Οι ταινίες πρώτης προβολής για τη νέα χρονιά φέρνουν ενδιαφέρουσες επιλογές στις αίθουσες, αν και η δυναμική παρουσία του «Υπάρχω», που επιβεβαιώνει τη σταθερή αγάπη των Ελλήνων για τον Καζαντζίδη, κλέβει την παράσταση. Μεταξύ των νέων κυκλοφοριών, ξεχωρίζουν το πολυαναμενόμενο ριμέικ του κλασικού «Νοσφεράτου» από τον Ρόμπερτ Έγκερς και το βιογραφικό μιούζικαλ για τη ζωή του Ρόμπι Γουίλιαμς, «Better Man», σε σκηνοθεσία Μάικλ Γκρέισι.
Παράλληλα, η γαλλική ταινία «Ραγισμένες Καρδιές» του Ζιλ Λελούς φέρνει στη μεγάλη οθόνη μια δυνατή δόση συναισθημάτων και βίας, ενώ οι μικρότεροι θεατές θα ενθουσιαστούν με την περιπέτεια κινουμένων σχεδίων «Sonic 3: Η Ταινία».
Νοσφεράτου
(“Nosferatu”) Ταινία τρόμου, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Έγκερτ, με τους Μπιλ Σκάρσγκαρντ, Νίκολας Χουλτ, Λίλι-Ρόουζ Μέλοντι Ντεπ, Γουίλεμ Νταφόε, Έμα Κόριν, Ραλφ Άινεσον, Σάιμον ΜακΜπάρνεϊ κα.
Μία από τις πιο αναμενόμενες ταινίες της χρονιάς, το ριμέικ της εμβληματικής ταινίας του Μουρνάου, έρχεται με το έμπα του 2025, να αναμετρηθεί με την επιτυχία της χρονιάς, όπως αποδεικνύεται το «Υπάρχω».
Το κλασικό μυθιστόρημα του Μπραμ Στόκερ, μεταφέρεται τρίτη φορά στη μεγάλη οθόνη, έπειτα από το αρχικό εξπρεσιονιστικό αριστούργημα του Μουρνάου πριν από 102 χρόνια και τη δεύτερη καλή απόπειρα του ιδιαίτερου δημιουργού Βέρνερ Χέρτζογκ το 1979, για να μας υπενθυμίσει ότι πάντα θα υπάρχουν εξαιρέσεις για το ριμέικ ταινιών, που θεωρούμε ότι πρέπει να μείνουν ανέγγιχτες. Τα παραδείγματα κλασικών ταινιών που ξαναγυρίστηκαν και στέφθηκαν από την απόλυτη αποτυχία πάμπολλα. Αντιθέτως ελάχιστα είναι τα φιλμ που κατάφεραν να σταθούν δίπλα στα πρωτότυπα, τέτοιου μεγέθους, αξιοπρεπώς ή και ισάξια.
Ο Ρόμπερτ Έγκερς, ένας δεξιοτέχνης σκηνοθέτης, με καλά δείγματα στη σύντομη πορεία του στο σινεμά («Ο Φάρος», «Ο Άνθρωπος από τον Βορρά», «Η Μάγισσα») θα τολμήσει να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα – κάτι που σχεδίαζε εδώ και περίπου δέκα χρόνια – και μάλιστα εξασφαλίζοντας τα κεφάλαια από την ποιοτική Focus Features και τη Universal.
Έχοντας, λοιπόν, όλες τις προϋποθέσεις για να ξεδιπλώσει το σχέδιό του και γράφοντας ο ίδιος το σενάριο, θα καταφέρει να αναδείξει τη δύναμη του τρομερού μύθου και παραμένοντας πιστός στο αρχικό φιλμ, να στείλει ένα περίτεχνο, λεπτομερές, σεβάσμιο και έξυπνο γράμμα αγάπης προς το πρωτότυπο έργο του Μουρνάου.
