Ο Άγιος Βασίλης, όπως τον ξέρουμε σήμερα, άρχισε να παίρνει τη μορφή αυτή τη δεκαετία του 1820
Κόκκινο βελούδινο κοστούμι, λευκή γούνα, ψηλές μαύρες μπότες, μεγάλο σκούφο. Αυτή είναι η στολή του Αγίου Βασίλη και έχει γίνει πλέον παράδοση κάθε Χριστούγεννα. Αλλά ο ίδιος δεν φορούσε πάντα κόκκινο και στην πραγματικότητα, η εμφάνιση του χρειάστηκε σχεδόν έναν αιώνα για να γίνει όπως την αναγνωρίζουμε σήμερα.
Οι προκάτοχοί του περιλαμβάνουν τον παλαιοχριστιανικό επίσκοπο Άγιο Νικόλαο και τον ολλανδικό αντίστοιχο του Sinterklaas, τον πατριάρχη Père Noël και το γερμανικό μωρό του Ιησού Χριστού, το Christkindl, μεταξύ πολλών άλλων. Αλλά ο Άγιος Βασίλης, όπως τον ξέρουμε σήμερα, άρχισε να παίρνει τη μορφή αυτή τη δεκαετία του 1820 και συνέχισε να εξελίσσεται μέσω της ποίησης, των εικονογραφήσεων και των διαφημίσεων.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του Αϊ-Βασίλη – ένας άνδρας με γενειάδα και γούνα που τον σέρνουν τάρανδοι πάνω σε έλκηθρο – έγιναν δεδομένα χάρη στο ποίημα του Clement Clarke Moore «A Visit from St. Nicholas» (επίσης γνωστό ως «’Twas the Night Before Christmas») το 1823, καθώς και σε ένα λιγότερο αναγνωρισμένο ανώνυμο ποίημα που προηγήθηκε το 1821 και τον ονόμαζε «Santeclaus». Ό,τι φορούσε όμως ήταν αντικείμενο ερμηνείας.
«Ο 19ος αιώνας ήταν η εποχή κατά την οποία οι διαφωνίες σχετικά με το πώς έμοιαζε και τι φορούσε ο Άγιος Βασίλης ήταν αρκετά έντονες», δήλωσε ο ιστορικός Gerry Bowler, συγγραφέας του βιβλίου «Santa Claus: A Biography», σε τηλεφωνική συνέντευξη με το CNN. «Χρειάστηκαν περίπου 80 χρόνια για να καταλήξουν οι Αμερικανοί καλλιτέχνες στη στολή του Άγιου Βασίλη. Μέχρι τότε «ντυνόταν» με οποιοδήποτε χρώμα».
Οι διαφορετικές εμφανίσεις του Άγιου Βασίλη
Ορισμένες πρώτες ερμηνείες του οράματος του Moore δείχνουν τον χαρούμενο «εισβολέα» των διακοπών ως έναν μικρό και πονηρό ξωτικό που θα μπορούσε να χωρέσει πιο πιστευτά μέσα σε μια καμινάδα. Μια εικονογραφημένη έκδοση του ποιήματος του 1864 ντύνει τον Άγιο Νικόλαο, ο οποίος παραδοσιακά φοράει ρούχα επισκόπου, με κίτρινο κοστούμι και γούνινο σκούφο, καθώς μια ελαιογραφία του 1837 τον δείχνει με κόκκινη κάπα με γούνινη επένδυση.
Υπήρξαν όμως και άλλες εκδοχές της εμφάνισής του: μια διαφήμιση του P.T. Barnum από το 1850 που προωθούσε την τραγουδίστρια Jenny Lind τον παρουσιάζει ως μια φιγούρα χωρίς γενειάδα της εποχής του Επαναστατικού Πολέμου, ενώ ένα εξώφυλλο του 1902 για το βιβλίο του L. Frank Baum «The Life and Adventures of Santa Claus» τον ντύνει με σκούρο χιτώνα με γούνα και φανταχτερές κόκκινες μπότες.
