Οι Έλληνες από τους ανατολικούς λαούς (Περσες, Τούρκους, Εβραίους κ.α.) λέγονται «Γιουνάνς», από το όνομα Ίωνες, και από τους Δυτικούς (λατίνους, Ετρούσκους κ.α.) Γραικία και Γραικοί (Graecia – Graeci). από την περιοχή Γραία ή Γραϊκή (= περιοχή της Ελλάδας απ΄όπου κατάγονταν οι πρώτοι Έλληνες άποικοι της Ιταλίας).
Ο Ησίοδος, που είναι ένας από τους αρχαιότερους συγγραφείς του κόσμου, αναφέρει ότι ο Γραικός, o Έλληνας, ο Μάγνης και ο Μακηδόνας είναι μια οικογένεια, παιδιά του Δία και της Πανδώρας, κόρης του Δευκαλίωνα, του μοναδικού ανθρώπου που επέζησε με τη γυναίκα του μέσα σε μια λάρνακα, ύστερα από ένα κατακλυσμό που έγινε επί εποχής του, άρα οι Μακεδόνες, οι Μάγνητες, οι Έλληνες και Γραικοί είναι μια οικογένεια, λαοί αδέλφια, πρβ:
«Κι η κόρη στον οίκο του ευγενή Δευκαλίωνα, η Πανδώρα με τον πατέρα Δία, τον οδηγό των Θεών όλων, σμιγμένη στην αγάπη γέννησε το χαιρομαχητή Γραικό. Η ίδια συλλαμβάνουσα από το Δία γέννησε στον κεραυνόχαρο δυο γιους, τον Μάγνητα και το Μακηδόνα το αλογόχαρο, που κατοικούσαν στα δώματα γύρω από την Πιερία και τον Όλυμπο. Κι ο Μάγνης (γέννησε) το Δίκτη και Πολυδέκτη. Και από τον Έλληνα το φιλοπόλεμο βασιλιά γεννήθηκαν ο Δώρος κι ο Ξούθος και ο αλογόχαρος Αίολος…..» (Ησίοδος, Γυναικών κατάλογος ή Ηοίαι 1-6, μετάφραση εκδόσεις «Κάκτος»)
Σύμφωνα με το Πάριο Χρονικό ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα έγινε το 1265 πριν από το Διόγνητο = 1529 π.Χ.και τους Αριστοτέλη (Μετεωρολογικά 1.352 α), Απολλόδωρο (Α 7, Επιτομή) κ.α., ο κατακλυσμός του Δευκαλίωνα είχε επίκεντρο τη Δωδώνη και τον ποταμό Αχελώο και οι Γραικοί γρήγορα μετονομάστηκαν σε Έλληνες, ενώ οι Μακεδόνες και οι Μάγνητες διατήρησαν για πολύ το όνομά τους.
« Ο κατακλυσμός περί τον Ελληνικόν εγένετο μάλιστα τόπον. Και τούτου περί την Ελλάδα την αρχαίαν. Αύτη δ’ εστίν η περί Δωδώνην και τον Αχελώον. Ούτος γαρ πολλαχού το ρεύμα μεταβέβληκεν. Ώκουν γαρ οι Σελλοί ενταύθα και οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν δ’ Έλληνες”. (Αριστοτέλης Μετεωρολογικά 1 352 a).
Αναφερουν επίσης ότι στη Φθιωτιδα πνίγηκαν όλοι οι άνθρωποι πλην ενός ζευγαριού, του Δευκαλίωνα και της Πανδώρας και των παιδιών τους, οι οποίοι σώθηκαν μέσα σε μια λάρνακα (= γούρνα), η οποία τους μετέφερε στην Αθήνα, Παιδιά του Δευκαλίωνα και της Πανδώρας ήταν ο Έλληνας, ο Γραικός, Μάγνης και ο Μακηδόνας, απ΄ όπου κατάγονται οι Έλληνες, οι Γραικοί, οι οποίοι όμως μετονομάστηκαν και αυτοί Έλληνες, οι Μάγνητες και οι Μακεδόνες. Παιδιά του Έλληνα (βασίλευε το έτος 1521 π.Χ.) και της Πύρας ήσαν ο Δώρος, ο Ξούθος (παιδιά του οποίου ήσαν ο Ίωνας και ο Αχαιός) και ο Αίολος από τους οποίους δημιουργήθηκαν οι καλούμενες φυλές των Δωριέων, των Αιολέων, των Ιώνων και των Αχαιών.
