Πολιτικός, που διετέλεσε πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.
Ήταν απόγονος πολιτικής οικογένειας με σημαντική παρουσία στη νεοελληνική πολιτική ιστορία. Ο πατέρας του, Ιωάννης Ράλλης, διετέλεσε πρωθυπουργός το 1943, όπως και ο παππούς του, Δημήτριος Ράλλης, ο οποίος υπήρξε συνολικά 6 φορές πρωθυπουργός της χώρας, με πρώτη θητεία το 1893. Η μητέρα του, Ζαΐρα, ήταν κόρη του Γεωργίου Θεοτόκη και αδελφή του Ιωάννη Θεοτόκη, που υπήρξαν επίσης πρωθυπουργοί της χώρας στα 1903 και 1950 αντίστοιχα.
Ο Γεώργιος Ράλλης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 26 Δεκεμβρίου 1918. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου σπούδασε Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες (1939), στρατεύθηκε και υπηρέτησε ως έφεδρος ανθυπίλαρχος στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, όπου διακρίθηκε και παρασημοφορήθηκε. Μετά την ανακωχή, γράφτηκε στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και ασχολήθηκε με τη δικηγορία έως τον Οκτώβριο του 1944 όταν στρατεύθηκε εκ νέου. Πολέμησε με τα τεθωρακισμένα στη Στερεά και την Ήπειρο κατά τις επιχειρήσεις εναντίον των κομμουνιστών και απολύθηκε οριστικά το Δεκέμβριο του 1948.
Στην πολιτική, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του το 1950, οπότε εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών με το Λαϊκό Κόμμα. Επανεκλέχθηκε σε όλες τις κατοπινές εκλογές, εκτός από τις εκλογές του 1958 στις οποίες δεν έλαβε μέρος. Ορκίστηκε για πρώτη φορά το 1954 ως υπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως, με πρωθυπουργό τον στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο.
Στενός συνεργάτης του Κωνσταντίνου Καραμανλή, το 1955 υπήρξε μέλος της πρώτης του κυβέρνησης ως υπουργός Προεδρίας, ενώ το 1956 συνέπραξε στην ίδρυση της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως (ΕΡΕ). Την περίοδο 1956-58 διετέλεσε υπουργός Δημοσίων Έργων και Συγκοινωνιών και στη συνέχεια (1961-1963) υπουργός Εσωτερικών.
Στις 21 Απριλίου 1967 ως υπουργός Δημοσίας Τάξεως διέφυγε τη σύλληψη και από το σταθμό δράσεως της Χωροφυλακής προσπάθησε να κινητοποιήσει το Γ’ Σώμα Στρατού εναντίον των κινηματιών, αλλά οι διαταγές του δεν μεταβιβάστηκαν. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας τον συνέλαβαν τρεις φορές, φυλακίστηκε και εκτοπίστηκε στην Κάσο. Όταν επέστρεψε, συνέχισε με κάθε μέσο την αντίσταση κατά της δικτατορίας και τον Ιούλιο του 1973 έλαβε ενεργό μέρος στον αγώνα εναντίον του δημοψηφίσματος του Παπαδόπουλου. Ακόμα, ανέλαβε την επώνυμη διεύθυνση του περιοδικού «Πολιτικά θέματα».
Έλαβε μέρος στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας ως υπουργός Προεδρίας, αξίωμα που διατήρησε και στην Κυβέρνηση που σχηματίστηκε μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1974 και από τον Ιούλιο του 1976 ανέλαβε και το υπουργείο Παιδείας όπου εισηγήθηκε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και επέβαλλε σε όλες τις βαθμίδες της εκπαιδεύσεως και στη Διοίκηση τη χρήση της νεοελληνικής καταργώντας την καθαρεύουσα.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1977 ανέλαβε το Υπουργείο Συντονισμού και τον Μάιο 1978 το υπουργείο Εξωτερικών. Κατά το διάστημα από 10 Μαΐου 1978 έως 8 Μαρτίου 1980 ως υπουργός Εξωτερικών συνέχισε τις διαπραγματεύσεις με την ΕΟΚ, οι οποίες το Μάιο 1979 κατέληξαν στην υπογραφή της συμφωνίας εισδοχής της Ελλάδος ως δέκατο μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Επίσης, ήταν ο πρώτος έλληνας υπουργός Εξωτερικών που επισκέφθηκε τον Οκτώβριο 1978 τη Σοβιετική Ένωση.
Στις 8 Μαΐου 1980 εκλέχθηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας και την μεθεπόμενη ορκίστηκε πρωθυπουργός. Παραιτήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1981 μετά την ήττα του κόμματος στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981. Στις αρχές Δεκεμβρίου 1981 έθεσε στην κοινοβουλευτική ομάδα θέμα εμπιστοσύνης και όταν η πλειοψηφία των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας του την αρνήθηκε, παραιτήθηκε και από την αρχηγία του κόμματος, για να τον διαδεχθεί ο Ευάγγελος Αβέρωφ.
Το Μάιο του 1987 ανεξαρτητοποιήθηκε από τη Νέα Δημοκρατία και δεν πολιτεύθηκε στις εκλογές του Ιουνίου 1989. Έπειτα από πρόσκληση του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, μετείχε στις εκλογές του Νοεμβρίου 1989 και του Απριλίου 1990 και εκλέχθηκε βουλευτής Κερκύρας. Από το Μάρτιο του 1993, διαφωνώντας με τον χειρισμό του Μακεδονικού, παραιτήθηκε από βουλευτής.
Ο Γεώργιος Ράλλης τιμήθηκε με το Μεγαλόσταυρο της Τιμής, το ανώτατο ελληνικό παράσημο που απονέμεται σε εν ενεργεία πρωθυπουργούς, καθώς και τους Μεγαλόσταυρους της Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας, Ισπανίας, Πορτογαλίας, Γιουγκοσλαβίας, Ταϊλάνδης και Αβησσυνίας.
Πλούσιο ήταν και το συγγραφικό του έργο. Έγραψε συνολικά 14 βιβλία:
- «Ο Ιωάννης Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου» (1947)
- «Δύο δρόμοι» (1958)
- «Η αλήθεια για τους έλληνες πολιτικούς» (1971)
- «Η τεχνική της βίας» (1972)
- «Άρθρα, λόγοι, συνεντεύξεις», 1977 σε δύο τόμους
- «Ώρες ευθύνης» (1983)
- «Χωρίς προκατάληψη για το παρόν και το μέλλον» (1983)
- «Γεώργιος Θεοτόκης» (1986)
- «Griechenland und Balkanpolitik, munchen» (1988) ανάτυπο
- «Πολιτικές εκμυστηρεύσεις» (1990)
- «Κοιτάζοντας πίσω» (1993)
- «Εις ώτα μη ακουόντων» (1995)
- «Τάδε έφη» (1997)
- «Το ημερολόγιό μου, τον καιρό της δικτατορίας» (1997)
Πέθανε, πλήρης ημερών, σε ηλικία 88 ετών, στις 15 Μαρτίου 2006.
Πηγή:SanSimera.gr