Οι Μογγόλοι – Τάταροι, ήδη από τον 13ο αιώνα είχαν κατακτήσει τη Ρωσία και είχαν καταστήσει τους περισσότερους πρίγκιπες φόρου υποτελείς. Το 1370 την ηγεσία της Χρυσής Ορδής, ενός από τα διάδοχα κράτη της αυτοκρατορίας του Τζένγκις χαν ανέλαβε ο χαν Μαμάι.
Την ίδια στιγμή τα διάφορα ρωσικά πριγκιπάτα πολεμούσαν μεταξύ τους. Ο πρίγκιπας του Βλαντίμιρ Ντμίτρι (κατοπινός Νμίτρι Ντονσκόι, δηλαδή του Ντον) πολεμούσε με το πριγκιπάτο του Τβερ. Ο Μαμάι επενέβη υπέρ του Τβερ, καθώς φοβόταν την αυξανόμενη ισχύ του Νμίτρι. Οι εχθροπραξίες μεταξύ των δύο αντιπάλων ξεκίνησαν το 1375, με τη νίκη να χαμογελά πότε στον έναν και πότε στον άλλον.
Η τελική σύγκρουση όμως έλαβε χώρα στο Κουλίκοβο, στην ευρύτερη περιοχή της Τούλα, μεταξύ του ποταμού Ντον και των παραποτάμων του Νεπριάντβα και Σμόλκα.
Ο Μαμάι προελαύνει
Για την επερχόμενη σύγκρουση ο Μαμάι συγκέντρωσε κάθε διαθέσιμο άνδρα. Σύμφωνα με τις πηγές διέθετε πάνω από 150.000 στρατιώτες, Τατάρους, Κιρκάσιους, Τούρκους, Αρμένιους, μέχρι και Ιταλούς από τη γενουατική αποικία του Καφά στην Κριμαία. Πηγές της εποχής ανεβάζουν τον αριθμό των ανδρών σε εξωπραγματικά ύψη κάνοντας λόγο για 703.000 διοικούμενους από 33 πρίγκιπες.
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι η ρωσική στρατιά του πρίγκιπα Νμιτρί αριθμούσε 450.000 άνδρες. Στην πραγματικότητα οι Ρώσοι δεν ξεπερνούσαν τους 60-70.000 άνδρες.
Οι Ρώσοι αναπτύχθηκαν σε τρεις γραμμές στηρίζοντας το δεξιό τους στον ποταμό Νεπριάντβα και το αριστερό τους πλευρό σε παρακείμενα δάση και τον ποταμό Σμόλκα, ώστε να αποφύγουν την περικύκλωση από το περίφημο ελαφρύ ταταρικό ιππικό, αλλά και να αντισταθμίσουν την εχθρική αριθμητική υπεροχή.
Στο άκρο αριστερό της παράταξης τάχθηκε σε ενέδρα ένα επίλεκτο τμήμα ιππικού υπό τους πρίγκιπα Νμίτρι Μπεμπρόκ και τον πρίγκιπα Βλαντιμίρ του Σερπούκοφ. Επικεφαλής του στρατού ο πρίγκιπας Νμίτρι έταξε τον έμπειρο βογιάρο Μιχαήλ Μπρενκ, ο οποίος έπεσε ηρωικά στη μάχη. Ο Μαμάι έταξε τις δυνάμεις σε πέντε σώματα.
Το αίμα ρέει άφθονο
Οι Τάταροι επιτέθηκαν πρώτοι. Απέναντί τους το ρωσικό πεζικό υπέστη συντριπτικές απώλειες, αλλά λειτούργησε επιτυχώς ως κυματοθραύστης, σπάζοντας το πρώτο εχθρικό κύμα. Οι Τάταροι επιτέθηκαν και πάλι. Αυτή τη φορά βρήκαν απέναντί τους επίλεκτα ρωσικά τμήματα υπό τον ίδιο τον πρίγκιπα Ντμίτρι, ο οποίος δύο φορές έχασε το άλογό του και πληγώθηκε. Το ρωσικό δεξιό απέκρουσε την εχθρική έφοδο ύστερα από μια άγρια συμπλοκή τριών ωρών. Το ρωσικό αριστερό όμως κάμφθηκε εκθέτοντας και το ρωσικό κέντρο.
Και οι Τάταροι είχαν βέβαια υποστεί τρομακτικές απώλειες. Αμφότεροι οι αντίπαλοι έριξαν στη μάχη τις έσχατες εφεδρείες τους. Τότε όμως το ρωσικό τμήμα που ενέδρευε στο δάσος επιτέθηκε στους φαινομενικά νικητές Τατάρους και αιφνιδιάζοντάς τους άρχισε να τους κατασφάζει.
Αμέσως και οι λοιπές ρωσικές δυνάμεις ανασυγκροτήθηκαν και με γενική αντεπίθεση σάρωσαν τους αντιπάλους. Οι Ρώσοι καταδίωξαν τους αντιπάλους τους για 50 χλμ. μέχρι τον ποταμό Κρασιβάγια Μέκα, σφαγιάζοντας χιλιάδες. Οι απώλειες εκατέρωθεν ήταν τρομακτικές. Οι δύο αντίπαλοι έχασαν, αμφότεροι, τουλάχιστον το 50% της αρχικής τους δύναμης.
Ένα ιδιαίτερο περιστατικό που δείχνει τον φανατισμό των δύο αντιπάλων και την αγριότητα της μάχης είναι η μονομαχία του Ρώσου μοναχού Αλεξάντερ Περεσβιέτ με Τάταρο σωματοφύλακα του Μαμάι Τσελί μπέη. Οι δύο μονομάχοι σκοτώθηκαν ο ένας από τη λόγχη του άλλου.