Μετά την ψήφιση του προϋπολογισμού παραδοσιακά οι ρυθμοί των πολιτικών εξελίξεων μειώνονταν. Αυτά όμως που γίνονται «παραδοσιακά» έχουν πάψει να έχουν εφαρμογή στην πραγματικότητα εδώ και χρόνια.
Η φετινή χρονιά δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτόν τον πρόσφατο κανόνα. Οι μηχανές όλων των κομμάτων παραμένουν «στο φουλ». Οι λόγοι είναι πολλοί: Η μεγάλη πρωτοφανής ρευστότητα στον χώρο της κεντροαριστεράς, οι υπόγειες εξελίξεις στον χώρο της ακροδεξιάς, οι εσωκομματικές πιέσεις εντός της ΝΔ, το «στοίχημα» του Στ. Κασσελάκη να δημιουργήσει ΚΟ και τόσα άλλα.
Ο κυριότερος όμως είναι η λήξη της θητείας της Προέδρου της Δημοκρατίας. Υπό κανονικές συνθήκες θα θεωρούνταν δεδομένο ότι η Κατερίνα Σακελλαροπούλου θα «ραβόταν» για την τελετή ανανέωσης της θητείας της. Όμως η άρνηση του πρωθυπουργού να πει αν θα την προτείνει ή όχι, σε συνδυασμό με τη δυσαρέσκεια που υπάρχει εντός της ΝΔ για το πρόσωπό της, έχει διατηρήσει ολοζώντανη τη συζήτηση για το νέο πρόσωπο που θα καταλάβει το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα.
Η ονοματολογία, όσο κι αν όλοι δημοσίως ισχυρίζονται ότι δεν μπαίνουν σε ονοματολογία, στις ιδιωτικές συζητήσεις, ειδικά μετά τον προϋπολογισμό έχει μετατραπεί στο πιο «καυτό» θέμα συζήτησης.
Κρίσιμη για την κεντροαριστερά η εκλογή ΠτΔ
Το ζήτημα της εκλογής νέου ΠτΔ επηρεάζει και τις εξελίξεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέξει να μην τηρήσει την παράδοση του να προτείνει ΠτΔ από το «απέναντι» πολιτικό στρατόπεδο και ακολουθήσει τις συμβουλές που δέχεται για πρόταση «δεξιού» Προέδρου, τότε θα μπορούσε τότε ίσως και να δώσει την αφορμή στα κόμματα της λεγόμενης προοδευτικής αντιπολίτευσης να συντονιστούν ώστε να προτείνουν από κοινού έναν πρόεδρο.
Αντιθέτως, ο πρωθυπουργός θα μπορούσε να εγκλωβίσει το ΠΑΣΟΚ προτείνοντας ένα πρόσωπο από τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας. Αυτό θα έφερνε το ΠΑΣΟΚ σε δύσκολη θέση απομακρύνοντάς το από το όποιο «Λαϊκό Μέτωπο» θα μπορούσε να διαμορφωθεί, όμως ταυτόχρονα ίσως προκαλούσε προστριβές με μέλη της ΚΟ της ΝΔ, κάτι το οποίο θα ήθελε να αποφύγει σε αυτή τη φάση.
Ταυτόχρονα, υπάρχει ήδη η «καμένη» υποψηφιότητα του προέδρου της ΑΔΑΕ Χρήστου Ράμμου, η οποία ήταν πρόταση της Νέας Αριστεράς. Πολλοί μάλιστα εκτιμούσαν ότι αν συμπλεύσουν σε αυτό το θέμα η ΝεΑρ με τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε η εκλογή του ΠτΔ θα μπορούσε να αποτελέσει τον προπομπό της συγκρότησης μιας ενιαίας ΚΟ, η οποία και να έπαιρνε πίσω την ιδιότητα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης από το ΠΑΣΟΚ. Όμως το γεγονός ότι αυτή η υποψηφιότητα δεν είναι πια στο «τραπέζι» μετά την άρνηση του Χρήστου Ράμμου, θέτει σε αμφισβήτηση ακόμη και το ενδεχόμενο της συνύπαρξης ΣΥΡΙΖΑ – ΝεΑρ.
Πάντως, στη χθεσινή συνεδρίαση της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ τονίζεται σχετικά με αυτό το θέμα ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από την πρώτη στιγμή κινείται θεσμικά, προφυλάσσοντας το ίδιο το αξίωμα και τα πρόσωπα. Έτσι θα κινηθεί και την επόμενη περίοδο, μέσα από πρωτοβουλίες που θα στοχεύσουν στη δημοκρατική σύνθεση, καθώς και στη συνεννόηση των προοδευτικών δυνάμεων για ένα πρόσωπο με προοδευτικά χαρακτηριστικά, που θα υπηρετεί το θεσμό και όχι κομματικές σκοπιμότητες. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα αποφασίσει, συλλογικά, εγκαίρως και θεσμικά, τη στάση του απέναντι στην προεδρική εκλογή».
Σε κάθε περίπτωση, η εκλογή του νέου ΠτΔ είναι ο επόμενος μεγάλος πολιτικός σταθμός και αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά αναμένεται η ονοματολογία και τα πολιτικά σενάρια να κορυφωθούν.