«Τα μουσεία μιλούν για εκείνα που δε λέγονται
και φανερώνουν όσα ο λόγος δεν μπορεί».
Αποτελεί κοινοτοπία η διαπίστωση πως η επαφή μας με το παρελθόν αποτελεί πάντα ένα διαρκές ζητούμενο. Ένα ζητούμενο που προκαλεί ερωτήματα και προβληματισμούς τόσο ως προς τον τρόπο προσέγγισης όσο και για το πραγματικό όφελος αυτής. Τα μουσεία και τα ιστορικά μνημεία και γενικότερα οι αρχαιολογικοί χώροι αποτελούν τους καλύτερους πρεσβευτές και ξεναγούς του παρελθόντος στο σήμερα.
του Ηλία Γιαννακόπουλου (φιλόλογου)
Άνθρωπος και Μουσεία
Ο εορτασμός της παγκόσμιας ημέρας των Μουσείων τοξεύει στην ανάδειξη όλων εκείνων των ευρημάτων του χθες μέσα στα οποία καθρεπτίζεται η πορεία των ανθρώπων και των κοινωνικών σε όλα τα επίπεδα (οικονομία, πολιτική, θρησκεία, τέχνη….). Τα εκθέματα των μουσείων είναι δεμένα με τις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις δοξασίες, τη δημιουργικότητα και την «ιδιοφυΐα» των ανθρώπων. Δηλώνουν, δηλαδή, τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι στην καθημερινότητά τους μοχθούν, δημιουργούν, χειροτεχνούν, ζωγραφίζουν, θρησκεύονται και αγωνίζονται.
Το «Μουσείον» στην αρχαία Ελλάδα σήμαινε το τέμενος των Μουσών, που ήταν θεότητες και προστάτιδες της ποίησης, της μουσικής και γενικότερα κάθε πνευματικής δημιουργίας (θυγατέρες της Μνημοσύνης και του Δία). Το μουσεία σήμερα -ως χώροι έκθεσης των δημιουργημάτων του παρελθόντος- αποτελούν πόλο έλξης χιλιάδων επισκεπτών (γηγενών και ξένων), στοιχείο που πιστοποιεί την αξία και την προσφορά τους.
Ένα αλέτρι, ένα τσεκούρι, ένας αργαλειός, ένα μαχαίρι, η γάστρα ή τα γνωστά εκθέματα της παγκόσμιας τέχνης (ζωγραφική, αρχιτεκτονική, γλυπτική…) δεν είναι απλά αντικείμενα μιας άλλης εποχής. Δεν είναι αντικείμενα που μπορούν να μας βυθίσουν σε ανούσιες αναπολήσειςενός ψεύτικα εξιδανικευμένου παρελθόντος. Δεν είναι αντικείμενα μελαγχολίας. Απλά και λιτά φανερώνουν τον τρόπο με τον οποίο ένας λαός λύνει τα βιοτικά του προβλήματα, ξανασαίνει από τη βιοπάλη και προγραμματίζει το μέλλον του. Ή ακόμα φανερώνουν την επιθυμία του ανθρώπου να δημιουργήσει μια άλλη πραγματικότητα με τη βοήθεια της τέχνης.
Μουσεία: Δεσμός και συνέχεια
Τα μουσεία, δηλαδή, είναι ένας δεσμός και μια συνέχεια. Δεν είναι μόνο επιστροφή, δεν είναι μόνο συντήρηση αλλά και μια προοπτική των διατηρημένων μέσα στο χρόνο. Είναι μια πολύτιμη κληρονομιά. Μπολιάζουν με επιτυχία το χθες με το σήμερα και φωτίζουν το αύριο. Τα μουσεία μοιάζουν με πλατύ ποτάμι μέσα στο οποίο αθροίζονται οι πόθοι, οι ελπίδες, τα όνειρα, οι ενθουσιασμοί, οι απογοητεύσεις και η ευρηματικότητα του ανθρώπου. Συνθέτουν, επομένως, τις αντιθέσεις των ανθρώπων και προβάλλουν με έμφαση τον κυρίαρχο νόμο της ζωής και του πολιτισμού, την «ενότητα των αντιθέτων».
