Η ελληνική Θεογονία του Ησιόδου μας παρουσιάζει τον Ήλιο ως γιό του Υπερίωνος, που είναι και αυτός μια ηλιακή μορφή, και αδελφό της Σελήνης και της Ηούς. Δεν συμπεριλαμβάνετο στην ομάδα των Ολυμπίων Θεών, αλλά ανήκει σε μιά παλαιότερη και λιγώτερο καθορισμένη ομάδα, τιτανική, στενότερα συνδεδεμένη με τα φυσικά φαινόμενα. Στον Όμηρο, ο Ήλιος αποκαλύπτει στον Ήφαιστο την απάτη της γυναίκας του Αφροδίτης.
Στον μύθο πάλι της Θεάς Δήμητρος, αναφέρεται πως όταν ο Άδης μετέφερε στον Κάτω Κόσμο την κόρη της Περσεφόνη, αυτή στάθηκε μπροστά στο άρμα του Ηλίου (που δεν αναφέρεται από τον Όμηρο αλλά εμφανίζεται στους αποκαλούμενους Ομηρικούς Ύμνους) και άρχισε να εκλιπαρεί για βοήθεια.
Σύμφωνα με τον Ομηρικό Ύμνο στον Ήλιο “φέγγει στους θνητούς και τους αθάνατους Θεούς, στους ίππους του καβάλα και άγρια κοιτάζει με τα μάτια του, από το χρυσό του κράνος και λαμπρές ακτίνες στίλβουν αστραφτερά και στους κροτάφους του οι παραγναθίδες, λαμπρές με χάρη από ψηλά καλύπτουν το πρόσωπο, το πρόσωπο το τηλαυγές”. Ο ποιητής Μίμνερμος (630 πριν την εποχή μας) περιγράφει τον Ήλιο να επιπλέει στον υπόγειο ωκεανό, σ’ ένα χρυσό κύπελλο που του έφτιαξε ο Θεός Ήφαιστος.
Οι περιγραφές αυτές θέτουν τα θεμέλια για εκατοντάδες εικονογραφήσεις του Ήλιου στην ελληνική Τέχνη, με το άρμα του, ένα μοτίβο που συνεχίστηκε έως και την Ρωμαϊκή εποχή.
Ο Ήλιος στην Ελλάδα επικυρώνει τους όρκους και είναι ο Θεός της εκδίκησης. Ο Προμηθέας του Αισχύλου δεμένος στην πέτρα καλεί τον “παντεπόπτη κύκλο του Ήλιου” να έλθει μάρτυρας στους όρκους του. Στον “Οιδίποδα Επί Κολονώ” του Σοφοκλέους, ο Κρέων οδηγεί έξω από το σπίτι τον γαμπρό του ώστε “ο Ήλιος να μή δεί ένα τέτοιο άθλιο πλάσμα”. Η Κασσάνδρα στον “Αγαμέμνονα” του Αισχύλου, καλεί τον Ήλιο για εκδίκηση των δολοφόνων της. Η Μήδεια στα έργα του Ευριπίδου, κάνει τον Αιγέα να ορκιστεί στην Γη και τον Ήλιο, πως θα την προστατέψει. Στα “Αργοναυτικά” του Απολλωνίου του Ρόδιου, η Μήδεια ορκίζεται στον Ήλιο και την Εκάτη, ενώ, τέλος, στην “Ιλιάδα” (19.196), ένας κάπρος θυσιάζεται στον Δία και τον Ήλιο, για να επιβεβαιωθεί ο όρκος που δίνεται.
Υπάρχει ωστόσο πολύ περιορισμένη άμεση λατρεία του Ήλιου στην Αρχαία Ελλάδα, αν και υπάρχουν ίχνη αρχαιότερων τελετών. Ο Πλάτων, λέει πως οι πρώτοι Ελληνες υπάκουαν στον ανατέλλοντα και δύοντα Ήλιο.
Ο Παυσανίας, στην “Περιήγησή” του, αναφέρει αρκετούς βωμούς αφιερωμένους στον Ήλιο, κυρίως σε απομονωμένες περιοχές. Αλλά το κέντρο της λατρείας του στην ηπειρωτική Ελλάδα, βρισκόταν στην Κόρινθο που ονομαζόταν και Ηλιούπολις. Στην αγορά της Κορίνθου υπήρχαν προπύλαια πάνω στα οποία υψώνονταν δύο άρματα επίχρυσα, με τον Φαέθοντα, τον γιό του Ήλιου πάνω στο ένα και τον ίδιο τον Ήλιο, στο άλλο (Παυσανίας, ΙΙ 3,2).
