Το σπήλαιο έγινε γνωστό το 1765 από τον Άγγλο περιηγητή Ρίτσαρντ Τσάντερ και αμέσως προσέλκυσε μεγάλο ενδιαφέρον. Πέρα από το εντυπωσιακό σταλακτικό και σταλαγμιτικό διάκοσμο, που διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, διαθέτει πλήθος αρχαίων μνημείων.
Το εντυπωσιακό είναι ότι ίσως πρόκειται για το μοναδικό σπήλαιο με σκαλισμένα ανάγλυφα αγάλματα στα τοιχώματά του. Μέχρι και ο Λόρδος Βύρων και το βασιλικό ζεύγος του Όθωνα και της Αμαλίας το επισκέφθηκαν για να θαυμάσουν το απόκρυφο αρχαίο ιερό.
Το εσωτερικό του σπηλαίου
Το εσωτερικό του σπηλαίου διαμορφώθηκε από το Σαντορινιό γλύπτη Αρχέδημο τον 5ο π.Χ. αιώνα. Εκείνος εγκαταστάθηκε εκεί λίγο πριν τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.
Το τοπίο τον μάγεψε και για να τιμήσει τις Νύμφες που, σύμφωνα με το μύθο κατοικούσαν στο δάσος, αλλά και το θεό Απόλλωνα και τον Πάνα μετέτρεψε το σπήλαιο σε λατρευτικό χώρο των νυμφών που λειτούργησε έως το 150 π. Χ.
Σύμφωνα με επιγραφές στην είσοδο υπήρχε ένα πλάτωμα στο οποίο χόρευαν γυναίκες-προσκυνήτριες των νυμφών. Μέχρι σήμερα σώζεται ένα σκαλισμένο ανάγλυφο άγαλμα σε θρόνο χωρίς, όμως, κεφάλι.
Πιθανότατα πρόκειται για τον Απόλλωνα τον οποίο λάτρευαν ιδιαιτέρως στην πατρίδα του Αρχέδαμου, τις Κυκλάδες. Στα τοιχώματα υπήρχαν και ανάγλυφα Νυμφών και του Πανός που σώθηκαν από τους αρχαιοκάπηλους του 18ου και 19ου αιώνα γιατί θεωρήθηκαν άχρηστα. Βρέθηκαν σε θραύσματα και σήμερα φυλάσσονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Οι αρχαιοκάπηλοι
Σύμφωνα με τις επιγραφές υπήρχαν και άλλα μεγαλύτερα ανάγλυφα τα οποία εικάζεται ότι βρίσκονται σε αποθήκες ξένων μουσείων. Πιθανό να είναι στο Λούβρο καθώς ο Γάλλος διπλωμάτης Φοβέλ είχε επισκεφθεί πολλές φορές το σπήλαιο στα τέλη του 18ου αιώνα. Ο Αρχέδημος ως δημιουργός αυτού του ιερού αποφάσισε δίπλα στα αγάλματα των θεοτήτων να σκαλίσει και τη δική του μορφή να κρατά στο ένα χέρι σφυρί και στο άλλο τη σμίλη.
Εκτός από αγάλματα υπήρχε ένας βωμός και αναθήματα (θέσεις για αφιέρωση αντικειμένων στους θεούς). Το 1902 η Αμερικανική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών βρήκε πάνω από 1000 πήλινα πλούσια διακοσμημένα λυχνάρια και αναθηματικές λίθινες επιγραφές του 4ου αιώνα. Τα περισσότερα ευρήματα βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
Πενήντα χρόνια μετά την διακοπή της λειτουργίας του, νεοπλατωνικοί της Αττικής σχολής το χρησιμοποίησαν για τις τελετές τους. Η επιλογή του σπηλαίου δεν ήταν τυχαία καθώς επικρατεί έντονα η αντίληψη ότι το συγκεκριμένο σπήλαιο αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για την αλληγορία του Σπηλαίου του Πλάτωνος. Ο Πλάτωνας το επισκεπτόταν και είχε δηλώσει την εντύπωση που του προξενούσε.
Δείτε τη ξενάγηση στο σπήλαιο: