Tο 1881 ο Vincent Van Gogh ερωτεύτηκε παράφορα την πρώτη ξαδέλφη του Kee Vos Stricker, η οποία είχε μείνει πολύ πρόσφατα χήρα και περνούσε τους καλοκαιρινούς μήνες στο σπίτι της οικογένειας του ζωγράφου στην πόλη Zundert της Ολλανδίας. Γρήγορα βρήκε το θάρρος να της κάνει πρόταση γάμου, στα 28 του χρόνια ένιωθε τον έρωτα πιο έντονο από ποτέ στην καρδιά του, μόνο και μόνο για να πάρει την σκληρή απάντηση: « no, nay, never» («όχι, με τίποτα, ποτέ»). Παρόλο που η αντίδραση της Stricker δεν άφηνε πολλές ελπίδες για μεταστροφή, ο νεαρός καλλιτέχνης προσπάθησε να της αλλάξει γνώμη, συνεχίζοντας να την διεκδικεί με κάθε τρόπο. Όταν τελικά κατάλαβε πως η Kee δεν θα δεχόταν ποτέ να γίνει γυναίκα του πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το πατρικό του και να φύγει μακριά, ταξιδεύοντας μέχρι την Χάγη για να παρακολουθήσει μαθήματα ζωγραφικής στο πλευρό του επίσης ξαδέλφου του Anton Mauve.
Στη Χάγη στη ζωή κυλούσε μέσα σε έναν πυρετό δημιουργικότητας και γλεντιού με τον Van Gogh να δουλεύει πυρετωδώς και να ζωγραφίζει, στην κυριολεξία ό,τι έβρισκε μπροστά του. Όταν συναντάει μία νεαρή πόρνη, την Clasina Maria Hoornik, που διένυε τους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης της μόνη, εγκαταλειμμένη από τον πατέρα του μωρού, τής προτείνει να γίνει το μοντέλο του, αρχίζοντας να ζωγραφίζει αμέτρητα πορτραίτα της με φόντο το σπίτι του. Εκείνος την φώναζε απλά Sien, όπως ήταν το χαϊδευτικό της, και λίγο μετά την γέννηση της κόρης της την παίρνει μόνιμα κοντά του. Πλέον το νέο ζευγάρι ζει μαζί, κάτω από την ίδια στέγη και αυτή είναι η πρώτη και τελευταία φορά που ο σημαντικότερος εξπρεσιονιστής ζωγράφος στην ιστορία της παγκόσμιας ζωγραφικής συζεί με μία γυναίκα.
Η αγάπη αυτή, που δεν ήταν η πιο δυνατή στη ζωή του Ολλανδού ζωγράφου, αλλά στιγμάτισε βαθιά την τέχνη του, δέχθηκε γρήγορα αντιδράσεις από την οικογένεια του Van Gogh που δεν μπορούσε με τίποτα να δεχθεί πως ο ακριβός τους Vincent, το ταλαντούχο παιδί του πλούσιου και συντηρητικού σπιτιού τους, έμενε με μία πόρνη, έχοντας, μάλιστα, αναλάβει την ανατροφή του παιδιού ενός άλλου. Το μοναδικό άτομο που δεν εναντιώθηκε ξεκάθαρα στην σχέση του Van Gogh με την Sien ήταν ο αγαπημένος αδελφός του, Theo, ένα από τα πιο αγαπημένα πρόσωπα στη ζωή του Ολλανδού εξπρεσιονιστή, με τον οποίο διατηρούσε για πάρα πολλά χρόνια μία καταπληκτική αλληλογραφία. Ωστόσο, η Sien υπήρξε η αιτία που ο Van Gogh απομακρύνθηκε οριστικά από τον μέντορα του, τον καλλιτέχνη ξάδελφο του Anton Mavue, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος που τον στήριξε στη νέα του πραγματικότητα στη Χάγη.
Η πρώτη φορά που συναντάμε κάποια αναφορά στην ύπαρξη της Sien στη ζωή του Van Gogh είναι σε ένα γράμμα του καλλιτέχνη προς τον αδελφό του στο οποίο αναφέρεται σε μία «νεαρή, φτωχή έγκυο γυναίκα την οποία θέλει να βοηθήσει, ζητώντας της να ποζάρει για εκείνον». Αυτό ήταν, άλλωστε, και το βάσικο συστατικό του δεσμού του Vincent και της Clasina Maria Hoornik. Ο ζωγράφος, αποκομμένος πια από την οικογένεια του, θέλει να σταθεί στο πλευρό αυτής της μοναχικής, δυστυχισμένης και άρρωστης γυναίκα (η υγεία της Sien ήταν πάντα πολύ κακή, εξαιτίας μίας παιδικής αρρώστιας που είχε περάσει) με κάθε μέσο. Γρήγορα ανάμεσα τους αναπτύσσεται μία συγκαταβατική συνθήκη αυτοεξάρτησης, εκείνη ποζάρει ακόμα και γυμνή μέσα στον χειμώνα, εκείνος της παρέχει τα απαραίτητα- μία στέγη και φαγητό. Κάποια στιγμή, στο τέλος του 1882 ο Vincent εκφράζει στον αδελφό του την επιθυμία του να την παντρευτεί προκειμένου να την εξασφαλίσει, παρά το γεγονός ότι ήταν φτωχός. Εκείνη δέχεται, όμως, ο γάμος δεν πραγματοποιείται ποτέ μετά από την σθεναρή αντίσταση του αδελφού του που ήταν το μοναδικό άτομο που ο Van Gogh συμβουλευόταν τόσο αυστηρά.
Παρόλο που το ιδιόμορφο αυτό ζευγάρι δεν επισημοποίησε ποτέ την σχέση του η Sien έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι, τον μικρό Willem, ο οποίος μπορεί να μην ήταν βιολογικό παιδί του Van Gogh, ωστόσο, ο καλλιτέχης τον λάτρεψε σαν δικό του. Οι μαρτυρίες υποστηρίζουν πως το μωρό έφερε τεράστια ευτυχία στον ζωγράφο, ο οποίος διένυε την πιο φωτεινή και ισορροπημένη περίοδο της ζωής του.
Τελικά, στα μέσα του 1883, επηρεασμένος από τον αδελφό του, ο Vincent εγκαταλείπει την Sien, φεύγοντας για τη Δρέσδη σε μία αναζήτηση νέων εικαστικών προκλήσεων. Εκείνος οδεύει ταχύτητα προς το πάνθεον της παγκόσμιας τέχνης, εκείνη συνεχίζει την καθημερινότητα της από το σημείο που την είχε αφήσει πριν την γνωριμία τους. Μέχρι το 1903 θα αποκτήσει άλλα δύο παιδιά, τα οποία θα πεθάνουν σε βρεφική ηλικία, κληρονομώντας ένα σωρά προβλήματα υγείας από την μητέρα τους, θα συνεχίσει να εργάζεται ως καθαρίστρια και περιστασιακά ως πόρνη, στους δρόμους της Χάγης, παίρνοντας εν τέλει την απόφαση να αφαιρέσει η ίδια την ζωή της,πηδώντας στα νερά του ποταμού Σκάλδη τον Νοέμβριο του 1904. Εκπλιρώντας έτσι μία πρόσβλεψη που είχε κάνει πριν χρόνια για τον εαυτό της, σε μία εξομολόγηση της στον Vincent Van Gogh: «Όταν η απελπισία φτάσει στο χειρότερο πια σημείο της όλα θα τελειώσουν με εμένα να πηδάω στο νερό».