Η υπόθεση της ταινίας
Ένας νεαρός υπάλληλος, ο Χούτερ, ταξιδεύει στα Καρπάθια για να παραδώσει κάποια συμβόλαια στον μυστηριώδη Κόμη Όρλοκ, ο οποίος ψάχνει σπίτι στη Γερμανία. Πριν ακόμη φτάσει στο κάστρο του Κόμη, ο Χούτερ αντιλαμβάνεται τον τρόμο των κατοίκων του κοντινού χωριού. Όταν ο Κόμης, με το τρομαχτικό παρουσιαστικό, θα δει το φυλαχτό του Χούτερ με τη φωτογραφία της όμορφης συζύγου του, Έλεν, υπογράφει αμέσως τα συμβόλαια και αποκτά ένα παλιό σπίτι στη Γερμανία. Σύντομα ο Χούτερ ανακαλύπτει ότι με το συμβόλαιο αυτό ανοίγει τον δρόμο, για να έρθει ο τρόμος στην πόλη του, που θα αγγίξει κυρίως τη γυναίκα του.
Ο τεχνικά και αισθητικά άψογος Έγκερς, βρίσκει την ευκαιρία να κάνει ένα καίριο σχόλιο για την εποχή μας και τον πανδημικό φόβο, που έχει εξαπλωθεί, με εντυπωσιακές εικόνες και απόκοσμη ακολουθία παραισθήσεων, δίνοντας το δικό του στίγμα στο έργο.
Από κει και πέρα, παρά τη μελετημένη σκηνοθεσία, τη φωτογραφία που παραπέμπει στον ρομαντισμό του 19ου αιώνα και τη χρήση φυσικού φωτισμού, αλλά και τα εξωτερικά γυρίσματα που ενισχύουν την αυθεντικότητα του σκηνικού και της Γερμανίας του 19ου αιώνα και ως σύνολο δημιουργώντας μία υποβλητική τρομαχτική ατμόσφαιρα, φανερώνει και τις αδυναμίες του. Καθώς φέρνει πιο κοντά τον καταραμένο ήρωά του στο σημερινό κοινό – εκμεταλλευόμενος και τις σύγχρονες τεχνικές δυνατότητες και τη στιλιζαρισμένη απεικόνισή του, δεν μπορεί να πλησιάσει το συναισθηματικό χείμαρρο του Μουρνάου και την τραγικότητα του Κόμη Όρλοκ, που πίσω από την ύπουλα τρομαχτική του όψη – που εδώ δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη της ταινίας του 1922 ή ακόμη και του Χέρτζογκ – κρύβει το πάθος που θα τον εξοντώσει.
Εκεί που τα πάει καλύτερα ο Έγκερς, είναι ο χειρισμός του για την ψυχολογική λεπτότητα και τη φροϋδική δοκιμασία της Έλεν, η οποία ελκύεται από το βαμπίρ ενώ ταυτόχρονα το αηδιάζει, συνειδητοποιώντας ότι αυτά τα δύο ένστικτα πρέπει να συμφιλιωθούν.
Αν εξαιρέσουμε την αργή εκκίνηση της ταινίας, που μάλλον υπερβάλει στο χτίσιμο των χαρακτήρων και ορισμένες σκηνές που τραβάνε περισσότερο από όσο θα έπρεπε, ο Έγκερς παραδίδει ένα φιλμ, που μπορεί να χάνει σε ψυχή, αλλά κερδίζει με τη συνολική του προσπάθεια και σίγουρα είναι από τις περιπτώσεις εκείνες που στέκονται αξιοπρεπώς δίπλα στο πρωτότυπο και όχι όποιο όποιο, αλλά του Μουρνάου.
Οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών αυτού του καταραμένου ερωτικού τριγώνου είναι αξιοπρόσεκτες, με τον Σκάρσκγαρντ να σωματοποιεί τη φρίκη και τον χαρακτήρα του Κόμη Όρλοκ, ενώ η Λίλι-Ρόουζ Μέλοντι Ντεπ (κόρη του Τζόνι Ντεπ και της Βανέσα Παραντί) ξεχωρίζει εμφανώς καταφέρνοντας να ισορροπήσει, χωρίς να καταφύγει σε ευκολίες, τη θλίψη, τον τρόμο και την εσωτερική δύναμη μίας γυναίκας, που πρέπει να σταθεί όρθια στην πατριαρχική δομή της εποχής.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένα γοτθικό παραμύθι εμμονής ανάμεσα σε μια νεαρή γυναίκα και τον τρομαχτικό βρικόλακα που την ερωτεύεται παράφορα, σπέρνοντας ανείπωτο τρόμο.