Πολλοί, βέβαια, είναι εκείνοι που διατείνονται πως «όποιος θέλει να μάθει, κοιτάζει πίσω στο παρελθόν˙ όποιος θέλει να ζήσει κοιτάζει μπροστά, στο μέλλον». Τα μουσεία μπορούν να βοηθήσουν στην πραγμάτωση και των δυο. Μας μαθαίνουν, μας διδάσκουν και μας εμπνέουν. Τα εκθέματα των μουσείων είναι οι ρίζες μας, είναι τα θεμέλιά μας.
Βέβαια «δεν έχουμε ρίζες για να μένουμε σ’ αυτές, αλλά για να βγάζουμε κλαδιά». Τα μουσεία είναι τα στηρίγματά μας (ρίζες) αλλά και οι σηματοδότες του μέλλοντος (κλαδιά).
Τα Μουσεία και η Ταυτότητά μας
Ωστόσο, η ιστορία απέδειξε πως «πεθαίνουν πάντοτε τα άρριζα έθνη και γρηγορότερα πεθαίνουν εκείνα που κόβουν από μόνα τους τις ρίζες τους» (Παν. Φωτέας). Κι αυτό γιατί το ριζικό σύστημα ενός λαού το απαρτίζει ο πολιτισμός του με ό,τι αυτός συνεπάγεται και περικλείει. Η πνευματική και υλική δημιουργία λειτουργεί ως θησαυροφυλάκιο όπου φυλάσσονται εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την ουσία ενός έθνους και διαμορφώνουν καταλυτικά την ταυτότητα και την πορεία του στο πέρασμα του χρόνου. Διαφορετικά ένας λαός ή έθνος χωρίς ρίζες είναι ένα μόρφωμα συγκυριακό και επιρρεπές στην αλλοίωση. Εύκολα εξαϋλώνεται και χάνεται, αφού εκλείπουν οι μηχανισμοί άμυνας και αντίστασης.
Η καταγραφή, λοιπόν, της αξίας των μουσείων καθίσταται στις μέρες μας αναγκαία λόγω του κινδύνου ενός παγκοσμιοποιημένου ισοπεδωτισμού που τείνει να ακυρώσει τις ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινωνιών και των λαών και να γκρεμίσει τις γέφυρες επικοινωνίας με το παρελθόν. Ένας ρηχός κοσμοπολιτισμός πολτοποιεί κάθε στοιχείο εθνικής ετερότητας και επιβάλλει μια καταθλιπτική πολιτιστική ομοιομορφία. Απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα τα μουσεία συνιστούν τους ατομικούς και εθνικούς μας αμυντικούς μηχανισμούς.
Και όλα αυτά γιατί τα μουσεία είναι η παράδοσή μας, είναι η ιστορία μας και «λαοί που δεν γνωρίζουν την ιστορία τους είναι υποχρεωμένοι να την ξαναζήσουν». Και η ιστορία των απλών ανθρώπων αλλά και των λαών δεν ανευρίσκεται μόνο στις σελίδες των βιβλίων αλλά περισσότερο στα απλά και καθημερινά εργαλεία της ζωής και εργασίας. Σε αυτά αντανακλάται ο «άλλος κόσμος» των ανθρώπων και των κοινωνιών. Τα ατομικά και εθνικά μας ριζώματα βρίσκονται στα εκθέματα των μουσείων. Γι’ αυτό θεωρείται πως αυτά (μουσεία) συνδράμουν θετικά στη διαμόρφωση της εθνικής μας ταυτότητας μέσα από την εθνική αυτογνωσία.
Ο Πλούτος των Μουσείων
Στη θετική συνεισφορά των μουσείων μπορεί να προστεθεί και ο ενοποιητικός τους ρόλος. Γιατί τα μουσειακά εκθέματα αποκαλύπτουν τις κοινές καταβολές – ρίζες των μελών μιας κοινωνίας, προωθούν τη συλλογική μνήμη κι έτσι ενδυναμώνουν τους κοινούς δεσμούς του σήμερα. Τονίζουν την ομοιογένεια μιας κοινωνίας και φωτίζουν τις κοινές εμπειρίες, τα επιτεύγματα και τις αξίες των ανθρώπων τους.