Ειδικότερα ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι ο Προμηθέας αρχικά έπλασε από γη και νερό το πρώτο γένος των ανθρώπων και ακολούθως έκλεψε από τους ουρανούς το Θείο πυρ, το οποίο έβαλε μέσα στους ανθρώπους (υπονοεί τον πυρετο που υπάρχει στις φλέβες των ανθρώπων) και έτσι πήραν ζωή και γι αυτό μετά καταδικάστηκε να του τρώει το συκώτι ένας αετός στον Καύκασο. Το γένος αυτό αποφάσισε κάποια στιγμή να το εξαφανίσει ο Δίας με κατακλυσμό, εξ αιτίας της κακίας και της διαφθοράς του. Ωστόσο ο Δευκαλίωνας ακολουθώντας τη συμβουλή του πατέρα του, του θεού Προμηθέα, κατασκεύασε μια λάρνακα (γούρνα, πλοιάριο), όπου έβαλε μέσα τα απαραίτητα πράγματα και στη συνέχεια μπήκε μέσα μαζί με τη γυναίκα του, την Πύρρα, και έτσι διασώθηκαν από τον κατακλυσμό. Μετά τη διάσωσή τους ο βασιλιάς Δευκαλίωνας και η γυναίκα του Πύρρα, ύστερα από υπόδειξη του Ερμή, έριχναν πάνω από τα κεφάλαια τους πέτρες και όσες από αυτές έριχνε ο Δευκαλίωνας γίνονταν άνδρες και όσες έριχνε η Πύρρα γίνονταν γυναίκες. Παιδιά του βασιλιά Δευκαλίωνα και της Πύρρας ήσαν ο Αμφικτύωνας, ο Έλληνας, η Πρωτογένεια και ο Αέθλιος. Ο Έλληνας μετονόμασε τους καλουμένους Γραικούς σε Έλληνςς. Παιδιά του βασιλιά Έλληνα και της νύμφης Ορσηίδας και επόμενοι βασιλιάδες ήσαν: ο Δώρος, ο Αίολος και ο Ξούθος (πατέρας του Ίωνα και Αχαιού), στους οποίους διαμοίρασε ο βασιλιάς Έλληνας τη χώρα του, πρβ:
[Α 7,1] Προμηθεὺς δὲ ἐξ ὕδατος καὶ γῆς ἀνθρώπους πλάσας ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ πῦρ, λάθρᾳ Διὸς ἐν νάρθηκι κρύψας. ὡς δὲ ᾔσθετο Ζεύς, ἐπέταξεν Ἡφαίστῳ τῷ Καυκάσῳ ὄρει τὸ σῶμα αὐτοῦ προσηλῶσαι· τοῦτο δὲ Σκυθικὸν ὄρος ἐστίν. ἐν δὴ τούτῳ προσηλωθεὶς Προμηθεὺς πολλῶν ἐτῶν ἀριθμὸν ἐδέδετο· καθ᾽ ἑκάστην δὲ ἡμέραν ἀετὸς ἐφιπτάμενος αὐτῷ τοὺς λοβοὺς ἐνέμετο τοῦ ἥπατος αὐξανομένου διὰ νυκτός. καὶ Προμηθεὺς μὲν πυρὸς κλαπέντος δίκην ἔτινε ταύτην, μέχρις Ἡρακλῆς αὐτὸν ὕστερον ἔλυσεν, ὡς ἐν τοῖς καθ᾽ Ἡρακλέα δηλώσομεν.