Better Man
(“Better Man”) Βιογραφικό δραματικό μιούζικαλ, αυστραλιανής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μάικλ Γκρέισι, με τους Τζόνο Ντέιβις, Κέιτ Μάλβανι, Στιβ Πέμπερτον, Άλισον Στίντμαν, Ντέιμον Χέριμαν, Ρόμπι Γουίλιαμς κα.
Βιογραφικό δραματικό μιούζικαλ – ευχάριστη έκπληξη, για τη πολυτάραχη ζωή του Ρόμπι Γουίλιαμς, ενός από τους εμπορικότερους τραγουδιστές της βρετανικής ποπ μουσικής, που δεν απευθύνεται μόνο στους θαυμαστές του, αλλά έχει και το δικό του αυξημένο ενδιαφέρον και μπορεί να ελκύσει ακόμη και αυτούς που αδιαφορούν για το συγκεκριμένο είδος μουσικής.
Μια ταινία, για την άνοδο, την πτώση και την αναγέννηση του Ρόμπι Γουίλιαμς, που ξεφεύγει από τα τετριμμένα και κάνει τη διαφορά, εισχωρώντας βαθιά στον χαρακτήρα του βασανισμένου καλλιτέχνη, αλλά και στον κόσμο της μουσικής βιομηχανίας και στις σοβαρές παθογένειες της αγγλικής κοινωνίας.
Έπειτα από επτά χρόνια και το, επίσης, μιούζικαλ «The Greatest Showman», ο Μάικλ Γκρέισι, θα μείνει μακριά από τα συμβατικά βιογραφικά δράματα για διάσημους καλλιτέχνες, δίνοντας τη μορφή μίας μαϊμού στον Γουίλιαμς, ως απεικόνιση των δαιμόνων του τραγουδιστή, που τον ταλαιπώρησαν για χρόνια και τον οδήγησαν στις καταχρήσεις και την αυτοκαταστροφή, μέχρι να αναγεννηθεί και να επιστρέψει θριαμβευτικά στη μουσική σκηνή.
Η υπόθεση της ταινίας
Ένας πιτσιρικάς, ο αποτυχημένος του σχολείου και της γειτονιάς, με έναν απόντα κακοποιητικό πατέρα, έβλεπε μαζί με τη γιαγιά του στην τηλεόραση του σταρ της εποχής και ονειρευόταν ότι μπορεί να γίνει διάσημος για να αποδείξει σε όλους ότι αξίζει. Ο Ρόμπι Γουίλιαμς, συμμετείχε σε ηλικία 15 μόλις ετών στην ακρόαση που διοργάνωσε ο αμφιλεγόμενος μάνατζερ Νάιτζελ Μάρτιν Σμιθ και κατάφερε να μπει στο συγκρότημα Take That, το οποίο έμελλε να γίνει ένα από τα πιο επιτυχημένα στη Βρετανία. Μόνο που οι ανασφάλειες, η πρωτοφανής πίεση, ο άγνωστος κόσμος στον οποίο προσγειώθηκε τον οδήγησαν σε βίαια ξεσπάσματα, καταχρήσεις και στην αυτοκαταστροφή.
Ενδιαφέρουσα προσέγγιση ενός διάσημου καλλιτέχνη από τον Γκρέισι, που σε συνεργασία με τον Γουίλιαμς – ενσαρκώνεται από μια CGI μαϊμού, μια σαφής αναφορά στο διάσημο σουξέ του «Me and my monkey» – δεν δίστασε να μιλήσει για όλα αυτά που τις περισσότερες φορές οι κινηματογραφικές βιογραφίες κρύβουν ή θίγουν ακροθιγώς στην καλύτερη περίπτωση. Δηλαδή, τα σοβαρά ψυχικά τραύματα, τις φοβίες, τις ανασφάλειες και την αδυναμία του ήρωα να διαχειριστεί τη δόξα, τον σκοτεινό και αδίστακτο κόσμο της μουσικής βιομηχανίας και τα αγγλικά στερεότυπα, που πηγάζουν από τον ταξικό διαχωρισμό.