Οι ιδεολογικοί μας προσανατολισμοί και τα όρια των στοχασμών μας επηρεάζονται καταλυτικά από την επαφή μας με εκείνα τα ευρήματα του παρελθόντος που διασώζουν τις βασικές πτυχές της ατομικής και κοινωνικής – εθνικής μας ζωής.
Ζούμε σε μια εποχή που η μεγιστοποίηση του κέρδους και ο υλικός πλούτος έχουν αναχθεί σε απόλυτες κοινωνικές αξίες και έχουν φετιχοποιηθεί. Σε αυτό το τοπίο, λοιπόν, και με τη στενή μαρξιστική έννοια τα μουσεία δεν παράγουν πλούτο. Ωστόσο, τα μουσεία είναι ο πλούτος μας. Πλούτος πνευματικός, πλούτος ψυχικός. Είναι η ψυχή μας, η ταυτότητά μας. Είναι οι ρίζες μας και τα άνθη μας.
Γι’ αυτό ας τα διαφυλάξουμε κι ας τα εμπλουτίσουμε. Γιατί τα ελληνικά μουσεία -αλλά και κάθε μουσείο- είναι ναοί και χώροι σιωπής και μεταφυσικής απορίας.
Ας επιλέξουμε για επίσκεψη ένα μουσείο και με οδηγό την αγαπημένη μας μούσα και τον Μουσαγέτη Απόλλωνα να βαδίσουμε νοερά το δρόμο της Τέχνης και της Ιστορίας μας.
-.-.-.-.-.-
Μουσεία: χώροι μνήμης και συνειρμών
Με αφορμή τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Μουσείων, 18 Μαΐου 2019, η προσοχή και το ενδιαφέρον όλων εστιάζεται στο νεότευκτο μουσείο της Ακρόπολης που στεγάζει ευρήματα του αρχαιολογικού χώρου του ιερού βράχου της Ακρόπολης.
Ένα μουσείο που φιλοδοξεί να συντηρήσει τη μνήμη των Ελλήνων και να διδάξει στους ξένους τη διαχρονική αξία της αρμονίας αλλά και τη σχέση της τέχνης με την πόλη, την εξουσία, την πολιτική και τη δημοκρατία.
Παρατηρώντας τα εκθέματα στον καλαίσθητο χώρο του Μουσείου το βλέμμα εύκολα στρέφεται στο βράχο της Ακρόπολης. Ο ιερός βράχος της Ακρόπολης και ιδιαίτερα ο Παρθενώνας δεν μαγνητίζουν μόνο το βλέμμα του επισκέπτη αλλά προκαλούν και τα ανάλογα συναισθήματα και τους αναγκαίους στοχασμούς. Γιατί ο ναός του Παρθενώνα είναι πανανθρώπινο έργο με την κεντρική αξία τον άνθρωπο.
Κι αυτό γιατί τα γλυπτά του ναού και η αρχιτεκτονική του εναρμονίζουν την ομορφιά με τη συμμετρία, το υψηλό με το γήινο. Η θέα αυτού του αριστουργήματος βοηθά το πέρασμα από τον έξω κόσμο στον έσω, από το γήινο στοιχείο στο άυλο και στην απεραντοσύνη του ουρανού, από το ανθρώπινο στο ιερό – θεϊκό, από το καθημερινό στο αιώνιο κι από τη φύση στην τέχνη.
Έξω από τα Προπύλαια του Ναού και στις «όχθες» του ιερού βράχου ίσχυαν οι νόμοι του κράτους. Μέσα στο ναό κι ευρύτερα στον περιβάλλοντα χώρο ίσχυαν οι νόμοι των Θεών και της Τέχνης. Άνθρωποι, ήρωες και θεοί συνυπήρχαν αρμονικά μέσα από θυελλώδεις αντιθέσεις και συγκρούσεις. Στα γλυπτά κι άλλα ευρήματα του Παρθενώνα δεν βλέπεις μόνο την απόλυτη αρμονία αλλά και τη διαμάχη του Ηράκλειτου με τον Παρμενίδη για την αιώνια μεταβολή και τη σταθερότητα του κόσμου.
