ουδέποτε εγκαταλείψαμε την ενίσχυση της αμυντικής μας θωράκισης, αντίθετα σήμερα διαθέτουμε μια ισχυρή αποτρεπτική δύναμη η οποία συνεχώς ισχυροποιείται και εκσυγχρονίζεται».