Ικανοποιητικές ερμηνείες από το πολυπρόσωπο καστ, απ’ τις οποίες ξεχωρίζει εκείνη του Ντέιμον Χέριμαν, του αμφιλεγόμενου μάνατζερ, ενώ η φωνή του αφηγητή Ρόμπι Γουίλιαμς δίνει τον τόνο σε όλη την ταινία, στην οποία πέρα από τις γνωστές επιτυχίες, που έχει ηχογραφήσει εκ νέου για την ταινία, ερμηνεύει και το Forbidden Road που έγραψε ειδικά για το φιλμ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η ιστορία του Ρόμπι Γουίλιαμς από τα παιδικά του χρόνια και τη συμμετοχή του στο επιτυχημένο συγκρότημα Take That μέχρι τις ανεπανάληπτες επιτυχίες του ως σόλο τραγουδιστής, θίγοντας παράλληλα και τις προκλήσεις που έφερε στη ζωή του η δόξα.
Ραγισμένες Καρδιές
(“L’Amour Ouf”) Δραματικό αισθηματικό θρίλερ, γαλλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ζιλ Λελούς, με τους Αντέλ Εξαρχόπουλος, Φρανσουά Σιβίλ, Μαλορί Ουανέκ, Μπενουά Πουλβόρντ. Βινσέντ Λακόστ κα.
Η προσπάθεια του γνωστού ηθοποιού Ζιλ Λελούς να μεταφέρει στην οθόνη, ένα μυθιστόρημα του Νεβίλ Τόμπσον, το έντονα βίαιο ρομάντζο σπαραξικάρδια και με επική διάθεση στέφεται από την αποτυχία, χωρίς να υπάρχουν δικαιολογίες. Με κόστος 35 εκατομμύρια ευρώ, που αποτελεί την ακριβότερη γαλλική παραγωγή για το Studio Canal και με την αναπάντεχη επιλογή να βρεθεί στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Καννών, έμοιαζε με το θηρίο που ήρθε για να κάνει πέρα τα αντίστοιχα αμερικάνικα φιλμ. Και όμως αυτό το ανίκητο θηρίο, στην πρώτη λακουβίτσα, βρίσκεται να γκρεμίζεται σαν χάρτινος πύργος σε αργή κίνηση – ενδεχομένως για να μας ταλαιπωρήσει κοντά τρεις ώρες, όσο και η διάρκεια της ταινίας.
Ο Ζιλ Λελούς, με αρκετές ενδιαφέρουσες ερμηνείες, επιστρέφει έπειτα από έξι χρόνια στη σκηνοθεσία με επική διάθεση και κυρίως με την πεποίθηση ότι θα μας εντυπωσιάσει τόσο που θα ξεχάσουμε τα αθάνατα love story που έχουμε δει στη μεγάλη οθόνη. Το αποτέλεσμα ήταν αποκαρδιωτικό και οφείλεται κυρίως στην απρόσμενη – από που κι ως που; – μεγαλομανία του και την εγκατάλειψη του σεναρίου στην τύχη του, μπροστά στην ανασύσταση της εποχής, των αχρείαστα μεγάλων σε διάρκεια σεκάνς, την υπερβολή και τελικά τους μονοδιάστατους χαρακτήρες, το ξεκάρφωτο αμερικάνικο πνεύμα που γίνεται ακόμη πιο ενοχλητικό συνοδευόμενο από τη γνώριμη πολλές φορές χαρακτηριστική γαλλική αφηγηματική φλυαρία.