Ένα σύστημα, δηλαδή, αξιών συμπυκνώνεται σε ένα αρχιτεκτόνημα που υπερέβη το χρόνο και το χώρο. Χτίστηκε από τη θέληση του Ενός(Περικλής) σε μια πόλη που κυβερνούσαν πολλοί (Δημοκρατία). «Λόγω μεν δημοκρατία, έργω υπό του πρώτου ανδρός αρχή».
Την ακτινοβολία του ιερού χώρου δεν την άντεξαν κάποιοι βυζαντινοί αυτοκράτορες και γι’ αυτό έκλεισαν τη φιλοσοφική σχολή Αθηνών (Ιουστινιανός). Για το θεοκρατικό Βυζάντιο ο χώρος θύμιζε ειδωλολατρία.
Ο Έλγιν, όμως, φάνηκε πιο πρακτικός, αφού με την κλοπή κάποια έργα – μάρμαρα μελαγχολούν στο μουσείο του Λονδίνου. Ποιος, τώρα, μπορεί να τα διεκδικήσει επικαλούμενος το δίκαιο και την ηθική;Εξάλλου πάντα οι δυνατοί γράφουν την Ιστορία του κόσμου αλλά οι φιλότεχνοι την ομορφαίνουν.
«Συνήθως, την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Μερικές, όμως, φορές οι χαμένοι κατακτούν τη συνείδηση ότι η μακροχρόνια ήττα τους είναι προσωρινή, και τότε η ιστορία δεν γράφεται ΓΙΝΕΤΑΙ» (Σύνθημα αναρχικών).
Η ζωή, δηλαδή, ανθρώπων κι εθνών γράφεται και εμπλουτίζεται από εκείνους που υπερβαίνουν το καθιερωμένο και δημιουργούν μορφές αιώνιες και πανθρώπινες. Μια σημαία των κατακτητών (Γερμανοί) βεβήλωσε την ιερότητα του χώρου, αλλά γέννησε κι ένα πρόσωπο – σύμβολο αντίστασης (Γλέζος). Το πνεύμα, τελικά, νίκησε το «ξίφος» και η δημοκρατία επέπλευσε.
Ο Περικλής επέβαλε την απόφασή του για τη δημιουργία του Παρθενώνα, αλλά ο «επιτάφιός» του έπαψε να διδάσκεται στο Ελληνικό σχολείο. Γιατί άραγε; Κρίθηκε αναχρονιστικός;
Όπου η πολιτική αδιαφορεί για την τέχνη, τότε ο ορθολογισμός υποχωρεί. Τελικά από το «η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού» φτάνουμε στο «ο άνθρωπος είναι μια δέσμη ερωτήσεων». Γι’ αυτό όποιος ρωτά ανοίγει ένα παράθυρο στο μέλλον, όπως και ένα βλέμμα στα αιώνια μνημεία της τέχνης, κι ας στέκονται σιωπηλά στις ψυχρές αίθουσες των μουσείων.
Λένε πως τα «ζώα είναι μια δέσμη απαντήσεων» γι’ αυτό δεν έχουν πολιτισμό. Οι απαντήσεις εφησυχάζουν, ενώ οι ερωτήσεις αφυπνίζουν.
Τελικά στο παραστράτημα των συνειρμών ο Παρθενώνας ήταν μια απάντηση στα ερωτήματα της Αθήνας του 5ου αιώνα π.Χ. αλλά κι ένα συνεχές ερώτημα για τη φύση του ωραίου, της αρμονίας, του θείου, της διαλεκτικής, του δικαίου και της τέχνης του «ευ ζην» (ευδαιμονία).
Όταν η επίσκεψη σε ένα μουσείο τελειώνει, αρχίζει ο αγώνας για την ετυμολογία της λέξης άνθρωπος.
Ο άνθρωπος είναι μόνο ο «άνω θρώσκων»;