[Α 7,2] Προμηθέως δὲ παῖς Δευκαλίων ἐγένετο. οὗτος βασιλεύων τῶν περὶ τὴν Φθίαν τόπων γαμεῖ Πύρραν τὴν Ἐπιμηθέως καὶ Πανδώρας, ἣν ἔπλασαν θεοὶ πρώτην γυναῖκα. ἐπεὶ δὲ ἀφανίσαι Ζεὺς τὸ χαλκοῦν ἠθέλησε γένος, ὑποθεμένου Προμηθέως Δευκαλίων τεκτηνάμενος λάρνακα, καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐνθέμενος, εἰς ταύτην μετὰ Πύρρας εἰσέβη. Ζεὺς δὲ πολὺν ὑετὸν ἀπ᾽ οὐρανοῦ χέας τὰ πλεῖστα μέρη τῆς Ἑλλάδος κατέκλυσεν, ὥστε διαφθαρῆναι πάντας ἀνθρώπους, ὀλίγων χωρὶς οἳ συνέφυγον εἰς τὰ πλησίον ὑψηλὰ ὄρη. τότε δὲ καὶ τὰ κατὰ Θεσσαλίαν ὄρη διέστη, καὶ τὰ ἐκτὸς Ἰσθμοῦ καὶ Πελοποννήσου συνεχέθη πάντα. Δευκαλίων δὲ ἐν τῇ λάρνακι διὰ τῆς θαλάσσης φερόμενος <ἐφ᾽> ἡμέρας ἐννέα καὶ νύκτας <τὰς> ἴσας τῷ Παρνασῷ προσίσχει, κἀκεῖ τῶν ὄμβρων παῦλαν λαβόντων ἐκβὰς θύει Διὶ φυξίῳ. Ζεὺς δὲ πέμψας Ἑρμῆν πρὸς αὐτὸν ἐπέτρεψεν αἱρεῖσθαι ὅ τι βούλεται· ὁ δὲ αἱρεῖται ἀνθρώπους αὐτῷ γενέσθαι. καὶ Διὸς εἰπόντος ὑπὲρ κεφαλῆς ἔβαλλεν αἴρων λίθους, καὶ οὓς μὲν ἔβαλε Δευκαλίων, ἄνδρες ἐγένοντο, οὓς δὲ Πύρρα, γυναῖκες. ὅθεν καὶ λαοὶ μεταφορικῶς ὠνομάσθησαν ἀπὸ τοῦ λᾶας ὁ λίθος. γίνονται δὲ ἐκ Πύρρας Δευκαλίωνι παῖδες Ἕλλην μὲν πρῶτος, ὃν ἐκ Διὸς γεγεννῆσθαι <ἔνιοι> λέγουσι, <δεύτερος δὲ> Ἀμφικτύων ὁ μετὰ Κραναὸν βασιλεύσας τῆς Ἀττικῆς, θυγάτηρ δὲ Πρωτογένεια, ἐξ ἧς καὶ Διὸς Ἀέθλιος.
[Α 7,3] «Έλληνος δε και νύμφης Ορσηίδος Δώρος Ξούθος Αίολος. αυτός μεν ουν αφ αυτού τους καλουμένους Γραικούς προσηγόρευσεν Έλληνας, τοις δε παισίν εμέρισε την χώραν· και Ξουθος μεν λαβών την Πελοπόννησον εκ Κρεούσης της Ερεχθέως Αχαιόν εγέννησε και Ίωνα, αφ’ ων Αχαιοί και Ίωνες καλούνται, Δώρος δε την πέραν χώραν Πελοποννήσου λαβών τοις κατοίκους αφ’ εαυτού Δωριείς εκάλεσεν, Αίολος δε βασιλεύων των περί την Θεσσαλίαν τόπων τοις ενοικούντας Αιολείς προσηγόρευσε,…». (Απολλόδωρος Α 7,3)
Σημειώνεται ότι:
Α) Ο Όμηρος απαριθμώντας στον Κατάλογο των «νηών» τις μεγάλες πόλεις που έλαβαν μέρος στον πόλεμο της Τροίας περιλαμβάνει και την πόλη Γραία (Ιλ. Β 498 και ο Θουκυδίδης (Β 23,3) αναφέρει: ”παριόντες δε (οι Πελοπονήσιοι) Ωρωπόν την γην την Γραικήν καλουμένην, ην νέμονται Ωρώπιοι Αθηναίων, υπήκοοι, εδήωσαν”).
Ο Παυσανίας (Βοιωτικά, 20 – 24) από τη μια αναφέρει ότι το όνομα της πόλης «η Γραία» προέκυψε από σύντμηση της αρχικής ονομασίας «Τανα-γραία» (που αρχικά η ονομασία αυτή ήταν όνομα γυναίκας, της κόρη του Ασωπού, και μετά της πόλης) και από την άλλη ότι η Γραία ήταν πολύ μεγάλη σε έκταση, περιλάμβανε την Αυλίδα, τη Μυκαλησσό, το Άρμα κ.α.. Λέει επίσης ότι ο Όμηρος γι αυτήν αναφέρει « Την Θέσπεια, την Γραία και την ευρύχωρη Μυκαλησσό», καθώς και ότι ο Αριστοτέλης λέει ότι ο Ωροπός ονομαζόταν «Γραία» και η περιοχή του Ωρωπού «Γραϊκή».
