Αν κανείς θέλει μην ξεχνά ότι έμαθε, τότε θα βοηθηθεί σημαντικά, αν τέσσερεις ώρες μετά ιδρώνει στο γυμναστήριο!
Αυτό δείχνει μια ολλανδική επιστημονική έρευνα, σύμφωνα με την οποία μία πολύ καλή στρατηγική για να τονώνει κανείς την μνήμη του είναι να ασκείται σωματικά περίπου τέσσερις ώρες μετά.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γκιγιέν Φερντάντεζ του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Ράντμπουντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο διεθνούς κύρους περιοδικό βιολογίας Current Biology, πειραματίσθηκαν με 72 εθελοντές.
Η έρευνα
Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να απομνημονεύσουν διάφορα πράγματα και στη συνέχεια χωρίσθηκαν τυχαία σε τρεις ομάδες: η μία ασκήθηκε σωματικά αμέσως, η δεύτερη μετά από τέσσερις ώρες και η τρίτη δεν ασκήθηκε καθόλου.
Μετά από δύο μέρες, οι εθελοντές εξετάσθηκαν για το πόσα θυμούνταν από όσα είχαν μάθει, ενώ παράλληλα έγινε μαγνητική απεικόνιση (MRI) του εγκεφάλου τους.
Διαπιστώθηκε ότι, από τις τρεις ομάδες, υπερείχε η δεύτερη που είχε ασκηθεί με καθυστέρηση τεσσάρων ωρών. Η εγκεφαλική απεικόνιση επιβεβαίωσε ότι τα μέλη αυτής της ομάδας είχαν καλύτερη λειτουργία του ιπποκάμπου, της περιοχής που είναι σημαντική για την μνήμη και την μάθηση.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι ο κατάλληλος χρονισμός της σωματικής άσκησης μπορεί να βελτιώσει την μακροπρόθεσμη μνήμη και αναδεικνύει τη σημασία της χρησιμοποίησης της άσκησης ως παρέμβασης στο εκπαιδευτικό και κλινικό πεδίο», τόνισαν οι ερευνητές.
Γιατί η γυμναστική επιδρά στη μνήμη;
Παραμένει πάντως ασαφές πώς και γιατί η άσκηση με χρονική υστέρηση επιδρά θετικά στην μνήμη.
Προηγούμενες μελέτες σε ζώα έχουν δείξει πάντως ότι οι ουσίες κατεχολαμίνες στο σώμα, οι οποίες περιλαμβάνουν τη ντοπαμίνη και τη νορεπινεφρίνη, όταν βρίσκονται σε αυξημένα επίπεδα, μπορούν να βελτιώσουν την μνήμη. Ένας τρόπος να αυξηθούν οι κατεχολαμίνες, είναι μέσω της σωματικής άσκησης.
Το ζήτημα θα μελετηθεί περαιτέρω από τους ερευνητές για να διαπιστώσουν ποιό είναι το ιδανικό χρονικό «παράθυρο», στη διάρκεια του οποίου να ασκείται κανείς για τη βελτίωση της μνήμης του.