Ο Thomas Nast, ο σκιτσογράφος του Harper’s Weekly, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ιδέα του Άγιου Βασίλη. Τον ζωγράφισε για πρώτη φορά το 1863, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (των ΗΠΑ), φορώντας αστέρια και ρίγες καθώς μοίραζε δώρα στους στρατιώτες της Ένωσης. Αλλά η πιο διαχρονική και πιο ανθεκτική εικόνα του καλλιτέχνη από το 1881 είναι μια εκδοχή του με ένα κόκκινο κοστούμι με μια ζώνη, που δεν ξεχωρίζει σχεδόν καθόλου από τη σημερινή – αν και τα πολιτικά μηνύματα έχουν χαθεί με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με το Smithsonian.
Τον ακολούθησαν οι καλλιτέχνες Norman Rockwell και J.C. Leyendecker, οι οποίοι σχεδίαζαν συστηματικά έναν Άγιο Βασίλη με το εμβληματικό πλέον κοστούμι του για την εφημερίδα The Saturday Evening Post στις αρχές του 20ού αιώνα.
«Όταν έχεις τον Άγιο Βασίλη με κόκκινη και άσπρη γούνα στο εξώφυλλο των περιοδικών της μαζικής αγοράς, αυτό γίνεται λίγο-πολύ δεδομένο», δήλωσε ο Bowler.
Τα χαρακτηριστικά σχέδια αυτών των καλλιτεχνών συχνά επισκιάζονται από τις μακροχρόνιες εορταστικές καμπάνιες της Coca-Cola, τις οποίες εικονογράφησε ο Haddon Sundblom, οι οποίες ξεκίνησαν το 1931 και έχουν γίνει συνώνυμες με την εμφάνιση του Άγιου Βασίλη. Με κόκκινα μάγουλα, η εκδοχή του Sundblom για τον Άγιο Βασίλη, που αρχικά βασίστηκε σε έναν συνταξιούχο πωλητή που έτυχε να είναι φίλος του εικονογράφου, έγινε εξαιρετικά δημοφιλής και διατηρείται μέχρι σήμερα.
«Νομίζω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι (πιστεύουν) ότι η Coca-Cola είχε κάποια σχέση με την καθιέρωση της ερυθρόλευκης στολής του Άγιου Βασίλη», δήλωσε ο Bowler. «Αλλά δεν είναι αλήθεια. Η εμβληματική στολή του Άγιου Βασίλη είχε (καθοριστεί) δεκαετίες πριν».
Η Coca-Cola δεν ήταν καν το πρώτο αναψυκτικό που προώθησε τον Άγιο Βασίλη με τη στολή του, πρόσθεσε, με την White Rock Beverages να το κάνει κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, λίγα χρόνια πριν από την πρώτη του (προ Sundblom) εμφάνιση για την Coca-Cola.
Ένα τέχνασμα νοσταλγίας
Οι πρώτοι οραματιστές του Άγιου Βασίλη μπορεί να μην επέλεξαν την κόκκινη στολή του, αλλά είχαν την πρόθεση να είναι ένα δημιούργημα νοσταλγίας, σύμφωνα με τον ιστορικό και συγγραφέα Stephen Nissenbaum. Στο θεμελιώδες βιβλίο του «The Battle for Christmas» του 1988, ο Nissenbaum καταγράφει την ιστορία του χαρακτήρα και αμφισβητεί τη συχνά επαναλαμβανόμενη προέλευσή του ως φυσική εισαγωγή από τον Άγιο Νικόλαο της Ολλανδίας, του Sinterklaas.
Αντ’ αυτού, ο Nissenbaum επισημαίνει μια παρέα «νεοϋορκέζων τζέντλεμαν» -στην οποία ανήκαν ο Moore, ο ιδρυτής της Ιστορικής Εταιρείας της Νέας Υόρκης, John Pintard, και ο συγγραφέας Washington Irving- οι οποίοι σκόπιμα αναδιαμόρφωσαν την ολλανδική φιγούρα τη δεκαετία του 1820 ως σύμβολο μιας πιο φιλικής προς την οικογένεια γιορτής εν μέσω της αυξανόμενης φτώχειας και εγκληματικότητας.
Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Nissenbaum, ο παραδοσιακός προκάτοχος των Χριστουγέννων στη Νέα Αγγλία ήταν μια μεθυσμένη, θορυβώδης και ακόλαστη μηνιαία γιορτή κατά τη διάρκεια του 17ου και στις αρχές του 18ου αιώνα, για τους φτωχούς ώστε να «ξεσαλώνουν» με έναν πιο ελεγχόμενο τρόπο από τις κοινωνικές αναταραχές. Ένα δημοφιλές έθιμο επέτρεπε στους ανθρώπους να μπαίνουν στα σπίτια των πλουσίων με την προσδοκία ότι θα τους έδιναν τα καλύτερα φαγητά και ποτά ως χειρονομία καλής θέλησης.
Μέχρι την εποχή του Moore, εξηγεί, τα Χριστούγεννα δεν γιορτάζονταν με έναν ενιαίο τρόπο. Οι Πουριτανοί, μια δογματική θρησκευτική τοποθέτηση που αναπτύχθηκε κυρίως στην Αγγλία και στην Αμερική τον 16ο και 17ο αιώνα στους κόλπους της Αγγλικανικής Εκκλησίας, είχαν προσπαθήσει να τα «καταπνίξουν», ενώ οι Ευαγγελιστές εργάζονταν για να τα μετατρέψουν σε μια αυστηρά ευσεβή γιορτή στις 25 Δεκεμβρίου. Άλλοι εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν τη μακρά παράδοση της αταξίας, οδηγώντας σε θορυβώδεις, περιπλανώμενες συμμορίες των γιορτών στους δρόμους.
«Κανένας από αυτούς τους τρόπους εορτασμού των Χριστουγέννων δεν είχε μεγάλη ομοιότητα με τη γιορτή που οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε σήμερα… Σε κανέναν από αυτούς δεν θα βρίσκαμε τη γνωστή οικεία μάζωξη ή τη χορήγηση χριστουγεννιάτικων δώρων στα παιδιά που περιμένουν. Πουθενά δεν θα βρίσκαμε χριστουγεννιάτικα δέντρα, ούτε ταράνδους, ούτε Άγιο Βασίλη», γράφει ο Nissenbaum.
Σε αυτή τη νέα εκδοχή των Χριστουγέννων, τα παιδιά – τα οποία, μέχρι περίπου αυτή την εποχή, αντιμετωπίζονταν περισσότερο ως άποροι μικροί ενήλικες – έγιναν τα αντικείμενα της γενναιοδωρίας, απαλλάσσοντας τους εύπορους από την προσδοκία να εξυπηρετήσουν τους φτωχούς. Και ο Άγιος Νικόλαος του Moore, όπως υποστηρίζει ο Nissenbaum, μεταμορφώθηκε από τον «εισβολέα» στο σπίτι σε έναν επισκέπτη που δεν έχει απαιτήσεις, αλλά αντίθετα προσφέρει δώρα.
Καθώς τα ρούχα του εξελίσσονταν, η ξωτικού χαρακτήρα φύση του Άγιου Βασίλη ξεθώριασε, και αντ’ αυτού μετατράπηκε σε έναν πολύ ψηλότερο, χαρούμενο και αμιγώς καλοπροαίρετο επισκέπτη.
«Είναι μια μη απειλητική εμφάνιση, αλλά είναι εξωγήινη», σημείωσε ο Bowler για τη στολή του. «Είναι ένα πλάσμα της φαντασίας και φοράει αυτό που δεν φοράει κανείς άλλος. Αλλά με την πάροδο του χρόνου, γίνεται οικείο».
Ο Bowler πιστεύει ότι πολλά από τα χαρακτηριστικά που κέρδισαν τη λαϊκή φαντασία ήταν πρακτικές επιλογές: Μόλις αποφασιστεί ότι είναι από την Αρκτική, ακολουθεί η γούνα- το κόκκινο είναι ζωηρό και έρχεται σε αντίθεση τόσο με το λευκό του γένι όσο και με το λευκό χιόνι.
Αλλά ο εντοπισμός των ακριβών επιρροών του στυλ του Άγιου Βασίλη μπορεί να γίνει ασαφής, αφού έχει τόσα πολλά ανάλογα σε διάφορα μέρη του κόσμου, μερικά από τα οποία απλώς συνδυάστηκαν σε αυτή τη μοναδική δυτικοποιημένη εικόνα.
Πηγή: CNN