H υπόθεση της ταινίας
Το στόρι, που εκτείνεται σε τρεις δεκαετίες, θέλει τον Κλοτέρ, έναν επαναστατημένο νέο, που ζει σε υποβαθμισμένη γειτονιά μιας μικρής γαλλικής πόλης, να ερωτεύεται μία ορφανή συμμαθήτριά του, για τον ατρόμητο χαρακτήρα της. Ένας μεγάλος έρωτας που θα διακοπεί όταν η παράνομη δραστηριότητα του Κλοτέρ θα τον οδηγήσει στη φυλακή, για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε ποτέ. Έπειτα από δέκα χρόνια, οι ζωές τους έχουν αλλάξει, νιώθουν προδομένοι από όλους και κυρίως από τους εαυτούς τους. Αυτός προσπαθώντας να βγει από το τούνελ της εμπειρίας των φυλακών και εκείνη παντρεμένη σε έναν συμβατικό γάμο. Πάρα ταύτα, η ζωή θα τους φέρει και πάλι κοντά, αλλά τίποτα δεν είναι ίδιο με το παρελθόν.
Με αέρα τεχνικόλορ, ιλουστρασιόν παραγωγή και μισή δόση από μιούζικαλ, ο Λελούς θα αφηγηθεί μία ιστορία έρωτος και εγκλήματος δίχως μέτρο, χωρίζοντας ουσιαστικά το στόρι του σε δυο μέρη, αυτό της νεότητας και εκείνο της ενήλικης ζωής, με το πρώτο να έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον, εν αντιθέσει με το δεύτερο, που όλα χλομιάζουν και ο σκηνοθέτης εκβιάζει τη συγκίνηση πέρα του δέοντος.
Στο κέντρο του φιλμ τέσσερις πρωταγωνιστές, για τις διαφορετικές ηλικίες των ηρώων, με τους νεαρούς Μαλορί Γουανέκ και Μαλίκ Φρικά να είναι συμπαθητικές επιλογές και τους δυο σταρ, που υποδύονται τους μεγάλους, Αντέλ Εξαρχόπουλος και Φρανσουα Σιβίλ, να χάνονται στις επιλογές και την αλαζονεία του Λελούς.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο επαναστάτης έφηβος Κλοτέρ ερωτεύεται τη συμμαθήτριά του, Ζακί, γοητευμένος από το ατρόμητο πνεύμα της. Καθώς ο έρωτας ανθίζει ανάμεσα στους δυο τους, η ανεξέλεγκτη βία των συμμοριών συμπαρασύρει τον Κλοτέρ σε σκοτεινά μονοπάτια και βρίσκεται φυλακή για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε. Μετά από πολλά χρόνια χώρια, ζώντας διαμετρικά διαφορετικές ζωές, θα έρθουν και πάλι κοντά.
Sonic 3: H Ταινία
(“Sonic the Hedgehog 3”) Ο Sonic ο Σκατζόχοιρος και η παρέα του επιστρέφουν στη μεγάλη οθόνη μέσα από την τρίτη συνέχεια της ιστορίας τους, που είναι εμπνευσμένη από το παιχνίδι Sonic Adventure 2, αλλά και δευτερευόντως το Shadow the Hedgehog. Ψηφιακό animation με ζωντανούς χαρακτήρες, απ’ τους οποίους ξεχωρίζει εμφανώς ο Τζιμ Κάρεϊ σε έναν διπλό ρόλο κακού. Το φιλμ, σε σκηνοθεσία Τζεφ Φάουλερ, κινείται στους γνώριμους ρυθμούς του πετυχημένου φραντσάιζ, με μία παιδική περιπέτεια, που μπορεί να «χαζέψει» και ο γονέας δίπλα στο παιδί του. Ο Κάρεϊ παίζει με τους γνωστούς «λαστιχένιους» μορφασμούς του, που τον έκαναν διάσημο, ενώ η ιστορία κυλάει χαλαρά και διασκεδαστικά. Οι Σόνικ, Νακλς και Τέιλς ξανασυναντιούνται και συνεργάζονται ενάντια στον Σάντοου, έναν νέο, ισχυρό αντίπαλο με δυνάμεις που δεν έχουν αντιμετωπίσει ποτέ ξανά στο παρελθόν. Μεταγλωττισμένο στα ελληνικά με τις φωνές των Παναγιώτη Αποστολόπουλο (Σόνικ), Ντένη Μακρή (Τομ), Χρήστο Πλαΐνη (Δρ. Ρομπότνικ), Γιάννη Τσούτσια (Γουέιντ), Τζωρτζίνα Λιώση (Μάντι), Τάσο Κωστή κα.