Στην Ελλάδα έχει πέσει “πυρηνική βόμβα” και η επιστροφή στα επίπεδα του ΑΕΠ του 2007, δεν αναμένεται, καλώς εχόντων των πραγμάτων, νωρίτερα από το 2030. Είναι θαύμα που οι τράπεζες ζουν σήμερα, ενώ ο άθλος για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα κρίνει τη μελλοντική τους βιωσιμότητα.
Αυτό είναι επιγραμματικά το πριν και το μετά για τις ελληνικές τράπεζες, με επίκεντρο τη “μάχη” κατά των “κόκκινων” δανείων, όπως το συνόψισαν χθες τρεις κορυφαίοι τραπεζίτες, μιλώντας στο 10ο Risk Management & Compliance Forum της ΕΕΔΕ. Σε συζήτηση που συντόνιζε η Γενική Γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Καθηγήτρια, Χαρούλα Απαλαγάκη, ο Ανώτερος Γενικός Διευθυντής της Τράπεζας Πειραιώς, Γιώργος Γεωργακόπουλος, ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Alpha Bank, Αρτέμης Θεοδωρίδης και ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, Θεόδωρος Καλαντώνης, ανέφεραν τα εξής:
– Την περίοδο 2000 – 2008 υπήρξε μια γενική χαλάρωση στην Ελλάδα και οι τράπεζες φέρουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης για το ότι έδωσαν δάνεια που εκ των υστέρων δεν έπρεπε να είχαν δοθεί. “Ήταν λάθος να χρηματοδοτούμε με loan to value100% ή και άνω αυτού, λάθος να χορηγούμε πολλά προϊόντα σε έναν πελάτη επί τη βάσει δεδομένων οικονομικών του στοιχείων”. Πέρα από αυτό, όμως, η κρίση θα έφερνε όξυνση των NPLs, καθώς το βάθος και η έκτασή της ξεπερνά την μεγάλη ύφεση του 1929 στις ΗΠΑ. Στις ΗΠΑ, τότε, οι απώλειες του ΑΕΠ μέσα σε 4 χρόνια ανήλθαν σε 26%. Όμως 7 χρόνια μετά, δηλαδή το 1936, το ΑΕΠ είχε ανακτήσει πλήρως τις απώλειες από την ύφεση.
Στην Ελλάδα, το ΑΕΠ άρχισε να υποχωρεί το 2007 και έφτασε ύστερα από 6 χρόνια στο χαμηλότερο σημείο του, με απώλειες επίσης 26%. Ακόμη και σήμερα, όμως, 11 χρόνια μετά, το ΑΕΠ παραμένει 23% – 24% χαμηλότερα από το 2007. Για να επανέλθουμε στο ΑΕΠ του 2007, θα απαιτηθούν ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης 2,5% (σημειώνεται ότι η επίσημη πρόβλεψη είναι για ρυθμό 2%) μέχρι το 2030.
– Τα τελευταία 6 – 7 χρόνια έχει χαθεί αποταμιευτικός πλούτος 33 δισ. ευρώ και όχι μόνο δεν παράγεται καινούργιος, αλλά οι δαπάνες για υγεία, εκπαίδευση, φόρους, παροχές κοινής ωφέλειας κ.λπ. συνεχίζουν να ροκανίζουν τις αποταμιεύσεις, αφήνοντας τελευταίες στην ουρά τις αποπληρωμές οφειλών προς τις τράπεζες.
– Υπάρχουν κάποια ενθαρρυντικά στοιχεία οικονομικής ανάπτυξης όπως π.χ. η ταχύτητα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας ή η σταθεροποίηση ή και άνοδος των τιμών των ακινήτων, τα οποία μπορεί να συμβάλουν θετικά στη μείωση των NPLs. Ωστόσο, ο άθλος που πρέπει να επιτευχθεί είναι τεράστιος και μεγάλο μέρος αυτού πρέπει να περάσει μέσα από την ίαση προβληματικών δανείων. Η θεραπεία μη εξυπηρετούμενων δανείων και όχι η αναγκαστική εκτέλεση με δικαστικά μέτρα, θα είναι η λύση.
