Ζούμε σε μια εποχή όπου ο άνθρωπος μπορεί να επικοινωνήσει ανά πάσα στιγμή με οποιονδήποτε, οπουδήποτε στον πλανήτη.
Γράφει η Έπη Τρίμη
Τα κοινωνικά δίκτυα, οι άμεσες ανταλλαγές μηνυμάτων, τα βίντεο, τα podcast, οι ψηφιακές κοινότητες — όλα υπόσχονται σύνδεση, επαφή, παρουσία. Κι όμως, περισσότεροι άνθρωποι από ποτέ δηλώνουν ότι νιώθουν μόνοι, απομονωμένοι, αόρατοι. Η αποξένωση δεν είναι πλέον σύμπτωμα. Είναι το περιβάλλον μέσα στο οποίο υπάρχουμε.
Αναρωτιόμαστε: Πώς φτάσαμε εδώ; Και γιατί η μοναξιά μάς έγινε δεύτερη φύση;
Από την ανάγκη στην κανονικότητα
Η πρώτη απάντηση είναι απλή: συνηθίσαμε. Η απομόνωση, ειδικά μετά από γεγονότα όπως η πανδημία, η οικονομική ανασφάλεια και η ψηφιοποίηση της καθημερινότητας, έγινε συνθήκη επιβίωσης. Μείναμε μόνοι, όχι επειδή το επιλέξαμε αρχικά, αλλά επειδή μας επιβλήθηκε. Και όπως κάθε κατάσταση που διαρκεί, η απομόνωση μετατράπηκε σε συνήθεια. Κατόπιν σε τρόπος ζωής. Και τελικά — σε δεύτερη φύση.
Οι σχέσεις απαιτούν χρόνο, κόπο, έκθεση, συναισθηματική διαθεσιμότητα. Όλα αυτά έρχονται σε αντίθεση με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα ο κόσμος: γρήγορα, απρόσωπα, αποτελεσματικά. Έτσι, η αποξένωση δεν είναι απλώς παρενέργεια της τεχνολογίας. Είναι αποτέλεσμα ενός συστημικού σχεδιασμού, όπου η αποδοτικότητα θεωρείται ανώτερη από τη σύνδεση και ο ατομισμός από τη συλλογικότητα.
Η τεχνολογία ως «προέκταση» του εαυτού μας
Τα ψηφιακά μέσα δεν είναι πλέον εργαλεία. Είναι προεκτάσεις της ταυτότητάς μας. Δεν τα κρατάμε απλώς – είμαστε μέσα τους. Εκεί μιλάμε, γελάμε, ερωτευόμαστε, τσακωνόμαστε. Η αλληλεπίδραση γίνεται μέσω εικόνων, status, stories, likes. Το πρόσωπο αντικαθίσταται από avatar, η φωνή από emoji, το άγγιγμα από δόνηση. Και παρόλο που όλα αυτά προσομοιώνουν επαφή, στην πραγματικότητα δεν την αντικαθιστούν. Είναι «φασματική» επαφή – κάτι που μοιάζει με το αυθεντικό, αλλά δεν είναι.
Όταν η ζωή μεταφέρεται στον ψηφιακό κόσμο, η αποξένωση από τον φυσικό κόσμο – και κατ’ επέκταση, από τον άλλο άνθρωπο – είναι αναπόφευκτη. Δεν είναι πια μια συνθήκη που μας βρίσκει απροετοίμαστους. Είναι το νέο κανονικό, και το πιο ανησυχητικό είναι πως δεν το αμφισβητούμε πλέον. Το βιώνουμε ως φυσικό. Ως δεδομένο.
Ο φόβος της αληθινής επαφής
Μέσα σε αυτή τη νέα «φυσικότητα», αρχίζουμε να ξεχνάμε πώς είναι η πραγματική επαφή. Μια κουβέντα χωρίς διακοπές. Ένα βλέμμα χωρίς οθόνη ανάμεσα. Μια σιωπή χωρίς αμηχανία. Πόσοι από εμάς νιώθουμε άβολα όταν κάποιος μας κοιτά στα μάτια; Όταν πρέπει να μιλήσουμε πρόσωπο με πρόσωπο, χωρίς προετοιμασμένο μήνυμα, χωρίς φίλτρο, χωρίς δυνατότητα «delete»;
Η αποξένωση μάς έγινε δεύτερη φύση γιατί βαθιά μέσα μας φοβόμαστε. Φοβόμαστε την αδυναμία, την απόρριψη, τη σύγκρουση, την έκθεση. Στις ψηφιακές επαφές νιώθουμε ασφαλείς. Ελέγχουμε την εικόνα μας. Φτιάχνουμε μια «έκδοση του εαυτού μας» που δύσκολα ραγίζει. Στον πραγματικό κόσμο, όμως, οι σχέσεις είναι ρευστές, χαοτικές, απρόβλεπτες. Κι εμείς, σιγά-σιγά, μαθαίνουμε να τις αποφεύγουμε.
Η απώλεια του κοινού χώρου
Η αποξένωση έχει και πολιτική διάσταση. Όταν οι άνθρωποι σταματούν να συναντιούνται, να συζητούν, να διαφωνούν με επιχειρήματα και πρόσωπο, χάνεται κάτι βαθύτερο: ο κοινός χώρος. Ο δημόσιος διάλογος αντικαθίσταται από προσωπικές «φυσαλίδες» πληροφορίας. Η κοινωνία μετατρέπεται σε ένα σύνολο ατόμων που συνυπάρχουν, αλλά δεν επικοινωνούν. Και σε τέτοιες συνθήκες, η δημοκρατία φθίνει. Γιατί η δημοκρατία απαιτεί διάλογο. Όχι μόνο συμφωνία, αλλά και διαφωνία με πρόσωπα, όχι προφίλ.
Επιστροφή στην εγγύτητα: Επανάσταση ή ανάγκη;
Μήπως η επαναφορά στην ουσιαστική επαφή είναι η πιο ανατρεπτική κίνηση της εποχής μας; Μήπως το να σταματήσουμε για λίγο, να αφήσουμε το κινητό, να μιλήσουμε σε έναν άνθρωπο με ειλικρίνεια, είναι πράξη αντίστασης απέναντι στη μαζική αποξένωση;
Το ζητούμενο δεν είναι να απορρίψουμε την τεχνολογία — αυτό θα ήταν και ανεδαφικό και αφελές. Το ζητούμενο είναι να την επανανοηματοδοτήσουμε. Να τη χρησιμοποιούμε χωρίς να μας χρησιμοποιεί. Να τη βάλουμε στην υπηρεσία της επαφής, όχι της αποφυγής της.
Η αποξένωση έγινε δεύτερη φύση γιατί μας ήταν εύκολη. Η σύνδεση, όμως, είναι αυτή που μας κάνει ανθρώπους. Και ίσως ήρθε η ώρα να την ξανακάνουμε πρώτη φύση.