Πώς δρούσε η εγκληματική οργάνωση – Φόβος και τρόμος για τους εμπόρους η συμμορία – Οι «ταρίφες» για να ελέγχουν τους πάγκους
Υπό το καθεστώς εκβιασμών και απειλών ζούσαν αρκετοί επαγγελματίες των λαϊκώς αγορών, από τη συμμορία των 20 άτομων που εξάρθρωσαν οι διώκτικές Αρχές.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν αποκαλύφθεί μέχρι τώρα, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης έλεγχαν τους πάγκους και ζητούσαν από τους επαγγελματίες το πόσο των 400 ευρώ μηνιαίως προκειμένου να τους προσφέρουν προστασία και άλλες παράνομες διευκολύνσεις
Η ΕΛ.ΑΣ. σε επίσημη παρουσίαση που έκανε αποκάλυψε ότι η εγκληματική οργάνωση συγκέντρωσε όσο καιρό δρούσε περισσότερα από 2.910.000 ευρώ, ενώ όλοι οι συλληφθέντες είναι Έλληνες.
Αρχηγός της σπείρας είναι ένας 57χρονος, ο οποίος υπήρξε επικεφαλής της διεύθυνσης λαϊκών αγορών της περιφέρειας Αττικής, ενώ για την ίδια υπόθεση έχουν συλληφθεί 19 άτομα. Aνάμεσά τους είναι τρεις βοηθοί επόπτες και δύο υπάλληλοι της διεύθυνσης λαϊκών αγορών, ενώ μόνο μία γυναίκα έχει συλληφθεί για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση. Για την εξάρθρωσή της οργάνωσης οι αστυνομικοί χρειάστηκε να στήσουν μέχρι και πάγκους στη λαϊκή αγορά και να υποδυθούν τους πωλητές.
Η δράση της εγκληματική οργάνωση εκτιμάται ότι είχε ξεκινήσει από το 2006, ενώ όπως ανέφερε η εκπρόσωπος της ΕΛΑΣ. Οι αστυνομικοί χρησιμοποίησαν ακόμη και drones για να παρακολουθούν την δραστηριότητά των μελών της συμμορίας.
Πήραν καταθέσεις από 224 άτομα, ενώ η δικογραφία μεταφέρθηκε με καροτσάκι του σούπερ-μάρκετ προς τον ανακριτή διαφθοράς, ο οποίος τώρα είναι εκείνος που θα κινήσει τις περαιτέρω ενέργειες, όπως για το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών και για τους ελέγχους ορκωτών λογιστών στα εμπλεκόμενα σωματεία.
Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης κατά περίπτωση και αναλόγως του επιπέδου εμπλοκής τους προέβαιναν σε μία σειρά παράνομων δραστηριοτήτων και κυρίως:
- λάμβαναν εκβιαστικά χρήματα για την τοποθέτηση και τις αλλαγές θέσεων των πωλητών εντός των λαϊκών,
- ομοίως λάμβαναν εκβιαστικά χρήματα για τη διάθεση θέσεων πωλητών που είχαν αποβιώσει και οι άδειες τους διατηρούνταν σε ισχύ παρανόμως,
- απαιτούσαν και λάμβαναν χρήματα και δώρα από πωλητές για κάλυψη προσωπικών τους εξόδων (π.χ. για λογαριασμούς, έξοδα οχημάτων κ.λπ.),
- προέβαιναν σε συγκάλυψη προστίμων και καταγγελιών,
- ενημέρωναν πωλητές για επικείμενους ελέγχους με αντίτιμο χρηματικά ποσά,
- επενέβαιναν στη διαδικασία έκδοσης αδειών με διάφορους τρόπους, όπως με παράνομες παρεμβάσεις σε έγγραφα, με ετεροχρονισμένες εγγραφές ή εκδίδοντας και επαναφέροντας άδειες με πλαστά έγγραφα,
- παρενέβαιναν στη διαδικασία των ελέγχων με διάφορους τρόπους, όπως με ενημέρωση πωλητών-μελών της οργάνωσης για επικείμενους ελέγχους, με αποσιώπηση σχετικών καταγγελιών ή πραγματοποιώντας στοχευμένους ελέγχους για να εξαναγκάσουν πωλητές να υποκύψουν στις εκβιαστικές τους πρακτικές, επιβάλλοντας σε πολλές περιπτώσεις «εκδικητικά» πρόστιμα,
- συγκέντρωναν χρήματα για δήθεν αγαθοεργίες και εράνους και τα κρατούσαν για δικό τους όφελος.
Εξακριβώθηκε ακόμα ότι, έναντι χρηματικής αμοιβής, επέτρεπαν να λειτουργούν παράνομοι πάγκοι σε λαϊκές αγορές, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις οι παράνομοι πάγκοι λειτουργούσαν δίπλα από τις νόμιμες λαϊκές με τη μορφή παραλαϊκών αφού αναπτύσσονταν (40) έως (50) πάγκοι τουλάχιστον. Ενώ σε μία τουλάχιστον λαϊκή διακριβώθηκε ότι επέτρεπαν την πώληση λαθραίων τσιγάρων εντός του χώρου της.
Όταν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης υποψιάζονταν ότι τους παρακολουθούν, άρχισαν να παίρνουν μέτρα ακόμη και στις τηλεφωνικές τους συνομιλίες.
Εκτός από τις απειλές και τους εκβιασμούς προκειμένου τα θύματά τους να υποκύψουν οι δράστες δεν δίσταζαν ακόμη και να βιαιοπραγούν εναντίον των στόχων τους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός πωλητή, ο οποίος το 2008 δέχθηκε επίθεση με λοστό στο κεφάλι γιατί δεν τους έδινε το ποσό των 10.000 ευρώ που του είχαν ζητήσει. Μάλιστα επειδή έκαναν ό,τι ήθελαν, έδιναν άδειες ακόμη και ανθρώπων που έχουν πεθάνει.
Ανάμεσα στους συλληφθέντες είναι και νυν και τέως στελέχη της αρμόδιας υπηρεσίας. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της αστυνομίας, ο αρχηγός της οργάνωσης λόγω της θέσης του και της ιδιότητάς του στην αρμόδια διεύθυνση για τις λαϊκές αγορές, μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε για τις σχετικές άδειες.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι για μεταβίβαση μίας άδειας από πωλητή σε πωλητή δόθηκαν 64.000 ευρώ, για αλλαγή θέσεων δόθηκαν από πωλητή συνολικά 20.000 ευρώ, παλιννοστούντες έδωσαν 15.000 ευρώ έκαστος για την έκδοση άδειας πάγκου και αλλοδαπός πωλητής πλήρωνε 400 ευρώ μηνιαίως «προστασία» για τον πάγκο που διατηρούσε.