– Το 1/3 των δανειοληπτών με μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι συνεργάσιμοι αλλά έχουν πραγματικό οικονομικό πρόβλημα. Ένα 25% ανήκουν στους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Ακόμη και σήμερα, η συναλλακτική κουλτούρα δεν έχει αποκατασταθεί. “Κάποιοι έχουν συνηθίσει να μην πληρώνουν και το γενναίο κούρεμα που τους προσφέρουν οι τράπεζες, είναι προφανώς χειρότερο από το να μην πληρώνουν τίποτα”, ειπώθηκε με αναφορά στην περίπτωση της Eurobank, η οποία απηύθυνε επιστολές ρύθμισης με “κούρεμα” 80% σε 90.000 δανειολήπτες (παρέλαβαν την επιστολή οι 85.000) και μόλις το 6% (5.500 δανειολήπτες) αποδέχτηκαν τη ρύθμιση. Το ίδιο “εξωφρενικό” για τις τράπεζες είναι και το ότι επιχειρηματίες που ηγούνται μη βιώσιμων επιχειρήσεων, με σχέση δανεισμού προς EBITDA άνω των 20 φορών (ένας υγιής δείκτης δεν μπορεί να ξεπερνάει το 10) θέλουν να παραμένουν και να παίζουν ρόλο στις χρεοκοπημένες επιχειρήσεις.
– Οι τράπεζες πρέπει να προχωρήσουν σε τιτλοποιήσεις για τη μείωση των NPLs και να δοθούν εγγυήσεις όπως έγινε στην περίπτωση της Ιταλίας, έτσι ώστε να μην υπάρξουν κεφαλαιακές επιπτώσεις. Η δημιουργία bad bank που θα αποτελούσε λύση στην αρχή της κρίσης, σήμερα δεν είναι εφαρμόσιμη.
– Οι ρυθμίσεις κοστίζουν στις τράπεζες και χρειάζονται ένα με ενάμιση χρόνο για να δώσουν καρπούς. Ενδεικτικά, οι ρυθμίσεις ύψους 8 δισ. ευρώ που έκανε η Τράπεζα Πειραιώς τα τελευταία 4 τρίμηνα, είχαν κόστος 1,2 – 1,3 δισ. ευρώ για την Τράπεζα.
– Εδώ και ένα χρόνο, προσφέρονται “κουρέματα” δανείων της τάξεως του 30% – 40%, άνω του 50% σε οφειλές καταναλωτικής πίστης και 10% – 15% σε στεγαστικά δάνεια.
– Ύστερα από 8 χρόνια κρίσης, μικρή περίμετρος μη εξυπηρετούμενων δανείων (καταναλωτικά χωρίς εξασφαλίσεις, μικρά επιχειρηματικά δάνεια, ίσως και λίγο μεγαλύτερα), μπορεί να καταλήξει σε συναινετική λύση με τις τράπεζες. Στον αντίποδα, μπορεί να θεραπευθεί μεγάλο μέρος στεγαστικών δανείων.
– Υπάρχουν αγοραστές για χαρτοφυλάκια NPLs κοντά στην τιμή που τα δάνεια αυτά είναι εγγεγραμμένα στα βιβλία των τραπεζών, και αυτό είναι θετικό.
– Χάρη στην εποικοδομητική συνεργασία με τις εποπτικές αρχές, οι τράπεζες κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους. Ωστόσο, οι τράπεζες βομβαρδίζονται από νέες οδηγίες και κανονισμούς, υπάρχει πολυφωνία μεταξύ των εποπτών που ζητούν αναφορές και αυτό δημιουργεί πρόβλημα σε καθημερινό επίπεδο, αλλά και στη λήψη μεγάλων αποφάσεων από τις τράπεζες.
– Σημειώνεται ότι σε ομιλία – παρέμβασή του στο συνέδριο της ΕΕΔΕ, ο CEO του ΤΧΣ, Δρ. Martin Czurda, αναφέρθηκε στο σχέδιο που επεξεργάζεται το ΤΧΣ, και πλέον και η κυβέρνηση (ο Υπ. Οικ. Ευκλ. Τσακαλώτος θα το θέσει υπόψιν των θεσμών) για τη δημιουργία του Asset Protection Scheme, με την παροχή εγγυήσεων στο senior ομόλογο τιτλοποιήσεων NPLs των τραπεζών.
Ο κ. Czurda επεσήμανε ότι οι τράπεζες πολύ δύσκολα μπορούν να λύσουν το πρόβλημα των NPEs με τα υπάρχοντα κεφάλαιά τους και τις εσωτερικές ροές τους. “Οι στόχοι για τη μείωση των NPEs είναι πολύ φιλόδοξοι, αλλά αν θέλεις να έχεις μία καλή τράπεζα, θα πρέπει να έχεις NPEs κάτω του 10%”. Μεγάλες προκλήσεις για τις τράπεζες είναι επίσης η μείωση που παρουσιάζουν τα έσοδά τους,το πώς θα ενισχύσουν την πιστωτική τους επέκταση, αλλά και το ότι “όλα τα λεφτά θα πρέπει να βγαίνουν εφεξής από την Ελλάδα, ελλείψει θυγατρικών στο εξωτερικό”. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν αρνητικό RoE (- 2,19%), ενώ οι δείκτες κόστους προς έσοδα θα μπορούσαν να είναι χαμηλότεροι.
Της Νένας Μαλλιάρα