2 Απριλίου 2025

Στα ενδότερα της CIA: Ένας πρώην πράκτορας αποκαλύπτει τις σκοτεινές πτυχές των μυστικών υπηρεσιών


Πόση διαφάνεια υπάρχει πραγματικά στις μυστικές υπηρεσίες; Μπορεί ένας πληροφοριοδότης να πει την αλήθεια χωρίς να διωχθεί; Και πόσο μεγάλη απειλή αποτελεί η τεχνητή νοημοσύνη για την ασφάλεια; – Ο πρώην αξιωματούχος της CIA, Τζον Κυριακού ανοίγει τα χαρτιά του στο Newsbomb.gr

Ο πρώην αξιωματούχος της CIA, Τζον Κυριακού, γνωρίζει από πρώτο χέρι τον κόσμο των μυστικών υπηρεσιών. Έχοντας εργαστεί σε επιχειρήσεις κατασκοπείας και αντικατασκοπείας, βρέθηκε στο επίκεντρο της επικαιρότητας όταν αποκάλυψε το μυστικό πρόγραμμα βασανιστηρίων της υπηρεσίας, γεγονός που οδήγησε στη δίωξή του. Σήμερα, μιλά ανοιχτά για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μυστικές υπηρεσίες, τη σημασία της ηθικής στην κατασκοπεία και τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης στην ασφάλεια.

Λίγο πριν από την έναρξη του Intelligence and Security Forum, το οποίο θα διεξαχθεί για πρώτη φορά στην Αθήνα στις 11 Μαΐου, ο πρώην πράκτορας μοιράστηκε με το Newsbomb.gr τις απόψεις του για τον σύγχρονο ρόλο των υπηρεσιών πληροφοριών, την έλλειψη λογοδοσίας και τις απειλές του μέλλοντος.

4f3fc379-df46-4069-8e31-4cc246878ae1.jpg

Αναφερόμενος στον ρόλο των υπηρεσιών πληροφοριών σήμερα, ο Τζον Κυριακού υποστήριξε ότι «η κυβερνοαπειλή αποτελεί το κυρίαρχο ζήτημα που αντιμετωπίζουν οι μυστικές υπηρεσίες». Όπως εξήγησε, «πριν από είκοσι χρόνια, η εστίαση στην αντιτρομοκρατία, την αντιμετώπιση της διακίνησης ναρκωτικών και της διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής ήταν λογική και κατανοητή». Ωστόσο, «ο κόσμος έχει αλλάξει δραματικά» και «οι κυβερνοεπιθέσεις αποτελούν απειλή για ολόκληρη την ανθρωπότητα». Σημείωσε ότι «η CIA διαθέτει έναν οδηγό Λειτουργίας, μια λίστα με τις σημαντικότερες απειλές που αναμένεται να αντιμετωπίσει τον επόμενο χρόνο». Στη λίστα αυτή, η κυβερνοαπειλή βρίσκεται πλέον στην κορυφή, μαζί με την τρομοκρατία, τη Ρωσία και την Κίνα, ενώ «οι περιβαλλοντικές απειλές έχουν βγει εκτός λίστας», όπως και το ενδιαφέρον για την Κούβα ή την αλ-Κάιντα, η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, «πρακτικά δεν υπάρχει πλέον».

Όσον αφορά τη διαφάνεια και τη λογοδοσία των υπηρεσιών πληροφοριών, ο Τζον Κυριακού ήταν κατηγορηματικός: «Δεν πιστεύω ότι έχει υπάρξει καμία βελτίωση, τουλάχιστον στη CIA». Τόνισε ότι ο ίδιος είναι «το μοναδικό άτομο που διώχθηκε για το πρόγραμμα βασανιστηρίων» και ότι το «έγκλημά» του ήταν η αποκάλυψή του. «Οι βασανιστές έμειναν ατιμώρητοι», ανέφερε, ενώ υποστήριξε ότι «η CIA πλέον προσφέρει ανταμοιβές σε εργαζομένους που καταδίδουν συναδέλφους τους που μπορεί να σκέφτονται να γίνουν πληροφοριοδότες». Επιπλέον, όπως αποκάλυψε, «τα υπολογιστικά συστήματα της CIA είναι πλέον σχεδιασμένα ώστε να προειδοποιούν τις αρχές αν η τεχνητή νοημοσύνη εντοπίσει ότι κάποιος υπάλληλος αναζητά πληροφορίες σχετικές με whistleblowers».

Σχολιάζοντας τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι πληροφοριοδότες στις ΗΠΑ και διεθνώς, σημείωσε ότι «το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη νομικής προστασίας». Υπενθύμισε ότι «ο νομικός ορισμός του whistleblowing είναι η αποκάλυψη στοιχείων για σπατάλη, απάτη, κακοδιαχείριση, παρανομία ή απειλές για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια», αναρωτώμενος: «Πώς θα μπορούσε κανείς να είναι εναντίον αυτού;». Ωστόσο, όπως επεσήμανε, «στις ΗΠΑ, οι κυβερνητικές και εταιρικές Αρχές προτιμούν να συγκαλύπτουν παρανομίες παρά να επιτρέπουν σε έντιμους εργαζομένους να ρίχνουν φως στις αυθαιρεσίες».

