Η οικονομική και γεωπολιτική σκακιέρα αναδιαμορφώνεται δραματικά μετά την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να επανακαθορίσει τις σχέσεις της χώρας του με την Ευρώπη. Οι επιπτώσεις είναι ήδη ορατές: η Ευρωπαϊκή Ένωση απαντά με ένα κολοσσιαίο σχέδιο αμυντικών δαπανών, η αγορά ομολόγων υφίσταται ισχυρούς κλυδωνισμούς και η Wall Street καταγράφει ιστορικές απώλειες, με τον δείκτη S&P 500 να χάνει 3,4 τρισ. δολάρια.
Το ευρωπαϊκό αντίμετρο: Το «μπαζούκας» του ReArm Europe
Η απάντηση της ΕΕ ήρθε με το ReArm Europe, ένα στρατηγικό σχέδιο που κινητοποιεί συνολικά πάνω από 1 τρισ. ευρώ για αμυντικές δαπάνες και υποδομές. Το πακέτο των 800 δισ. ευρώ αφορά αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 1,1% του ΑΕΠ μέχρι το 2029, ανεβάζοντας το συνολικό ποσοστό στο 3% του ΑΕΠ από 1,9% το 2024.
Η χρηματοδότηση αυτού του φιλόδοξου σχεδίου δεν θα προέλθει κυρίως από κοινό δανεισμό, αλλά από τους εθνικούς προϋπολογισμούς των χωρών-μελών. Ωστόσο, υπάρχουν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, όπως η ανακατανομή κονδυλίων της ΕΕ, η χρήση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και η αξιοποίηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).
Το μεγάλο ξεπούλημα στα ομόλογα
Η ευρωπαϊκή αυτή κίνηση πυροδότησε αναταράξεις στις αγορές ομολόγων. Οι αποδόσεις των γερμανικών bunds εκτοξεύτηκαν, προκαλώντας ντόμινο σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ιαπωνία, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων άγγιξαν το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 ετών, ενώ οι ιταλικές αποδόσεις ξεπέρασαν το 4%. Στην Ελλάδα, η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου ανέβηκε στο 3,65% από 3,23% τον Φεβρουάριο.
Η Γερμανία, σε μία ιστορική δημοσιονομική στροφή, προχωρά στη χαλάρωση του περίφημου «φρένου χρέους», ενισχύοντας τις δημόσιες δαπάνες. Αν και αυτή η απόφαση μπορεί να ωθήσει την οικονομική δραστηριότητα, οι αγορές ανησυχούν για το αυξημένο κόστος δανεισμού, ειδικά για τις πιο ευάλωτες οικονομίες της Ευρωζώνης.
Ο εμπορικός πόλεμος και οι δασμοί του Τραμπ
Την ίδια στιγμή, οι δασμολογικές πολιτικές του Τραμπ κλιμακώνουν τις εντάσεις στο παγκόσμιο εμπόριο. Οι νέοι δασμοί των ΗΠΑ επηρεάζουν εισαγωγές ύψους 1,5 τρισ. δολαρίων από τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα. Οι αναλυτές προειδοποιούν ότι αυτές οι πολιτικές μπορεί να προκαλέσουν στασιμοπληθωρισμό και να μειώσουν την ανάπτυξη των ΗΠΑ κατά 0,7%-1,1% τα επόμενα τρίμηνα. Η Morgan Stanley εκτιμά ότι ο Καναδάς θα δεχτεί πλήγμα 2,2% στην ανάπτυξή του, ενώ το Μεξικό μπορεί να εισέλθει σε ύφεση.
Οι επιπτώσεις δεν περιορίζονται μόνο στην Ευρώπη. Οι κεντρικές τράπεζες διεθνώς ενδέχεται να καθυστερήσουν τις μειώσεις επιτοκίων λόγω των πληθωριστικών πιέσεων που προκαλεί η αύξηση των αμυντικών δαπανών και οι δασμολογικές πολιτικές των ΗΠΑ.
Οι χρηματιστηριακές ανακατατάξεις
Η Wall Street βιώνει ένα έντονο sell-off, με τον δείκτη S&P 500 να χάνει τα μετεκλογικά του κέρδη, καθώς οι επενδυτές επανεκτιμούν τις προσδοκίες τους για τη δεύτερη θητεία Τραμπ. Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές αγορές σημειώνουν άνοδο, με τον αμυντικό τομέα να ηγείται του ράλι. Το ελληνικό χρηματιστήριο καταγράφει κέρδη άνω του 10%, ενώ επενδυτικές τράπεζες, όπως η Deutsche Bank και η Citigroup, θεωρούν ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές θα συνεχίσουν να υπεραποδίδουν.
Εν τω μεταξύ, οι αμερικανικές εταιρείες που εξαρτώνται από εισαγωγές αντιμετωπίζουν σοβαρές επιπτώσεις λόγω των νέων δασμών. Εταιρείες που κατασκευάζουν προϊόντα στις ΗΠΑ αλλά εισάγουν εξαρτήματα από το Μεξικό, τον Καναδά και την Κίνα, βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, που παράγουν μεγάλο ποσοστό των εσόδων τους στις ΗΠΑ, μπορεί να αποδειχθούν ανθεκτικότερες στην εμπορική σύγκρουση.
Ένας κόσμος σε οικονομική αστάθεια
Η νέα αυτή αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης δημιουργεί ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον. Από τη μία, η Ευρώπη επιδιώκει να διαμορφώσει ένα νέο αμυντικό και οικονομικό μοντέλο, επενδύοντας μαζικά σε στρατιωτικές και υποδομειακές δαπάνες. Από την άλλη, οι ΗΠΑ υιοθετούν μια πιο προστατευτική εμπορική πολιτική, που ήδη προκαλεί παγκόσμιες οικονομικές επιπτώσεις.