Το νησί της Ρόδου είχε μία ισχυρή άμεση λατρεία για τον Ήλιο. Σύμφωνα με τον τοπικό μύθο, το νησί βγήκε από την θάλασσα για να αποζημιώσει τον Ήλιο για τον αποκλεισμό του από το Δωδεκάθεο. Και επίσης ήταν στη Ρόδο που ο Ήλιος ερωτεύτηκε την ομώνυμη νύμφη. Εκεί λοιπόν πραγματοποιούντο κάθε 4 χρόνια εντυπωσιακές γιορτές προς τιμήν του Ήλιου στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν αρματοδρομίες και αθλητικοί αγώνες.
Κάθε χρόνο οι Ρόδιοι έριχναν στην θάλασσα ένα στολισμένο τέθριππο. Ο περίφημος Κολοσσός της Ρόδου, ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου, που δημιουργήθηκε το 284 πριν την εποχή μας, ήταν η εικόνα του Θεού Ήλιου.
Ο Πλίνιος αναφέρει πως ήταν 105 πόδια ψηλός και πως ένα από τα δάκτυλά του ήταν μεγαλύτερο. Κατέρρευσε μετά από σεισμό, 66 χρόνια μετά την ανέγερσή του.
Στη νήσο Κρήτη, ο Ήλιος λατρεύτηκε με την μορφή ταύρου. Την ίδια μορφή είχε και ο κρητικός ηλιακός Θεός Τάλως (Ησύχιος: Τάλως ο Ήλιος). Ο μύθος εξάλλου της Πασιφάης, της κόρης του Ήλιου, που ερωτεύεται έναν ταύρο, ανάγεται σε μιά παλιά αντίληψη σύμφωνα με την οποία ο ηλιακός Θεός με την μορφή ταύρου και η Θεά της Σελήνης με τη μορφή αγελάδας ενώθηκαν σε ιερό γάμο.
Ο Ευριπίδης περιγράφει την ανατολή του Ήλιου στην τραγωδία του “Ιων” (82 κ.ε.) “Να το άρμα το λαμπρό που τέσσερα άλογα το σέρνουν. Ο Ήλιος ήδη στέλνει το αστραφτερό του φως στην γη, και τ’ άστρα φεύγουν μπροστά σ’ αυτήν την φωτιά του αιθέρα, παρέα με την ιερή νύχτα. Κι οι απάτητες κορφές του Παρνασσού, λουσμένες από το φως, τον δίσκο της ημέρας υποδέχονται για χάρη των θνητών…” Με την παραπάνω περιγραφή συγκρίνεται συχνά μία γνωστή παράσταση του Ήλιου πάνω σε αγγείο του Βρετανικού Μουσείου, όπου ο Ήλιος εικονίζεται με περιβεβλημένο το κεφάλι από ακτίνες, πάνω σ’ ένα φτερωτό τέθριππο να αναδύεται από την θάλασσα στην οποία κολυμπούν παιδικές μορφές που υποδηλώνουν τα αστέρια.
Η παλαιότερη γνωστή παράσταση του Ηλίου στην ελληνική πλαστική προέρχεται από το ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνος όπου εικονίζεται η γέννηση της Θεάς Αθηνάς.
Ο Ήλιος και η Σελήνη πλαισιώνουν και τη σύνθεση της γέννησης της Αφροδίτης στον θρόνο του Δία στην Ολυμπία (Παυσανίας V 11,8) και μιά ανάλογη παράσταση προϋποθέτει η αναφερόμενη επίσης από τον Παυσανία “δύσις Ηλίου” στο αέτωμα του ναού των Δελφών (Παυσανίας Χ 19,4).
Τα γνωστά από την φιλολογική παράδοση αγάλματα του Ηλίου, αναφέρονται στην ενότητα της λατρείας του.
Τα σωζόμενα μαρμάρινα και χάλκινα αγάλματα, όπως λ.χ. το άγαλμα του Βατικανού που χαρακτηρίζεται από έναν τελαμώνα με τα σύμβολα του ζωδιακού κύκλου, δείχνουν τον Θεό σε νεανική του μορφή, συνήθως με το ακτινωτό στεφάνι.
Βρίσκουμε στους “Νόμους” του Πλάτωνος (10,3), τον Σωκράτη να προσεύχεται στον ανατέλλοντα Ήλιο.
Και βρίσκουμε επίσης τον Ήλιο, κατά την Ρωμαϊκή εποχή, να θεωρείται ο τελικός προορισμός των ψυχών που απελευθερώνονται από τον Κύκλο της Ανάγκης.