Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλλει δασμούς στους εμπορικούς εταίρους που «λυμαίνονται» όπως λέει εδώ και δεκαετίες τις ΗΠΑ, είναι ένας μακροπρόθεσμος στόχος του που εκπληρώνεται αλλά και το μεγαλύτερο στοίχημα του Αμερικανού προέδρου μέχρι σήμερα
Η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ έχει αλλάξει σημαντικά κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του στη δημόσια σφαίρα. Ένα πράγμα ωστόσο στο οποίο είναι συνεπής, από τη δεκαετία του 1980, είναι η πεποίθησή του ότι οι δασμοί είναι ένα αποτελεσματικό μέσο για την τόνωση της οικονομίας των ΗΠΑ. Τώρα, στοιχηματίζει την προεδρία του στο ότι έχει δίκιο.
Στην εκδήλωσή του στον «Κήπο των Ρόδων» στον Λευκό Οίκο, περιτριγυρισμένος από φίλους, συντηρητικούς πολιτικούς και κορυφαίους υπουργούς του, ο Τραμπ ανακοίνωσε σαρωτικούς νέους δασμούς σε ένα ευρύ φάσμα χωρών – συμμάχων, ανταγωνιστών και αντιπάλων.
Σε μια ομιλία που ήταν εορταστική και έντονα αυτοαναφορική, η οποία διακοπτόταν τακτικά από χειροκροτήματα από το πλήθος, ο πρόεδρος υπενθύμισε τη μακροχρόνια υποστήριξή του στους δασμούς, καθώς και την πρώιμη κριτική του για συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου όπως η Nafta και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.
Ο πρόεδρος αναγνώρισε ότι θα αντιμετωπίσει τις επόμενες ημέρες αντίδραση από «παγκοσμιοποιητές» και «ειδικά συμφέροντα», αλλά προέτρεψε τους Αμερικανούς να εμπιστευτούν το ένστικτό του. «Μην ξεχνάτε ποτέ, κάθε πρόβλεψη που έκαναν οι αντίπαλοί μας για το εμπόριο τα τελευταία 30 χρόνια έχει αποδειχθεί εντελώς λανθασμένη», είπε.
Στη δεύτερη θητεία του πλέον στην οποία περιβάλλεται από ομοϊδεάτες συμβούλους και είναι η κυρίαρχη δύναμη σε ένα Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που ελέγχει και τα δύο σώματα του Κογκρέσου, ο Τραμπ είναι σε θέση να μετατρέψει το όραμά του για μια νέα εμπορική πολιτική με επίκεντρο την Αμερική σε πραγματικότητα. Αυτές οι πολιτικές, είπε, είχαν μετατρέψει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ένα πλούσιο έθνος πριν από περισσότερο από έναν αιώνα και θα το έκαναν ξανά.
«Για χρόνια, οι σκληρά εργαζόμενοι Αμερικανοί πολίτες αναγκάζονταν να μείνουν στο περιθώριο καθώς άλλα έθνη γίνονταν πλούσια και ισχυρά, πολλά από αυτά σε βάρος μας», είπε. «Με τη σημερινή μας δράση, θα μπορέσουμε επιτέλους να κάνουμε την Αμερική μεγάλη και πάλι – μεγαλύτερη από ποτέ».
Οι κίνδυνοι ωστόσο είναι τεράστιοι για τον πρόεδρο. Οικονομολόγοι όλων των κατηγοριών προειδοποιούν ότι αυτοί οι τεράστιοι δασμοί – 53% στην Κίνα, 20% στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Νότια Κορέα, με βάση το 10% σε όλα τα έθνη – θα μεταφερθούν στους Αμερικανούς καταναλωτές, αυξάνοντας τις τιμές και απειλώντας με παγκόσμια ύφεση.
Ο Kεν Ρόγκοφ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προέβλεψε ότι οι πιθανότητες οι ΗΠΑ, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, να πέσει σε ύφεση είχαν αυξηθεί στο 50% μετά από αυτήν την ανακοίνωση.
«Μόλις έριξε μια πυρηνική βόμβα στο παγκόσμιο εμπορικό σύστημα», είπε ο κ. Ρόγκοφ στην Παγκόσμια Υπηρεσία του BBC, προσθέτοντας ότι οι συνέπειες για αυτό το επίπεδο φόρων στις εισαγωγές στις ΗΠΑ «είναι απλώς συγκλονιστικές».
Η κίνηση του Τραμπ κινδυνεύει επίσης να κλιμακώσει έναν εμπορικό πόλεμο με άλλες χώρες και να αποξενώσει συμμάχους με τους οποίους η Αμερική προσπάθησε να ενισχύσει τους δεσμούς. Οι ΗΠΑ, για παράδειγμα, βλέπουν την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα ως προπύργιο ενάντια στις κινεζικές επεκτατικές φιλοδοξίες. Αλλά αυτές οι τρεις χώρες ανακοίνωσαν πρόσφατα ότι θα συνεργαστούν για να ανταποκριθούν στις εμπορικές πολιτικές της Αμερικής.
Εάν ο Τραμπ πετύχει ωστόσο, θα αναδιαμορφώσει θεμελιωδώς μια παγκόσμια οικονομική τάξη που η Αμερική είχε αρχικά βοηθήσει να οικοδομηθεί από τις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο ίδιος υπόσχεται ότι θα ανοικοδομήσει την αμερικανική παραγωγή, θα δημιουργήσει νέες πηγές εσόδων και θα κάνει την Αμερική πιο αυτοδύναμη και απομονωμένη από τα παγκόσμια σοκ στην αλυσίδα εφοδιασμού που προκάλεσαν όλεθρο στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Είναι ένα μεγάλο στοίχημα και κάτι που πολλοί πιστεύουν ότι είναι εξαιρετικά μη ρεαλιστικό. Αλλά για έναν πρόεδρο που φαίνεται προσηλωμένος στο να εδραιώσει την κληρονομιά του, είτε με τον τερματισμό των πολέμων και τη μετονομασία γεωγραφικών τοποθεσιών, ή με την απόκτηση νέων εδαφών και την κατάργηση ομοσπονδιακών προγραμμάτων και εργατικού δυναμικού αυτό είναι το μεγαλύτερο, πιο σημαντικό έπαθλο που πρέπει να κερδίσει.
Θα ήταν, είπε, η «ημέρα της απελευθέρωσης» της Αμερικής. Αυτό που φαίνεται ξεκάθαρο, ωστόσο, είναι ότι η ανακοίνωση της Τετάρτης είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα σηματοδοτήσει μια ιστορική αλλαγή. Το ερώτημα είναι αν θα είναι κληρονομιά επιτευγμάτων ή κακής φήμης.
Η ομιλία του Τραμπ ήταν θριαμβευτική – μια ομιλία που διέψευσε το δυνητικά υψηλό κόστος που θα επέβαλαν οι κινήσεις του στην αμερικανική οικονομία και στη δική του πολιτική θέση. Αλλά, όπως είπε, άξιζε τον κόπο – ακόμα κι αν, στο τέλος των παρατηρήσεών του, φάνηκε μία μικρή σκιά προεδρικής αμφιβολίας μέσα στο πανηγυρικό κλίμα. «Θα είναι μια μέρα που – ελπίζουμε – θα κοιτάξετε πίσω τα επόμενα χρόνια και θα πειτε είχε δίκιο».