Ελλάδα – Τουρκία: Τι σημαίνει η προσφυγή στην Χάγη;


Η στρατηγική του Ερντογάν έχει ανάψει φωτιές στην Ανατολική Μεσόγειο και είναι αλήθεια ότι η χώρα μας έχει ξεκινήσει ένα διπλωματικό «κατοστάρι» προκειμένου να προλάβει τις εξελίξεις και να εμποδίσει, όσο μπορεί, το δόγμα Ατατούρκ που ακολουθεί ο Τούρκος πρόεδρος. Τις τελευταίες ημέρες στο εσωτερικό τις Ελλάδας πληθαίνουν οι απόψεις που προβάλουν ως γραμμή άμυνας την προσφυγή στη Χάγη. Έχει στα αλήθεια σοβαρές βάσεις ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Τι σημαίνει επί της ουσίας η προσφυγή στο Διεθνές δικαστήριο και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει για την χώρα μας; Τι θα ζητήσουν οι Τούρκοι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο;

Πριν φτάσουμε στην Χάγη πρέπει πρώτα από όλα να ξαναδιαβάσουμε τις πρόσφατες δηλώσεις του Τσαβούσογλου. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών σε πρόσφατες δηλώσεις του ήταν κάτι παραπάνω από ξεκάθαρος:

Πρέπει πρώτα να προηγηθεί μία διμερής εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση, χωρίς την παρεμβολή τρίτων. Αυτό επιθυμεί σε πρώτη φάση η Τουρκία. Την διαμόρφωση ενός συνυποσχετικού το οποίο θα προκύψει από «διαπραγμάτευση» επί όλων των μονομερών επεκτατικών βλέψεων της Τουρκίας. Κάτι τέτοιο βέβαια μόνο διαπραγμάτευση δεν λέγεται. Ο κ. Τσαβούσογλου έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα πως αν δεν βρεθούν κοινοί τόποι, τότε θα πάμε στην Χάγη για τα πάντα και όχι μόνο για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ.

Αυτό το τελευταίο ορισμένοι στην Ελλάδα κάνουν σαν να μην το άκουσαν…

Όμως, όταν οι Τούρκοι μιλούν για Χάγη, τι ακριβώς εννοούν;

Το περιγράφει επακριβώς σε άρθρο του στην «Καθημερινή» ο κ. κ. Αγγελος Μ. Συρίγος, βουλευτής Α΄ Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία και αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

«Η επίλυση των ελληνοτουρκικών σχέσεων διά της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης προβάλλει ως η μόνη ρεαλιστική λύση στον ελληνικό δημόσιο λόγο. Υπάρχει όμως ένα σοβαρό πρόβλημα. Η Τουρκία έχει θέσει κατά καιρούς μία πλειάδα θεμάτων τα οποία παρατίθενται χρονολογικά:

  • Καθεστώς αποστρατιωτικοποιήσεως των ανατολικών νησιών του Αιγαίου (1964-1974).
  • Οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου (1974).
  • Ορια του FIR Αθηνών (1974).
  • Μη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων πέραν του σημερινού ορίου των 6 ν. μιλίων (1974) που συνδέεται με την απειλή χρήσεως βίας – casus belli (1974) σε περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα αλλά και με τον ορισμό συγκεκριμένων θαλάσσιων περασμάτων στο Αιγαίο, από τα πολλά που υπάρχουν, ως «διεθνών στενών» ναυσιπλοΐας (1982).
  • Εύρος εναερίου χώρου 10 ν. μιλίων εν σχέσει προς χωρικά ύδατα 6 ν. μιλίων (1975).
  • Ορια της Ζώνης Ερευνας και Διασώσεως-SAR στο Αιγαίο (1980).
  • Οι λεγόμενες «γκρίζες ζώνες» κυριαρχίας απροσδιόριστου αριθμού ελληνικών νησιών στο Αιγαίο και πέριξ της Κρήτης (1996).
  • Μη αναγνώριση υφαλοκρηπίδας στα νησιά του συμπλέγματος του Καστελλόριζου (2012).
  • Μη αναγνώριση υφαλοκρηπίδας σε Ρόδο, Κάρπαθο, Κάσο και Κρήτη (2019)».

Όταν λοιπόν η Τουρκία ομιλεί για Χάγη, εννοεί όλα τα παραπάνω.

Αλήθεια, η ελληνική κυβέρνηση τι θα δεχθεί να στείλει στο Διεθνές Δικαστήριο από όλα αυτά;

Για να είμαστε ειλικρινείς και ξεκάθαροι – όπως έχουμε επισημάνει πολλές φορές από το Newsbomb.gr – οι απαιτήσεις της Τουρκίας αφορούν μόνο κάποιο κράτος που έχει υποστεί συντριβή μετά από πόλεμο.

Θα μπορούσαν λοιπόν να παραπεμφθούν συλλήβδην όλα στο Διεθνές Δικαστήριο;

Η απάντηση είναι όχι.

Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο το οποίο κινείται στα όρια της εθνικής προδοσίας.

Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν έχει δικαίωμα να υποκύψει σε τέτοιες διαπραγματεύσεις.

Όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο κ. Συρίγος: «η Ελλάδα με δήλωσή της από το 1994 (που επαναλήφθηκε αναδιατυπωμένη το 2015) έχει εξαιρέσει από την αρμοδιότητα του Διεθνούς Δικαστηρίου τη στρατιωτικοποίηση των ανατολικών νησιών του Αιγαίου. Είναι ένα θέμα για το οποίο δεν μπορούν να υπάρξουν δεύτερες σκέψεις. Η παρουσία στρατού στα ανατολικά νησιά του Αιγαίου συνδέεται με την αυτονόητη ανάγκη προστασίας τους από έναν γείτονα που δεν έχει πρόβλημα, όποτε κρίνει ότι του προσφέρεται η ευκαιρία, να εισβάλει στα εδάφη των διπλανών του κρατών».

Το ίδιο ισχύει και για τις «γκρίζες ζώνες».

«Από το 1996 οι Τούρκοι κατά καιρούς έχουν αμφισβητήσει την ελληνική κυριαρχία άλλοτε σε 3.000, άλλοτε σε 1.000 και άλλοτε σε 150 νησιά. Την τελευταία δεκαετία μιλούν για 18 νησιά. Είναι δυνατόν να θέσουμε στην κρίση του Δικαστηρίου εάν οι Φούρνοι, οι Οινούσσες, το Αγαθονήσι, η Γαύδος, η Θύμαινα στη Σάμο, η Ψέριμος ή οι Αρκιοί ανήκουν στην Ελλάδα; Έρχεται ο γείτονας στο σπίτι μας και λέει ότι του ανήκει η κουζίνα, το ψυγείο και το κρεβάτι μας. Συζητάμε μαζί του το θέμα και εάν δεν τα βρούμε, πάμε στο δικαστήριο να μας λύσει τη διαφορά; Θέματα ελληνικής κυριαρχίας επί εδαφικών περιοχών είναι εκτός συζητήσεως», αναφέρει χαρακτηριστικά ο βουλευτής της ΝΔ και έχει απόλυτο δίκιο.

Aπό το 1975 η επίσημη και σταθερή ελληνική θέση ήταν και είναι ότι ουσιαστικά το μοναδικό θέμα προς δικαστική επίλυση είναι αυτό της οριοθετήσεως της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου.

Εύλογα γεννάται το ερώτημα: Σήμερα έχει αλλάξει κάτι;

Και όσοι υποστηρίζουν την Χάγη γιατί δεν μας λένε ποια θέματα θα δεχθεί η χώρα μας να πάμε στην Χάγη; Και ποιος ή ποιοι θα αποφασίσουν την αλλαγή της εθνικής μας πολιτικής;

Εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ότι η Χάγη δεν είναι λύση, ούτε καν σοβαρή γραμμή άμυνας για ένα κράτος που θέλει να διατείνεται ότι έχει κυριαρχικά δικαιώματα.

Αυτά τα είχε επισημάνει πολύ εύστοχα το 1987 ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, όταν η Τουρκική προκλητικότητα είχε φτάσει πάλι στο ζενίθ.

Στο υπουργικό συμβούλιο της 27 Μαρτίου 1987, ο τότε πρωθυπουργός είχε τονίσει τα ακόλουθα:

«Εμείς έχουμε καλέσει, και επαναλαμβάνω και τώρα, την Τουρκία να προχωρήσει σε αποδοχή της πρότασής μας να πάμε στη Χάγη. Αυτό προϋποθέτει ένα συνυποσχετικό, υπογραμμένο από τους δύο και με αυτή την έννοια διάλογος για το συνυποσχετικό είναι λογικός και ουδέποτε είχαμε ή έχουμε αντίρρηση για την πραγματοποίησή του. Πολιτικό διάλογο με την Τουρκία για άλλα θέματα δεν είναι δυνατόν να κάνουμε γιατί είναι όλα πολιτικά και αφορούν αποκλειστικά το ποια κυριαρχικά δικαιώματα η Ελλάδα θα παραχωρήσει στην Τουρκία. Αυτό δεν λέγεται διάλογος. Αυτό είναι μήνυμα προς ηττημένο και δεν δεχόμαστε τέτοια μηνύματα».

Η τελευταία του φράση περιγράφει το αίσθημα του ελληνικού έθνους απαλλαγμένο από φοβικά σύνδρομα και διατυπωμένο με απόλυτη σαφήνεια: «Η Ελλάδα δεν δέχεται μηνύματα προς ηττημένους».

Στο ίδιο υπουργικό είχε τονίσει:

«Έχει αναγραφεί σε ορισμένη μερίδα του τύπου ότι εμείς επιζητούμε επιδιαιτησία από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Δεν επιζητούμε επιδιαιτησία, αλλά σαφώς θέτουμε και το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ ενώπιον των ιστορικών των ευθυνών. Είναι φυσικό να απευθυνθούμε και στην Ατλαντική Συμμαχία και ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες και να τονίσουμε ότι αυτές επωμίζονται τις ευθύνες για τις εξελίξεις στο Αιγαίο».

Καλό θα ήταν το σύγχρονο πολιτικό σύστημα που πουσάρει την Χάγη ως λύτρωση και σωτηρία να μας πει τι ακριβώς έχει αλλάξει στην χάραξη εθνικής στρατηγικής και ποιος αποφάσισε την όποια αλλαγή.

Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