Β) Η ονομασία Γρακία, Γραικός… ετυμολογικά σχετίζεται με τα: ρα(γ)ιά απ΄όπου και τα Rex, ρήγας, ρήγιον, ραγιάς κ.α. Αντίθετα το όνομα Γραικία – Γραικός (Λατινικά Graecia – Graecus) δεν σχετίζεται, όπως κακώς ισχυρίζονται μερικοί ανθέλληνες, με το λατινικό Γκρεκύλος (Greculus), που χαρακτήριζε τον χαμερπή, κόλακα και εθνικά ανάξιο καιροσκόπο, αφού το όνομα Γραικία γράφεται με αι = ae και ι, όπως η πόλη Γραία, και όχι με e και (ο)υ, όπως γράφεται το Γρεκύλος (Greculus). Η λέξη «Γκρεκύλος» πρέπει να είναι είτε σλαβική, από τη λέξη Γκρεχ (Грех) που υποδηλώνει την απάτη και αμαρτία, είτε ελληνο-λατινική, από τη λέξη λατινικά Γκρεξ (Grex) = Ελληνικά αγέλη…, άρα ο αγροίκος, αμόρφωτος, ο ανάξιος κ.τ.λ.
Γ) Ο Στέφανος Βυζάντιος, στο λήμμα Γραικοί, αναφέρει ότι ο Αλκμάν ονόμαζε Γραίκες τις μητέρες των Ελλήνων (”Γραίκες δε παρά Αλκμάνι αι των Ελλήνων μητέρες και παρά Σοφοκλεί εν Ποιμέσιν”), κάτι που γίνεται και σήμερα. Παράβαλε ότι λέμε π.χ. «ο γέρος και η γραία ή γρα ή γριά μου». Άλλος το γέρος > γρα ή γριά κ.α. και άλλο το Τανα-γραία.
Δ) Ο Πλούταρχος, ο Θουκυδίδης, ο Ηρόδοτος κ.α. αναφέρουν ότι ο Δευκαλίωνας, καθώς και οι απόγονοί του Έλληνας, Δώρος, Ξούθος κ.τ.λ. ήταν υπαρκτοί βασιλιάδες. Μάλιστα το Πάριο χρονικό αναφέρει και τις χρονολογίες γέννησης και βασιλείας τους.
Ε) Επειδή παλιά δεν υπήρχαν κράτη και σύνορα, οι διάφορες ομάδες ανθρώπων (οι φυλές), ονομάζονταν και μετονομάζονταν πολλές φορες και από το όνομα του εκάστοτε βασιλιά τους, π.χ. Ελλην > Έλληνες, Κάδμος > Καδμείοι κλπ
«Οι Ίωνες όσο μεν χρόνον κατοικούσαν την Πελοπόννησο, τη λεγόμενη σήμερα Αχαία, και πριν έλθουν στην Πελοπόννησο ο Δαναός και ο Ξούθος, καθώς λέγουν οι Έλληνες, ονομάζονταν Πελασγοί Αιγιαλείς, μετονομάστηκαν δε Ίωνες από τον Ίωνα του Ξούθου (Ηρόδοτος Θ, 85).
ΣΤ) Ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι οι αρχαίοι βασιλιάδες χωρίζονται σε δυο γένη’ στο γένος του Δευκαλίωνα και στο γένος του Ινάχου και τα παρακλάδια τους (Γένος Ηρακλειδών, Γένος Αγηνορειδών κ.α.). Στο βασιλικό γένος του Δευκαλίωνα ανήκουν οι βασιλιάδες του οίκου της Φθιώτιδας. Δηλαδή ο βασιλιάς Έλληνας και τα παιδιά του: Δώρος, Ξούθος, Αίολος, καθώς και τα εγγόνια του: Ίων, Αχαιός, Μάγνης κ.τ.λ. , στα οποία διαμοίρασε τη χώρα τους και σχηματίσθηκαν τα σχετικά βασίλεια στην Πελοπόννησο, Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα κ.α.. Στο βασιλικό γένος του Ινάχου ανήκουν οι βασιλιάδες του οίκου του Άργους. Δηλαδή οι βασιλιάδες Άργος και Πελασγός, απόγονοι του Ινάχου, και οι απόγονοί τους. Γιος του Πελασγού ήταν ο Λυκάονας, που έγινε βασιλιάς των Αρκάδων και με πάρα πολλές γυναίκες απόκτησε 50 γιους, τους: Θεσπρωτό, Μάκεδνο, Μαίναλο, Φθίο, Λύκιο, Ορχομενό …. Κόρη του Άργους ήταν η Ιώ απ΄όπου προέρχονται οι βασιλιάδες της Αιγύπτου, Αραβίας, Κιλικίας κ.α. Δηλαδή οι βασιλιάδες Έπαφος, Δαναός, οι Αγηνορίδες, οι Καδμείοι κ.α.