Ποιά ήταν η Μαρία Ζίμπιλα Μέριαν;


Γερμανίδα φυσιοδίφης και εικονογράφος, το έργο της οποίας στη φυτολογία και την εντομολογία επανεκτιμήθηκε και αναγνωρίσθηκε στα μέσα του 20ου αιώνα.

Η Μαρία Ζίμπιλα Μέριαν (Maria Sibylla Merian) γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1647 στη Φραγκφούρτη της Γερμανίας. Ο πλούσιος Ελβετός πατέρας της πέθανε όταν ήταν τριών ετών και η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε τον ζωγράφο Γιάκομπ Μάρελ, ο οποίος την ενθάρρυνε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική.

Από μικρή άρχισε να παρατηρεί τα έντομα, να συλλέγει κάμπιες και να μελετά τη ζωή τους. «Όταν ήμουν νέα, συνήθιζα να αφιερώνω τον χρόνο μου στην παρατήρηση των εντόμων. Αρχικά ξεκίνησα από τους μεταξοσκώληκες στη γενέτειρά μου, Φρανκφούρτη. Πολύ σύντομα παρατήρησα πως αυτές οι κάμπιες εξελίσσονταν σε πανέμορφες πεταλούδες. Αυτό με οδήγησε να συλλέγω όλες τις κάμπιες που μπορούσα να βρω, έτσι ώστε να μπορέσω να δω πώς γινόταν αυτή η αλλαγή», αναφέρει στο βιβλίο της Η Μεταμόρφωση των Εντόμων του Σουρινάμ. Σε ηλικία 13 ετών άρχισε να δημιουργεί τις πρώτες ζωγραφιές εντόμων και φυτών.

Σε ηλικία 18 ετών παντρεύτηκε τον βοηθό του πατριού της, Γιόχαν Αντρέας Γκραφ και εγκαταστάθηκε στη Νυρεμβέργη, γενέτειρα του συζύγου της. Για τα προς το ζην άρχισε να παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής σε κόρες πλούσιων κατοίκων της πόλης. Οι μεγάλοι και εντυπωσιακοί κήποι των επαύλεών τους της κέντριζαν το ενδιαφέρον και συχνά χανόταν στην απεραντοσύνη τους, μελετώντας και εικονογραφώντας φυτά και έντομα.

Ιδιαίτερα την απασχόλησε η μελέτη της ζωής της κάμπιας και της πεταλούδας. Οι παρατηρήσεις της συνεισέφεραν στην επιβεβαίωση των θεωριών του Ιταλού γιατρού και φυσιοδίφη Φραντσέσκο Ρέντι (1626-1697) για τη γέννηση των εντόμων από ωοτοκία και όχι με αυτόματη γέννηση, όπως ήταν η κυρίαρχη θέση της Εκκλησίας και της επιστήμης, υπό την επίδραση των θεωριών του Αριστοτέλη.

Μετά τον θάνατο του πατριού της το 1681 επέστρεψε με την οικογένειά της στη Φρανκφούρτη για να διευθετήσει την περιουσία του και το 1685, αφού εγκατέλειψε τον σύζυγό της, μετακόμισε με τις δύο κόρες και τη μητέρα της στην Ολλανδία. Εγκαταστάθηκε στο σπίτι του Κορνέλις φαν Σομελσντάικ, κυβερνήτη της Ολλανδικής Γουιάνας (νυν Σουρινάμ), και άρχισε να μελετά τη χλωρίδα και την πανίδα της Λατινικής Αμερικής.

Το 1692 η μεγάλη κόρη της παντρεύτηκε έναν έμπορο και μετακόμισε στο Σουρινάμ. Επτά χρόνια αργότερα, η Μέριαν με χορηγία του Δήμου του Άμστερνταμ μετέβη με τη μικρή της κόρη στο Σούριναμ για να μελετήσει τη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής, ενώ δεν δίστασε να κατακρίνει τους Ολλανδούς αποίκους για την απάνθρωπη συμπεριφορά τους απέναντι στους ιθαγενείς κατοίκους.

Το 1701 προσβλήθηκε από ελονοσία και αναγκάσθηκε να επιστρέψει στην Ολλανδία. Πούλησε τα δείγματα φυτών και εντόμων που είχε συλλέξει και δημοσίευσε ένα βιβλίο με γκραβούρες σχετικά με τη ζωή της στο Σουρινάμ. Το 1715 υπέστη μερική παραλυσία, εξαιτίας ενός εγκεφαλικού και σταδιακά άρχισε να περιορίζει τις δραστηριότητές της.

Η Μαρία Ζίμπιλα Μέριαν πέθανε στις 13 Ιανουαρίου 1717, σε ηλικία 69 ετών.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