Όλοι σχεδόν συμφωνούν, οπουδήποτε στον κόσμο, ότι οι ντομάτες δεν είναι πια τόσο γευστικές όσο παλιά.
Τώρα, οι επιστήμονες δηλώνουν αισιόδοξοι ότι στο μέλλον θα βελτιώσουν τη γεύση και ορισμένα άλλα χαρακτηριστικά της ντομάτας, αφού κατάφεραν για πρώτη φορά να «χαρτογραφήσουν» γενετικά όλα τα είδη καλλιεργημένων και άγριων ντοματών.
Το νέο παν-γονιδίωμα έφερε στο φως περίπου 5.000 άγνωστα έως τώρα γονίδια, μερικά από τα οποία εμπλέκονται και στη γευστικότητα της ντομάτας. Το 2012 είχε «διαβαστεί» το πρώτο γονιδίωμα ενός είδους ντομάτας, που περιείχε περίπου 35.000 γονίδια, ενώ ακολούθησε η ανάγνωση του γονιδιώματος αρκετών ακόμη ποικιλιών.
Αυτή τη φορά αναλύθηκαν 725 διαφορετικές ποικιλίες ντομάτας (οι 166 για πρώτη φορά), πράγμα που αποκάλυψε άλλα 4.873 γονίδια, τα οποία απουσίαζαν από το αρχικό γονιδίωμα.
Οι σημερινές καλλιεργούμενες ντομάτες έχουν πια μια στενή γενετική βάση, δηλαδή περιέχουν μια μικρή σχετικά γκάμα γονιδίων. Οι επιστήμονες από τις ΗΠΑ, την Ισπανία, το Ισραήλ και την Κίνα, με επικεφαλής τον μοριακό βιολόγο Τζέιμς Τζιοβανόνι της Υπηρεσίας Γεωργικών Ερευνών (ARS) του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γενετικής «Nature Genetics», εξέφρασαν την αισιοδοξία τους ότι οι πρόσθετες γενετικές πληροφορίες που προκύπτουν από το παν-γονιδίωμα, θα βοηθήσουν τους καλλιεργητές να βελτιώσουν τις ντομάτες τους.
Οι ντομάτες -που από βοτανολογική πλευρά θεωρούνται φρούτα και όχι λαχανικά- είναι δημοφιλέστατες παγκοσμίως, με συνολική ετήσια παραγωγή περίπου 182 εκατομμυρίων τόνων, αξίας άνω των 60 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Μέχρι σήμερα οι παραγωγοί έχουν δώσει έμφαση σε χαρακτηριστικά οικονομικής σημασίας, όπως η απόδοση της καλλιέργειας (περισσότερες ντομάτες ανά φυτό), η ζωή της ντομάτας στο ράφι του καταστήματος, το μέγεθος της, η αντοχή στις ασθένειες και η ανθεκτικότητα της στο περιβαλλοντικό στρες.
Η νέα πρόκληση είναι η αξιοποίηση του παν-γονιδιώματος, ώστε η ντομάτα να γίνει πιο γευστική. Η μεγάλη ελπίδα είναι ένα «χαμένο» γονίδιο, το TomLoxC, που παίζει ρόλο-κλειδί στη γεύση και το οποίο υπάρχει στο 91% των άγριων ντοματών, αλλά μόνο στο 2% των καλλιεργούμενων.