Όλοι ανεξαιρέτως δυσκολευόμαστε πολύ να χειριστούμε ένα νήπιο που βρίσκεται εν εξάλλω κατάσταση και δε, σε δημόσιο χώρο. Τα βλέμματα των περαστικών και η αδυναμία μας να αντιμετωπίσουμε την υστερία και το κλάμα, μας φέρνουν σε αμηχανία ενώ πολλές φορές χάνουμε την υπομονή μας. Μήπως όμως πρέπει να δούμε αυτά τα ξεσπάσματα από διαφορετική σκοπιά, προκειμένου να βοηθήσουμε τα παιδιά μας; Αυτή η μαμά τονίζει ότι από τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε στα μικρά μας όταν είναι ταραγμένα, μπορούμε να τους δώσουμε σημαντικά εφόδια για την ενήλικη ζωή τους.
Οι 2 φράσεις που δεν πρέπει να λέμε στα ξεσπάσματα των παιδιών
«Αν μου έδιναν 2 ευρώ για κάθε φορά που η κόρη μου κλαίει και ξεσπάει σε δημόσιο χώρο, αυτήν τη στιγμή θα ήμουν πλούσια. Η μικρή, όπως τα περισσότερα παιδιά στην νηπιακή ηλικία, κλαίει (δυνατά!) συχνά είτε επειδή χτύπησε, είτε επειδή της αρνήθηκα κάτι που ήθελε ή για κάποιο μη προφανή λόγο σε μένα.
Μου είναι πολύ δύσκολο να χειριστώ αυτή την κατάσταση κυρίως όταν είμαστε έξω και τα βλέμματα των περαστικών καρφώνονται πάνω μου. Νιώθω ότι περιμένουν να δουν την αντίδρασή μου για να την κρίνουν. Δυστυχώς όμως σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι εύκολο να είσαι υπομονετική. Ωστόσο, η στάση που κρατάμε είναι πολύ σημαντική. Μου πήρε πολύ καιρό να μάθω να αντιμετωπίζω τα ξεσπάσματα της κόρης μου, ώστε να είμαι ψύχραιμη και να δείχνω κατανόηση.
Πριν γίνω μαμά, θεωρούσα ότι όταν ένα παιδί κλαίει, το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να το καθησυχάσουμε, λέγοντάς του ότι όλα είναι μια χαρά ή να του πούμε να μην κλαίει και ότι αυτό που νιώθει θα περάσει. Σε πρώτο επίπεδο αυτή η αντίδραση είναι πολύ λογική. Ωστόσο, τί μαθαίνουν αυτές οι φράσεις τα παιδιά;
Η μία φράση που συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε είναι το ”όλα θα πάνε καλά.” Προσωπικά αν ερχόταν κάποιος την ώρα που ήμουν στενοχωρημένη και μου έλεγε αυτά τα λόγια θα εκνευριζόμουν πολύ- για τον απλούστατο λόγο ότι εκείνη την ώρα δεν μπορείς να νιώσεις ότι όλα είναι καλά. Λέγοντας αυτή τη φράση για να ηρεμήσουμε ένα ταραγμένο παιδί, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να υποτιμήσουμε τα συναισθήματά του. Μοιάζει σαν να ακυρώνουμε τα όσα νιώθει. Μπορεί να θεωρούμε τα ξεσπάσματά τους υπερβολικά, όμως, για εκείνο είναι πέρα για πέρα αληθινά. Και οφείλουμε να τα σεβαστούμε και να αντιδράσουμε ανάλογα. Όταν ανταποκρινόμαστε με ενσυναίσθηση και αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα των παιδιών, τους δείχνουμε τον τρόπο για να τα κατανοήσουν και έπειτα να μάθουν να τα αντιμετωπίζουν.
«Μην κλαις άλλο.» ή «Σταμάτα να κλαις.» είναι η 2η φράση που καλό είναι να μην χρησιμοποιούμε. Υπάρχει ακόμη το κοινωνικό στερεότυπο ότι το να κλαις και να εκφράζεις τα συναισθήματά σου σε κάνει αδύναμο. Λέγοντας αυτά τα λόγια, το τροφοδοτούμε. Το κλάμα είναι φυσιολογικό και δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην νιώθει καλύτερα, όταν ξεσπάσει. Το ίδιο ισχύει και για τα μικρά μας.
Η επεξεργασία και η έκφραση συναισθημάτων έχει τεράστια σημασία. Ως γονείς πρέπει να δημιουργήσουμε έναν ασφαλή συναισθηματικό χώρο, στον οποίο τα παιδιά θα αισθάνονται εμπιστοσύνη να εκδηλώσουν όσα νιώθουν. Ακόμη κι αν αισθανόμαστε άσχημα όταν τέτοιες σκηνές γίνονται μπροστά σε αγνώστους. Για να το πετύχουμε αυτό πρέπει τα παιδιά να νιώσουν ότι τα ακούμε και τα καταλαβαίνουμε-ακόμη κι αν θεωρούμε τις αντιδράσεις τους υπερβολικές.
Πόσες φορές εμείς οι ίδιο έχουμε εκφράσει το παράπονο ”θα ήθελα να μπεις στην θέση μου” ή ”θα ήθελα να με καταλάβεις”. Είναι μια βασική ανθρώπινη ανάγκη να θέλουμε οι άλλοι να μας καταλαβαίνουν. Γιατί, λοιπόν, θεωρούμε πως τα παιδιά είναι διαφορετική περίπτωση; Απλά στις μικρές ηλικίες δεν έχουν μάθει ακόμη να εκφράζονται με λόγια. Στο χέρι μας είναι να ξεκλειδώσουμε τα συναισθήματά τους και να τους διδάξουμε πώς να τα διαχειρίζονται. Μόνο έτσι θα γίνουν ολοκληρωμένοι και δυναμικοί ενήλικες.
Στα ξεσπάσματα, λοιπόν, της κόρης μου το πρώτο που κάνω είναι να γονατίσω για να βρίσκονται τα μάτια μας στο ίδιο ύψος. Έτσι, της δείχνω ότι έχει την αμέριστη προσοχή μου. Στην συνέχεια, την ρωτάω: ”Είσαι καλά;”. Κάποιες φορές σταματάει να κλαίει και άλλες μου λέει με τις κινήσεις της ότι δεν είναι εντάξει. Της κάνω κάποιες ερωτήσεις για να δω τί την ενόχλησε και έπειτα την ρωτάω αν θέλει να την αγκαλιάσω ή να την φιλήσω. Αν δεν θέλει την αφήνω ελεύθερη να ξεσπάσει, παραμένοντας δίπλα της. Αυτή τη στάση κρατάω είτε είμαστε στο σπίτι μας, είτε στο σουπερμάρκετ. Ειλικρινά πιστεύω ότι όσο μικρό κι αν είναι ένα παιδί, μπορεί να καταλάβει αυτά που του λέμε, αρκεί να είναι συναισθηματικά ήρεμο.
Αν συμπεριφερθούμε στα παιδιά μας με τον τρόπο που θα θέλαμε να μας συμπεριφέρονται οι άλλοι, δηλαδή με ενσυναίσθηση και ευγένεια, τότε πραγματικά θα πλάσουμε υπέροχες προσωπικότητες.»