Για τις υποθέσεις του Τζούλιαν Ασάνζ και του Έντουαρντ Σνόουντεν, ο Τζον Κυριακού τόνισε ότι αυτές «δείχνουν στασιμότητα στον τρόπο που οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν τους πληροφοριοδότες». Υπενθύμισε ότι «ο Ασάνζ καταδικάστηκε, ενώ ο Σνόουντεν παραμένει εγκλωβισμένος στη Ρωσία εδώ και μία δεκαετία, από τότε που ο υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι του ανακάλεσε το διαβατήριο». Παράλληλα, επισήμανε ότι «οι κυβερνητικές αυθαιρεσίες που κατήγγειλαν ο Ασάνζ και ο Σνόουντεν εξακολουθούν να συμβαίνουν», γεγονός που, όπως είπε, αποδεικνύει ότι «σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει».

Σχετικά με τη λεπτή ισορροπία μεταξύ εθνικής ασφάλειας και ατομικών δικαιωμάτων, ο Kiriakou ξεκαθάρισε τη θέση του: «Θα προτιμούσα να αντιμετωπίσω την απειλή μιας τρομοκρατικής επίθεσης παρά να θυσιάσω τις πολιτικές μου ελευθερίες». Παραδέχθηκε ότι αυτή η άποψη «είναι μάλλον λιγότερο δημοφιλής», αλλά τόνισε: «Δεν με νοιάζει. Τόσο σημαντικές είναι για μένα οι πολιτικές ελευθερίες».

Ιδιαίτερη σημασία έδωσε στο ζήτημα της ηθικής στην κατασκοπεία, δηλώνοντας ότι «πρέπει να υπάρχει σεβασμός στην ηθική των επιχειρήσεων πληροφοριών». Όπως είπε, «αυτό είναι που ξεχωρίζει τους κατασκόπους από τους κοινούς εγκληματίες». Τόνισε ότι «όλοι γνωρίζουμε τη διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους» και ότι «σε δύσκολες στιγμές πρέπει να ακολουθούμε τη συνείδησή μας». Παραδέχθηκε ότι «αυτό μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην καριέρα κάποιου», αλλά υπογράμμισε ότι «θα βρίσκεται στη σωστή πλευρά της ιστορίας».

Αν είχε τη δυνατότητα να αλλάξει μία θεμελιώδη πολιτική στις υπηρεσίες πληροφοριών, δήλωσε ότι «θα ήθελε, τουλάχιστον, όλες οι μυστικές υπηρεσίες να σέβονται τους εθνικούς νόμους, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες, ακόμα και όταν κανείς δεν τις παρακολουθεί».

Μιλώντας για τη συνεργασία κρατικών και ιδιωτικών εταιρειών στον τομέα της ασφάλειας και των πληροφοριών, αναφέρθηκε στις προσωπικές του εμπειρίες από τη φυλάκισή του. «Οι 23 μήνες που πέρασα στη φυλακή επηρέασαν βαθιά την αντίληψή μου για τη δικαιοσύνη», ανέφερε χαρακτηριστικά. Δήλωσε ότι «δεν πιστεύει πως οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν ένα δίκαιο δικαστικό σύστημα», το οποίο, όπως είπε, είναι «ρατσιστικό, σκληρό και προκατειλημμένο κατά των φτωχών». Χαρακτήρισε το αμερικανικό σύστημα δικαιοσύνης ως «διαβρωμένο», αναρωτώμενος: «Γιατί οι ΗΠΑ, με το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού, έχουν το 25% των φυλακισμένων του κόσμου;».

ea9e3296-7e07-44ff-b579-289e108649ce.jpg

Τέλος, ο Τζον Κυριακού εξέφρασε την άποψη ότι «η πιο σοβαρή απειλή που αντιμετωπίζουν οι υπηρεσίες πληροφοριών σήμερα είναι η τεχνητή νοημοσύνη». Όπως προειδοποίησε, «από τα deepfakes έως την αναγνώριση προσώπου, είναι πλέον σχεδόν αδύνατο να περάσει κανείς σύνορα χωρίς να εντοπιστεί». Επισήμανε, επίσης, ότι «η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί και θα χρησιμοποιηθεί ως επιθετικό όπλο», καθώς έχει την ικανότητα «να προβλέπει ανθρώπινες ενέργειες, να προκαλεί λανθασμένες εκτιμήσεις και να βελτιώνεται διαρκώς».

Κλείνοντας, έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τις κυβερνήσεις: «Πρέπει να λογοδοτούν οι υπηρεσίες πληροφοριών και να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα». Όπως τόνισε, «οποιαδήποτε παραβίαση πρέπει να διώκεται, και όλες οι υπηρεσίες πληροφοριών πρέπει να υπόκεινται σε ανεξάρτητη εποπτεία».


Πηγή


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