Εθνικό στόχο χαρακτήρισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα, κατά την παρουσίαση των Πρακτικών της διεθνούς ημερίδας με θέμα «Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα», που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 29 Ιανουαρίου στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κατά την ομιλία του, συνεχάρη την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, κ. Λίνα Μενδώνη, καθώς και την πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της UNESCO, Μαριάννα Βαρδινογιάννη, για την πρωτοβουλία της έκδοσης αυτής, υπογραμμίζοντας ότι «η ως άνω ημερίδα είναι ένας πραγματικός σταθμός στην τεκμηρίωση και διεθνοποίηση του όλου κοινού μας αγώνα για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, ήτοι για την επίτευξη ενός εθνικού, κυριολεκτικώς, στόχου».
Αναφερόμενος στα όσα είχε επισημάνει κατά την διάρκεια της συγκεκριμένης ημερίδας τον Απρίλιο του 2019, επανέλαβε ότι η επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι δίκαιο αίτημα και πρόσθεσε ότι η αιτία για την οποία αγωνιζόμαστε είναι θεσμικώς δίκαιη και ηθικώς επιβεβλημένη, στο όνομα της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Υποστήριξε, επίσης, ότι «δικαίως η σημερινή εκδήλωση σηματοδοτεί την έναρξη του έτους “Μελίνα Μερκούρη”, αν αναλογισθούμε τον κορυφαίο ρόλο της Μελίνας στον αγώνα για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα».
Παράλληλα, τόνισε, ότι μεταξύ των μνημείων της ελληνικής αρχαιότητας, που συνθέτουν τον πυρήνα της όλης πολιτιστικής μας κληρονομιάς, κορυφαία θέση κατέχει ο Παρθενώνας. «Και τούτο διότι, κατά κοινή πλέον ομολογία, ο Παρθενώνας συμβολίζει, με ανεπανάληπτο μάλιστα τρόπο, την αφετηρία και την κοιτίδα του εν γένει δυτικού πολιτισμού, συγκεκριμένα δε, την αφετηρία και την κοιτίδα τόσο των πνευματικών μας καταβολών, όσο και των θεσμικών πυλώνων της Δημοκρατίας μας» πρόσθεσε.
Ακολούθως, εξήγησε, ότι πριν απ’ όλα είναι παγκοσμίως αποδεκτό ότι τα Γλυπτά αυτά ανήκουν, δικαιωματικώς και πολιτισμικώς, στον Παρθενώνα και στα Μνημεία του. Και τούτο διότι χωρίς τα Γλυπτά αυτά ο Παρθενώνας, βαριά λαβωμένος από μιαν ιερόσυλη πράξη βανδαλισμού και λεηλασίας του Έλγιν, που καλύπτεται εδώ και πάνω από δύο αιώνες εκ μέρους του Βρετανικού Μουσείου υπό την λεοντή μιας, δήθεν, «αρχαιολατρίας», η οποία πλήττει ευθέως την Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά, δεν μπορεί να συμβολίσει και, επέκεινα, να εκπέμψει προς την Ανθρωπότητα το αιώνιο, αειθαλές και μοναδικό πολιτισμικό μήνυμα που του αναλογεί.
Υπενθύμισε, ακόμη, ότι το αίτημά μας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα είχε, ήδη από το 1943, έναν «απρόσμενο» σύμμαχο στο πρόσωπο του Λόρδου Kenneth Clark, ο οποίος συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων Ιστορικών Τέχνης του 20ου αιώνα, κυρίως ως συγγραφέας έργων για την σημειολογία της Ευρωπαϊκής Γλυπτικής, καθώς και για τους Λεονάρντο ντα Βίντσι, Μποτιτσέλι και Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα και επισήμανε ότι με βάση αυτό το παράδειγμα μπορεί κανείς να κρίνει πόση ευγένεια ψυχής και πολιτιστικού ήθους εκπροσωπεί, εν ονόματι της παράδοσης της Μεγάλης Βρετανίας, ο Kenneth Clark, εκφράζοντας έτσι και τον σεβασμό του στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά και στις ρίζες του Πολιτισμού μας. «Και πόσο «μίζερη» και εντελώς ανάξια της ως άνω παράδοσης της Μεγάλης Βρετανίας είναι η στάση των υπευθύνων του Βρετανικού Μουσείου σήμερα, οι οποίοι, κατ’ αποτέλεσμα, αναδεικνύονται αφενός κατώτεροι των περιστάσεων ως προς την υπεράσπιση της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και του κοινού μας Πολιτισμού. Και, αφετέρου, αμετανόητοι συνεργοί του εγκληματικού πολιτιστικού ανοσιουργήματος του Έλγιν» κατέληξε ο κ.Παυλόπουλος.